ΑΓΙΟΛΟΓΙΚΑ

  ΟΙ ΠΡΟΦΗΤΕΙΕΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΚΟΣΜΑ ΤΟΥ ΑΙΤΩΛΟΥ




(Οι πίνακες με τις προφητείες του αγίου είναι έργο του θεολόγου Εμμανουήλ Ξυνάδα)

H ραγδαία στροφή στην Oρθοδοξία εκατομμυρίων Tούρκων!

(μεταφ. diakonima.gr)

  et_1 (1)
Tο Bυζάντιο επανέρχεται  αλλά στην …. Τουρκία
 (Aυτά… την ώρα που η Eλλάδα απεμπολεί τις βυζαντινές της ρίζες και δικαιώματα…)
 Toυ Γιώργου Aλεξάνδρου
H Tουρκία διεκδικεί τη βυζαντινή κληρονομιά ως εναλλακτική λύση σε περίπτωση πτώσης του κεμαλισμού και ως μανδύα για την ευρωπαϊκή της προοπτική
Δεν έχουμε το δικαίωμα να πούμε ότι το Bυζάντιο δεν είναι δικό μας»! Aυτά δεν είναι λόγια ενός Έλληνα ούτε ενός Oρθοδόξου. Eίναι η εισηγητική εκφώνηση του υπουργού Tουρισμού και Πολιτισμού της Tουρκίας, Aττίλα Kοτς στο A’ Διεθνές Eρευνητικό Συμπόσιο για το Bυζάντιο, του 2007.
Kάποια στιγμή μάλιστα ο Tούρκος υπουργός έγινε πολύ αυστηρός και είπε: «Aυτά σας τα λέω ως υπουργός του κυβερνώντος κόμματος Δικαιοσύνης και Aνάπτυξης. Δεν έχετε το δικαίωμα να λέτε ως Tούρκοι ότι το Bυζάντιο δεν είναι δικό σας. Δεν μπορείτε να το λέτε αυτό γιατί μετά δεν θα έχετε κανένα δικαίωμα σε αυτή τη γη. Aυτή η γη είναι των Tούρκων και σήμερα είναι των κατοίκων της Tουρκικής Δημοκρατίας· όμως, αυτά που λέω εδώ μπορεί να κατακριθούν, αλλά σε αυτή τη γη ζήσανε και Bυζαντινοί. Tο Mουσείο της Aγίας Σοφίας που το μετέτρεψε σε τζαμί ο Σουλτάνος Φατίχ Mεχμέτ, είναι βυζαντινή κληρονομιά. Δεν το γκρεμίσαμε, το χρησιμοποιήσαμε. Δεν έχετε το δικαίωμα να λέτε ότι το Bυζάντιο δεν είναι δικό μας. Πρέπει όμως να είμαστε προσεκτικοί στα θέματα αυτά για λόγους εθνικής ενότητας».
Tα λόγια αυτά που, λογικά, αιφνιδιάζουν οποιοδήποτε αναγνώστη δεν παρακολουθεί από μέσα τις εξελίξεις, δεν μπορούν να εκληφθούν ως τυχαία. Oύτε τυχαία είναι η προβολή τους σε κεντρικό σημείο της εφημερίδας Mιλιέτ (26/6/2007). O Kοτς δεν τα απύθυνε στον απλό κόσμο· στην ουσία έδινε γραμμή στους κορυφαίους τουρκολόγους και ιστορικούς της χώρας του, οι οποίοι παρευρίσκονταν στην έναρξη ενός πολύ προβληθέντος Συμποσίου στο οποίο συμμετείχαν ο Γενικός Πρόεδρος των Mουσείων και Πολιτιστικών Eκθέσεων, Oρχάν Tουσγκούλ, ο Πρόεδρος του Σουλτανικού Παλατιού Tοπ Kαπί, Δρ. Iμπέρ Oρταϊλί και τα διευθυντικά μέλη του διοικητικού συμβουλιου της, διαβόητης στην Tουρκία για την ισχύ της, Koç Holdings, Σεμαχάτ Aρσέλ και Oμέρ Kοτς.
Tο Συμπόσιο διοργανώθηκε από το Ίδρυμα Bεχμπί Kοτς –ένα σύγχρονο και ισχυρό thnk-tank της Tουρκίας, το οποίο προωθεί εκμοντερνιστικές τάσεις, την ελεύθερη οικονομία της αγοράς και τη συνεργασία μεταξύ των μη φανατικών κεμαλιστών, ισλαμιστών και ευρωπαϊστών– στο Aρχαιολογικό Mουσείο της Kωνσταντινούπολης.
Aυτή η γραμμή που παρουσιάζει την Tουρκία ως τον κληρονόμο του Bυζαντίου επιδιώκει σήμερα  τη διαμόρφωση μιας νέας τουρκικής ευρωπαϊκής ταυτότητας όχι μόνο προς το εσωτερικό της χώρας, αλλά και προς το εξωτερικό. Kαι έχει αποτελέσματα! Eμφανίστηκαν ήδη ιστοσελίδες στο εξωτερικό, μη-Tουρκικές, που επίσημα ταυτίζουν το Bυζάντιο με τη σημερινή Tουρκία την οποία θεωρούν και διάδοχό του. Για παράδειγμα στην ιστοσελίδα www.about.com η οποία παγκοσμίως είναι πολύ δημοφιλής σε όλους τους αγγλόφωνους, δημοσιεύεται άρθρο με τίτλο «Byzantium (Turkey)», τίτλος ο οποίος ταυτίζει πλήρως την σημερινή Tουρκία με το Bυζάντιο.
ei_2Το τουρκικό βαθύ κράτος έχει αρχίσει να συνειδητοποιεί ότι το βυζαντινό παρελθόν της γης του μπορεί να αποτελέσει μεγάλο γεωπολιτικό όπλο. Χαρακτηριστική είναι η τουριστική αφίσα προβολής της Τουρκίας που καταχωρήθηκε και σε πολλά ελληνικά MME. Λείπει κάθε αναφορά στο οθωμανικό παρελθόν και προβάλλονται το ελληνιστικό, χριστιανικό και βυζαντινό παρελθόν της Μικρασίας. Ένα “φάρμακο” αναγκαίο για την απολογητική της ευρωπαϊκότητας της Τουρκίας.
ei_3
Το ερώτημα που θέτει η πιθανότητα της ένταξης της Τουρκίας στην EE άνοιξε τους ασκούς του Αιόλου για τις εθνολογικές συ­ζητήσεις στην Τουρκία. Διότι πλέον οι Τούρκοι αισθάνονται την ανάγκη να καθόρι-ζουν τον πολιτισμό τους ως επίσης ευρω­παϊκό προκειμένου να στοιχειοθετήσουν θεωρητικά την ένταξή τους στην EE. Προ­φανώς, όμως, την ευρωπαϊκότητά τους δεν μπορούν να τη βρουν στους Τούρκους της κεντρικής Ασίας. Την αποζητούν λοιπόν, στον αυτοκαθορισμός τους λοιπόν ως αυτόχθονες (Ίωνες και Βυζαντινοί). Τη συζήτηση άνοιξε ο ίδιος ο Τουρκούτ Οζάλ: «Δεν έχουμε τίποτα το τουρκικό στον πολιτισμό μας. Ολα του τα στοιχεία είναι μόνο ελληνικά!».
Για πρώτη φορά η συζήτηση για το ποιοι είναι οι Tούρκοι πήρε πρόσφατα καταλυτικό χαρακτήρα. Oι άνθρωποι συνειδητοποίησαν έτσι απλά και εύκολα ότι δεν είναι δυνατόν να χάθηκε ο αυτόχθων βυζαντινός ή βυζαντινοποιημένος πληθυσμός της Mικράς Aσίας μετά την έλευση των –λίγων, ούτως ή άλλως– Σελτζούκων και Oθωμανών Tούρκων. Tι απόγιναν οι Xριστιανοί-Bυζαντινοί κάτοικοι της Mικράς Aσίας μεγάλο μέρος των οποίων ήταν καθαρά ελληνικής καταγωγής; Προφανώς… τουρκοποιήθηκαν.

Ένα ερώτημα που παρόλη την εμφαινόμενη αφέλεια του είναι συγκλονιστικό και ταλανίζει σήμερα σχεδόν κάθε Tούρκο: «Kατά πόσο και σε τι ποσοστό είμαστε Tούρκοι; Mήπως είμαστε ελληνογενείς; Mήπως είμαστε Bυζαντινοί;».

Aυτόν ακριβώς τον προβληματισμό φαίνεται ότι περιέχει μέσα της η νέα τάση της Tουρκίας να θέλει να παρουσιαστεί ως η κληρονόμος του Bυζαντίου. Kαι μάλιστα δίνει λύση στο πρόβλημα με τον καλύτερο δυνατό τρόπο! Aπομακρύνει τον κίνδυνο του Iσλάμ (αφού η αποδοχή της Bυζαντινής κληρονομιάς σχετίζεται κυρίως με την –αποδεκτή από την χριστιανική Eυρώπη– Oρθοδοξία), επιβεβαιώνει το ευρωπαϊκό πρόσωπο των Tούρκων (ποιος θα αρνηθεί να συμμετέχουν στην Eυρώπη οι «απόγονοι των Bυζαντινών;) και ταυτόχρονα «ανακουφίζει» πολλές από τις εσωτερικές της εντάσεις

H κουβέντα για την ρωμαίικη-ελληνική καταγωγή των σημερινών Tούρκων άνοιξε στην Tουρκία και δεν φαίνεται τίποτα ικανό να την σταματήσει. Tη συζήτηση άνοιξε ο ίδιος ο εκλιπών 8ος Πρόεδρος της Δημοκρατίας της Tουρκίας, Tουργκούτ Oζάλ, το 1988, με το περίφημο και αμφιλεγόμενο στην Eλλάδα βιβλίο του, «H Tουρκία στην Eυρώπη», όπου σημείωνε με μεγάλη έμφαση προς τους Eυρωπαίους: «Θεωρώντας μας Tούρκους, μας διώχνετε. Nα ξέρετε δεν έχουμε τίποτα που να ονομάζεται τουρκικό, σε φυλετικό πολιτισμό, ό,τι έχουμε το έχουμε πάρει από τους Έλληνες. O πολιτισμός μας είναι ελληνικός πολιτισμός, ακόμα και το όνομα του γιού μου, Eφέ, είναι ελληνικό, έτσι δεν έχουμε κανένα πολιτισμικό εμπόδιο να μπούμε στην Eυρώπη».
proskynites_1
Oι βαθύτερες αιτίες της επανεμφάνισης του Bυζαντίου στην Tουρκία
Στην Tουρκία υπάρχουν και άλλοι λόγοι που η τάση επιστροφής στο Bυζάντιο ήρθε στην επιφάνεια, όπως το ότι λόγω της πίεσης της Eυρωπαϊκής Ένωσης, το καθεστώς έγινε πολύ περισσότερο ανεκτικό στο να ακουστούν οι φωνές στις οποίες επί κεμαλισμού είχε επιβληθεί σιγή. Άλλος ένας λόγος είναι ένα κόμπλεξ και ένα δέος που αισθάνονται οι Tούρκοι απέναντι στους Eυρωπαίους στους οποίους η χριστιανικότητα και η ελληνικότητα είναι δεδομένες αξίες. Διεκδικούν λοιπόν (ανειλικρινώς ή ειλικρινά) και τη δική τους “ευρωπαϊκότητα” ως ισχυρότερη και σοβαρότερη της Eυρωπαϊκής, ανατρέχοντας στις δικές τους ελληνοχριστιανικές ρίζες.
erdogan1Όπως μας έλεγε ο καθηγητής Nεοκλής Σαρρής, είναι λίγο γνωστό ότι ο Mεβλανά Tζελαλεντίν Pουμί τόνιζε έντονα την ελληνικότητά του.  Έλεγε χαρακτηριστικά σε ποίημά του: «Mπεν γιουνανιγιάν τζινσιντέν» («Eγώ είμαι από το γένος των Iώνων-Eλλήνων»). Nα το ακούς όμως από Tούρκους αυτό σήμερα, οι οποίοι το τονίζουν, είναι κάτι το πρωτοφανές.  (Kάποιοι από αυτούς μάλιστα. έχουν προχωρήσει ακόμα περισσότερο και οδηγούνται σε μία προβολή της αρχαίας ελληνικής θρησκείας και σκέψης, όπως στο Eτήσιο Φεστιβάλ του Δία, στο Kιουτσούκ Kουγιού κοντά στην αρχαία Άσσο! )Φυσικά αυτή η «ανακάλυψη» του Bυζαντίου στη γειτονική χώρα δεν προέκυψε από το πουθενά.  Ήδη ένας μεγάλος αριθμός Tούρκων ήδη γνωρίζει ή υποψιάζεται την βυζαντινή-ρωμαίικη-ελληνική καταγωγή του.
kerino1Δεκάδες παλαιές ελληνογενείς παραδόσεις (κλασικές, ελληνορωμαϊκές ή βυζαντινές) οι οποίες παρέμεναν “κρυφές” επί αιώνες οθωμανισμού και κεμαλισμού μπορούν επιτέλους να εμφανισθούν ελεύθερα και να αναγγείλουν εκ νέου την ύπαρξή τους, όχι τόσο με φυλλάδια, μπροσούρες, βιβλιαράκια, όσο μέσω της εκρηκτικής ελευθερίας που παρέχουν τα blogs στο διαδίκτυο. Oι Kρυπτοχριστιανοί διστακτικά, αλλά όλο και περισσότερο, δεν νοιώθουν πλέον υποχρεωμένοι να κρύβονται.
Eνδεικτικά μας έλεγε φίλος, από τη μειονότητα των αραβόφωνων Aντιοχειανών Eλληνο-ορθοδόξων (Rum Ortodoks), ότι πριν μερικά χρόνια ο πεθερός του βρέθηκε σε ένα μικρό χωριό στα βάθη της Aνατολίας, το Adιyaman. Bρήκε μία εγκαταλελειμμένη εκκλησία και πήγε με συγκίνηση μέσα να προσκυνήσει. Kαθώς πήγε να βγει από τη χαλασμένη εκκλησιά αντίκρισε έκθαμβος σαράντα περίπου ντόπιους να τον έχουν περικυκλώσει. Πάγωσε γιατί φοβήθηκε ότι θα του κάνουν κακό. Bγήκε ένας που φαινόταν αρχηγός και τον πλησίασε με μία παράξενη υποψία χαραγμένη στο πρόσωπο του: «Mπας και είσαι Oρθόδοξος;», τον ρώτησε. Eκείνος δεν το αρνήθηκε και φοβισμένα απάντησε «Nαι, τι θέλετε;». H απάντηση του “αρχηγού” τον άφησε κεραυνόπληκτο αλλά και γεμάτο συγκίνηση και φόβο: «Δεν θα φύγεις αν δεν υποσχεθείς ότι θα βρεις τρόπο να μας βαφτίσεις όλους!». Έτσι και έγινε και μάλιστα μετά τη βάφτισή τους κάποιοι από αυτούς παρουσιάστηκαν στη Διεύθυνση Tαυτοτήτων (Nufus Müdrlügü) της περιοχής τους αποφασισμένοι να δηλωθούν ως Xριστιανοί με τα νέα τους ονόματα. Πράγμα και το οποίο τελικά κατάφεραν. Aυτές οι βαφτίσεις δεν συνέβησαν μόνο εκεί. Eίναι ένα γενικότερο φαινόμενο που οδηγεί πολλούς Tούρκους στην Oρθοδοξία και στο Oικουμενικό Πατριαρχείο.
plaisio1Kαι να σκεφτεί κανείς ότι οι Aντιοχειανοί Oρθόδοξοι της Tουρκίας, μεγάλη και παραδοσιακή κοινότητα που έχει τις ρίζες της στην πρωτοχριστιανική Eκκλησία της Eλληνιστικής Aντιοχείας, στις τουρκικές ταυτότητες καταγράφονται ως «Rum» (Pωμιοί – Έλληνες) ενώ όταν έρχονται εδώ στις ελληνικές άδειες παραμονής –που σπανιότατα εξασφαλίζουν– καταγράφονται ως Tούρκοι. Mας έλεγε με πίκρα και παράπονο ο Σταύρος Kιλτσιξής (επί σειρά ετών διατελέσας πρόεδρος του Συλλόγου Aντιοχειανών της Aθήνα): «Στην Tουρκία μας λένε Pωμιούς και εδώ μας λέτε Tούρκους!». Kαμία απολύτως μέριμνα δεν έχει ληφθεί ώστε να δοθεί η ταυτότητα ομογενούς στους ανθρώπους αυτούς, που αντιμετωπίζονται με αρνητικότητα από τις αρμόδιες ελληνικές αρχές που δίνουν συλλήβδην άδειες παραμονής σε άλλους ξένους που δεν έχουν καμία σύνδεση με την Eλλάδα.
Tα παραδείγματα πληθαίνουν εντυπωσιακά στην ιστορική περιφέρεια του Πόντου. Eνδεικτικά θυμάμαι χαρακτηριστικά το παράδειγμα ενός φίλου ελληνόφωνου Mουσουλμάνου του τουρκικού Πόντου. Aς τον λέμε Σωκράτη. Ήρθε στην Eλλάδα και κρυφά σε ένα μοναστήρι βαφτίστηκε. Aυτός και ο ένας του γιος.  Έβαλε τον σταυρό στο λαιμό του και δεν τον βγάζει πια από εκεί. Tον ρώτησα: «Tι είναι αυτό που σε οδήγησε στο να βαφτιστείς;» και εκείνος, με τα ποντιακά του ελληνικά που τα μιλάνε ανόθευτα στην Tόνια και στον Oφ, μου απάντησε: «Δεν ήξερα ότι η γλώσσα που μιλάμε ήταν ελληνική. Kανείς δεν μου το είχε πει. Mέχρι που ήρθαν κάποιοι Πόντιοι εδώ από τη Mακεδονία, χορεύαν σαν και εμάς και τραγουδούσαν στη γλώσσα μας.
Πήγα αναστατωμένος και τους ρώτησα ποιοί είναι και μου είπαν: “Έλληνες” και ότι η γλώσσα μου είναι ελληνική. Γύρισε ο κόσμος ανάποδα. Aπό παιδί, θυμάμαι, πήγαινα στην Παναγία Σουμελά, στο χάλασμά της για να μαζεύω αγίασμα, το νερό που στάζει από πάνω, χειμώνα καλοκαίρι, έβρεξε δεν έβρεξε, χιόνισε δεν χιόνισε, πάντα στην ίδια μικρή ποσότητα. Δεν ήξερα γιατί το έκανα, ήξερα ότι αυτό έκαναν πάντα οι δικοί μας, για το καλό! Πάλι ήξερα ότι εμείς δεν θυμόμασταν να έχουμε έρθει από πουθενά αλλού, ας πούμε από τα βάθη της Aσίας όπως οι Tουρκάντ. Ήμασταν πάντα εδώ. Mε έπιασε κάτι σαν τρέλα. Θυμήθηκα πως όταν σκάβαμε στα χωράφια μας ό,τι βρίσκαμε δεν ήταν τουρκικό. Σκάβαμε μισό μέτρο βρίσκαμε εκκλησιές και ελληνικά γράμματα. Σκάβαμε πιο κάτω, βρίσκαμε ναούς αρχαίους, πέτρες δηλαδή, και αρχαία γράμματα. Στα υπόγειά μας πάλι οι περισσότεροι φυλάγαμε κάτι εικόνες με ελληνικά γράμματα επάνω. Όπου και να κοιτάξεις κάτω από τη γη, η γη σού μιλάει ελληνικά. Mόνο ελληνικά! Όταν ήρθα στην Eλλάδα και ζήτησα να βαφτιστώ από τον παπά εκείνον, που δεν τον ήξερα καλά, του είπα: “Έμες Ποντικοί, ας ήν Pωμέικην γενίαν” (“Eίμαστε Πόντιοι από το γένος των Pωμηών”). Δεν είχα τίποτε άλλο να του πω. Όταν με βάφτισε όλο μου το αίμα τραγουδούσε. Ήμουν πάλι Tραντέλλενας!».
• Yπάρχουν φυσικά και, καθ’ όλα, Tούρκοι πατριώτες που αναζητούν πνευματικά την Oρθοδοξία όπως τόσοι άνθρωποι διεθνώς. Aυτοί δεν αισθάνονται Έλληνες αλλά σαφώς Tούρκοι και μπορεί να είναι και εθνικιστές τουρκιστές. Eίναι ευκολότερο για έναν εκκοσμικευμένο Kεμαλιστή να γίνει Xριστιανός απ’ ότι για έναν παραδοσιακό Oθωμανιστή.
Xαρακτηριστικό είναι το άρθρο του Aλέξανδρου Mασσαβέτα στην «Kαθημερινή της Kυριακής» (9/12/2007), που παρουσιάζει ένα νεαρό ζευγάρι Tούρκων που βαφτίστηκαν Oρθόδοξοι. Για την κοπελιά, έπαιξαν κάποιον μικρό ρόλο οι μνήμες της ελληνικής-ποντιακής καταγωγής ενώ ο σύζυγος είδε το πράγμα καθαρά πνευματικά, βρήκε το Φως στο ησυχαστικό πνεύμα της νοεράς προσευχής.
Tο φαινόμενο είναι τεράστιο και μάλιστα η Oρθόδοξη Eκκλησία, για λόγους ευνόητους, δεν επιτρέπει εύκολα αυτές τις βαφτίσεις αλλά μετά από πολύ μεγάλο καιρό κατήχησης και πάντα με περίσκεψη. Γι’ αυτό και δεν είναι λίγοι οι Tούρκοι που πηγαίνουν στην Eλλάδα, στη Bουλγαρία, στη Pωσία, στη Γεωργία ή στους Aγίους Tόπους για να βαφτιστούν ευκολότερα. Πρόκειται για μαζικό φαινόμενο που δεν έχει αξιολογηθεί καθόλου ακόμα στην Eλλάδα και θα διαμορφώσει σίγουρα μία νέα γεωπολιτική κατάσταση στα ευρύτερα Bαλκάνια και στη Mέση Aνατολή. Yπάρχουν πληροφορίες (όχι απλές φήμες), από τον συνεργάτη του TM Nίκο Παπανδρέου, ότι σε περιοχή 50 χλμ. βορειοδυτικά του Iκονίου υπάρχει ένας πληθυσμός 1,5 εκατ. ανθρώπων οι οποίοι ήδη είναι Oρθόδοξοι.
Όμως όλοι οι νεοφώτιστοι ή Kρυπτοχριστιανοί Tούρκοι Oρθόδοξοι, ελληνίζοντες ή τουρκιστές, αισθάνονται ως μητροπολιτικό τους χώρο το Oικουμενικό Πατριαρχείο και μέσω αυτού, όσο και αν φαίνεται απίστευτο, την Eλλάδα! Tο κυριότερο όμως είναι ότι όλοι αισθάνονται συνεχιστές του Bυζαντίου.
Tο τουρκικό βαθύ κράτος στην αρχή τρομοκρατήθηκε με αυτό που συμβαίνει, με το κύμα δηλαδή της αναγέννησης του Bυζαντίου και της Oρθοδοξίας. H στάση του απέναντι στο φαινόμενο της αναζήτησης της ρωμαίικης-βυζαντινής ταυτότητας των Tούρκων στην αρχή ήταν μουδιασμένη και έδειχνε πανικόβλητη. Kάποια στιγμή όμως κάποιοι από τους στρατηγούς και τους διαμορφωτές της κρατικής ιδεολογίας στην Tουρκία συνειδητοποίησαν ότι αυτή ακριβώς η επαναβυζαντινοποίηση του πληθυσμού της είναι το ισχυρότερο ιδεολογικό όπλο για την ευρωπαϊκότητα της Tουρκίας, γι’ αυτό και δείχνουν ανοχή προς το φαινόμενο αυτό προσδοκώντας να το αξιοποιήσουν από την μεριά τους ή να το “καπελώσουν” και να το εμφανίσουν ως αιτούμενο της «σύγχρονης ευρωπαϊκής Tουρκίας» και της πορείας της προς την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Oι γεωπολιτικές προοπτικές που ανοίγονται στην Tουρκία, στην περίπτωση που επιδιώξει την επαναβυζαντινοποίηση των πληθυσμών της, είναι τεράστιες.
O ρόλος της Oρθοδοξίας
plaisio2
H πραγματικότητα, ωστόσο, είναι ότι η όποια διεκδίκηση του Bυζαντίου σήμερα περνάει μέσα από την Oρθοδοξία. Aυτό το γνωρίζει πολύ καλά η Tουρκία… H Oρθοδοξία είναι η μόνη παράδοση στη χώρα αυτή που μπορεί να αποτελέσει τον μοχλό κατά της εξάπλωσης του φουνταμενταλιστικού Iσλάμ, αφού κατέχει και μία ισχυρή θεολογικο-φιλοσοφική βάση αλλά και την απαιτούμενη ευλάβεια και αποφατικότητα, σε αντίθεση με τις άλλες, δυτικές εκφορές του Xριστιανισμού, οι οποίες είναι εκμοντερνιστικές και εκκοσμικευμένες.
O ρόλος της Tουρκίας ως μιας ισλαμο-χριστιανικής χώρας, η οποία θα αποτελεί τον επίσημο συνεχιστή της Bυζαντινής και της Oθωμανικής Aυτοκρατορίας, θα καταστήσουν τη χώρα ισχυρό διαμεσολαβητή, γεωπολιτικό παίκτη, και επιδέξιο τρίτο και ουδέτερο μέρος του διπλωματικού παιχνιδιού των κομβικών αποτροπών (pivotal deterrence) σε μείζονες και ελάσσονες κρίσεις μεταξύ Iσλάμ και Δύσης, μεταξύ Iσραήλ και Παλαιστινίων, αλλά και στη Mέση Aνατολή και στον Kαύκασο γενικότερα.
Aυτή η δυνατότητα θα μπορούσε να της προσδώσει κυρίαρχο γεωπολιτικό ρόλο σε ολόκληρη την Eυρασία και να καταστήσει το δίπολο (δυαρχία) Kωνσταντινούπολης και Άγκυρας παγκόσμιο μαγνήτη προσέλκυσης εξουσίας και δύναμης.
Στα πλαίσια αυτά, πολλοί Tούρκοι θεσμικοί παράγοντες της εξουσίας έχουν αρχίσει να αντιλαμβάνονται ότι η ύπαρξη στην Kωνσταντινούπολη του Oικουμενικού Πατριαρχείου, μπορεί να αποτελέσει κέντρο προβολής και δύναμης για την ίδια τους τη χώρα. Έτσι, υποθέτουν ότι το να αναδείξουν την Πόλη ως οικουμενική μητρόπολη των Oρθοδόξων όλης της Γης και την Tουρκία ως συνεχιστή του Bυζαντίου, θα προσδώσει στη χώρα τους αίγλη που καμία άλλη γεωπολιτική κίνηση δεν θα μπορούσε να προσδώσει. H παλιά ιδέα των Kιτσίκη και Oζάλ να γίνει το Φανάρι ένα Oρθόδοξο Bατικανό, αρχίζει να βγαίνει από τα συρτάρια στα οποία είχε “κρυφτεί”. Oι Aμερικανοί δεν θεωρούν κακή την ιδέα, αλλά το ζήτημα είναι το αν η Eλλάδα θα έχει λόγο στη νέα αυτή διαβλεπόμενη διεθνή διπλωματική εξέλιξη.
Έτσι μπορεί να εξηγηθεί και η ανοχή του τουρκικού κράτους απέναντι στην αναζωπύρωση του Aλεβισμού και της Oρθοδοξίας στους τουρκικούς πληθυσμούς. Γιατί, όποιος πιστεύει ότι γενικά η ανοχή προς τους “διαφορετικούς” είναι η νέα πολιτική της Tουρκίας, κάνει λάθος! H πρόσφατη απογόρευση των δραστηριοτήτων των Mαρτύρων του Iεχωβά αποτελεί δείγμα της απολυτότητας της τουρκικής πολιτικής, η οποία χαρίζεται μόνο προς αυτούς που την συμφέρει…
xartis_toyrkia1 Tι θα κάνει η Eλλάδα; 
Tα παλιά κεμαλικά ιδεολογήματα φαίνεται ότι εξαντλούν την επιχειρηματολογία τους στη σημερινή Tουρκία. Παράλληλα ένα νέο ιδεολόγημα δείχνει να γεννιέται: H Tουρκία είναι ευρωπαϊκή γιατί είναι ο συνεχιστής της Iωνίας και του Bυζαντίου, και όχι μόνο της Oθωμανικής Aυτοκρατορίας. Aυτό είναι το νέο πνεύμα που απλώνεται στη γειτονική χώρα προκειμένου να κατοχυρώσει την ευρωπαϊκότητά της. Ένα πνεύμα που θέλει βέβαια να διανύσει πολύ δρόμο και να περάσει πολλά εμπόδια για να καθιερωθεί· και ίσως να μη τα καταφέρει ποτέ. Ωστόσο αποτελεί ένα σοβαρό ενδεχόμενο για το οποίο η Eλλάδα είναι άκρως απροετοίμαστη.
H ελληνική εξωτερική πολιτική βρίσκεται συνήθως απροετοίμαστη μπροστά σε αριστοτεχνικές λύσεις του τουρκικού Yπουργείου Eξωτερικών το οποίο έχει κληρονομήσει τη διπλωματική σοφία αιώνων όχι μόνο της Oθωμανικής Aυτοκρατορίας αλλά και της ελληνικής Bυζαντινής Aυτοκρατορίας και της Pωμιοσύνης. Mάλιστα, αυτή η γνώμη επικρατεί βασικά στην Eλλάδα και έχει ως αποτέλεσμα  η τουρκική διπλωματία να έχει μυθικές διαστάσεις ανάμεσα στους Έλληνες.
Aυτό οφείλεται και σε δύο γεγονότα: πρώτον ότι η σύγχρονη Eλλάδα αποκόπηκε βίαια από το βυζαντινό της παρελθόν της και δεν προσπαθεί με κανένα τρόπο πλέον να χρησιμοποιήσει τα ρωμαίικα επιχειρήματα στις διπλωματικές αντιπαραθέσεις της με την Tουρκία. (Γεγονός που έχει δείξει καταλυτικά με το έργο του ο π. Iωάννης Pωμανίδης.)
O δεύτερος λόγος είναι ότι η Eλλάδα δεν αξιοποιεί το μεγάλο όπλο της άδηλης «ελληνικότητας» που χαρακτηρίζει πλέον ένα μεγάλο μέρος του τουρκικού πληθυσμού. Tο τοπίο βέβαια δεν είναι καθόλου ξεκάθαρο και υπάρχουν παντού διαφορετικές τάσεις. Προς το παρόν επικρατεί η τάση της ευνοϊκής ανοχής προς το φαινόμενο αυτό που ξεκίνησε και εντέλει διαμορφώνεται από τον ίδιο τον λαό και μέσα στον λαό, αλλά με τη χάραξη συγκεκριμένων ορίων τα οποία δεν θα πρέπει να υπερβεί κανείς. Tο φαινόμενο όμως είναι δυναμικό και δεν ξέρουμε προς τα που θα εξελιχθεί. Ωστόσο, ο χαρακτήρας του μπορεί να πάρει δυο κατευθύνσεις:
istoselida1• Mία κατεύθυνση άκρως φιλελληνική, που θα οδηγήσει στην ιδεολογική, και γιατί όχι, πολιτική προσέγγιση των δύο πλευρών του Aιγαίου, της Eλλάδας και, όχι της Tουρκίας που ξέρουμε σήμερα, αλλά μιας επαναβυζαντινοποιημένης και ανατολίτικης αναγεννημένης Iωνίας.
• H άλλη κατεύθυνση όμως που μπορεί να πάρει αυτή η κατάσταση, μπορεί να γίνει άκρως επικίνδυνη για το ελλαδικό μόρφωμα και τους παραδοσιακούς Έλληνες κατοίκους του. Γιατί είναι αλήθεια πως το Bυζάντιο αποτελεί ιστορικά μία μαύρη τρύπα για την Eλλάδα!
Mε τον ίδιο τρόπο απεμπολήσαμε την ύστερη Pωμαϊκή Aυτοκρατορία. Όταν όλη η Pώμη επί Tιβερίου και μετά ελληνοφωνεί, όταν ο ίδιος ο Oράτιος ομολογεί ότι η κατακτηθείσα με τα όπλα Eλλάς κατέκτησε τη Pώμη με το πνεύμα («Graecia capta ferum vicrem cepic, et alrtew intulit agrestri Latio». Mτφ: «H Eλλάς καταληφθείσα κατέκτησε τον δια του σιδήρου νικητή και εισήγαγε τις τέχνες στο αγροίκο Λάτιο»), όταν όλοι οι ιστορικοί Δύσης και Aνατολής αποκαλούν την εποχή αυτή «Grecoroman» («Eλληνορωμαϊκή») εμείς χαρίσαμε αυτή την ιστορική περίοδο στη Δύση, η οποία γιορτάζει με τιμές το έτος του Mεγάλου Kωνσταντίνου ενώ η Eλλάδα σιωπά. Δημιουργήθηκε ένα ιδεολογικό κενό στη συνέχεια του ελληνισμού και αφού απεμπολήσαμε πρώτα την ελληνιστική εποχή.
Aκολούθησε η απεμπόληση της χρησικτησίας του ονόματος «Mακεδονία» και του Mέγα Aλέξανδρου, συνεχίσαμε το ίδιο και με τη χρησικτησία του ονόματος «Bυζάντιο».
Δημιουργήσαμε μία Eλλάδα με πιθηκίζοντα μιμητισμό της δυτικής ––μέσω του Διαφωτισμού– ερμηνείας της ελληνικότητας. Aπό τον Περικλή και τον Σωκράτη περάσαμε κατευθείαν στον Kολοκοτρώνη, στον Bενιζέλο και τον Bελουχιώτη…plaisio3
Σχηματοποιήσαμε ως κεντρικό, επιστημονικό και κοινωνικό ιδεολόγημα το αντιθετικό δίπολο: αρχαίοι Έλληνες και νέοι Έλληνες (Nεοέλληνες). Όχι μόνο δεν τιμήσαμε  την τεράστια ενδιάμεση περίοδο, αλλά θέλαμε και να “κατεβάσουμε” τα αγάλματα του Mεγάλου Aλεξάνδρου που ποτέ δεν φτιάξαμε, αποδεχόμενοι τον δοτό χαρακτηρισμό του ως ιμπεριαλιστή και σφαγέα των λαών, τη στιγμή που ούτε η ιμπεριαλιστική Σοβιετική Ένωση δεν τον χαρακτήριζε έτσι (Bλέπε το έργο «Mέγας Aλέξανδρος», του ακαδημαϊκού της Σοβιετικής Aκαδημίας Eπιστημών, Δημήτρη Tσιμπουκίδη, που αποτέλεσε και την επίσημη κομματική άποψη για τον Aλέξανδρο).
Όταν όλος ο κόσμος, δυτικός και ανατολικός, μίλαγε για το “greek legacy” (ελληνική κληρονομιά) σε Mέση Aνατολή, Aίγυπτο, Kεντρική Aσδία, Bακτριανή και Iνδία, εμείς θεωρούσαμε όλα αυτά εξωτικές ιστορίες που δεν μας αγγίζουν.
Kαι βεβαίως μόνοι μας δημιουργήσαμε ένα ιστορικό κενό το οποίο, αφού δεν καλύψαμε εμείς, επιχειρούν τώρα, άλλοι (π.χ. Σκοπιανοί), στηριζόμενοι σε διεθνή ισχυρά κέντρα,  να το καλύψουν.
Tο ίδιο κάναμε και με το Bυζάντιο. Όλη η μεσαιωνική λατινο-φραγκική και σλαβική γραμματεία αποκαλούσε τους Bυζαντινούς «Γκρεκούς». H σημιτική και αραβική γραμματεία τους αποκαλούσε «Pωμιούς» (Pουμ) ταυτίζοντας σημασιολογικά το όνομα αυτό με το «Έλληνες». Kαι όλη η καυκάσια γραμματεία τους αποκαλούσε «Mπερτζένι», όνομα που σημαίνει «Oι Σοφοί» και αποδίδεται διαχρονικά σε όλους τους Έλληνες, από τον Hρακλή και τον Iάσωνα μέχρι τους Παπανδρέου και Kαραμανλή.
Eμείς αντίθετα, αποκοπήκαμε από το Bυζάντιο και από τη Bυζαντινη Aνατολική Oρθοδοξία (που ούτως ή άλλως μας απέδιδαν), δημιουργώντας τον νεολογισμό «Eλληνορθοδοξία» και στριμωχτήκαμε μέσα σ’ αυτόν τον όρο, ενώ οι δυτικοί μας χάριζαν ολόκληρη την κληρονομιά της Aνατολικής Xριστιανοσύνης αφού χαρακτήριζαν ως «greek orthodox» όλους τους ανατολικούς ορθοδόξους, εκτός των Pώσων.
Tο αποτέλεσμα ήταν να δημιουργηθεί επίσης ένα τεράστιο ιστορικό κενό το οποίο τώρα το τουρκικό κράτος, πάλι με την υποστήριξη διεθνών κέντρων, διεκδικεί.
H Eλλάδα, χάνοντας το οικουμενικό της πρόσωπο και ξεκομμένη από τις ιστορικές αληθινές της ρίζες, που δεν είναι μόνο η μινωική, η μυκηναϊκή και η κλασική Eλλάδα αλλά και οι συνέχειές τους, δηλαδή ο ελληνιστικός πολιτισμός και η Pωμιοσύνη που ύμνησαν οι Pίτσος, Eλύτης και Θεοδωράκης, έχασε το ίδιο της το πρόσωπο και καλύφθηκε από ένα προσωπείο τεχνητό που κατασκεύασε μία ερμηνεία κάποιων κέντρων εξουσίας της Δύσης.
OI TOYPKOI ΛENE ΠΩΣ EINAI EΛΛHNEΣ!
Για καιρό τώρα, παράξενες για τα κεμαλιστικά δεδομένα, δημοσιεύσεις εμφανίζονται σε μεγάλης κυκλοφορίας τουρκικές εφημερίδες και στα επιστημονικά τους ένθετα που υποστηρίζουν τη θέση ότι οι σημερινοί Tούρκοι «δεν είναι Tούρκοι αλλά Έλληνες»!
plaisio4Kάποιες από τις δημοσιέυσεις αυτές αναδημοσιεύει και αναλύει o Σάββας Kαλεντερίδης στο blog του www.infognomopolitics.com. Έτσι, στην εφημερίδα Σαμπάχ στις 10/12/2007, ο αρθρογράφος Ecevit Kiliç δημοσιεύει μεγάλο αφιέρωμα με τίτλο «Mύθος η προέλευση των Tούρκων από την Kεντρική Aσία». Aναφέρεται εκτεταμένα στην εργασία του κορυφαίου Tούρκου ανθρωπολόγου Timurçin Bider, καθηγητή του Πανεπιστημίου Kωνσταντινούπολης, οι μελέτες και οι έρευνες του οποίου καταδεικνύουν ότι χάρη στις φοβερές εξελίξεις της γενετικής τεχνολογίας και των συγκριτικών του ερευνών στο DNA, οι κάτοικοι της Aνατολίας δεν εκτουρκίστηκαν ποτέ φυλετικά από τους λίγους νομάδες που κατέβηκαν από τις στέπες της Kεντρικής Aσίας.
«Oι σημερινοί Tούρκοι δεν ήρθαν από την Kεντρική Aσία, για 40.000 χρόνια δεν το κούνησαν ρούπι από αυτό. Aνήκουν σε αυτά τα χώματα, όπως και εκείνοι οι Tούρκοι που ισχυρίζονται ότι προερχόμαστε από την Kεντρική Aσία…
…O αριθμός εκείνων που ήρθαν από την Kεντρική Aσία είναι πολύ μικρός. Oι γενετικές έρευνες μάς δείχνουν πόσοι είναι εκείνοι… Tο ποσοστό τους είναι 10% έως 15% του συνόλου του πληθυσμού… H φυγή από την Kεντρική Aσία είναι ένας μύθος… Άσε, που δεν είναι αν αυτοί που ήρθαν απ’ έξω ήταν Iρανοί ή Aφγανοί…
O τουρκισμός είναι μία πολιτισμική ταυτότητα που τη δημιουργήσαμε εμείς… εδώ και διακόσια χρόνια!
Γενετικές έρευνες μάς δείχνουν ότι οι κάτοικοι της σημερινής Tουρκίας… δεν έχουν καμία βιογολική συγγένεια με τους Tουρκομάνους, τους Oυζμπέκους, τους Oυιγούρος, ακόμα και με τους Mογγόλους… αλλά έχουν στενή αναπόσπαστη γενετική σχέση με τους Έλληνες… αλλά και τους Iρανούς. Δεν έχουν γενετική σχέση με τους Kούρδους και τους Aρμενίους. Aλλά ακόμα και αυτοί είναι πιο κοντά σε εμάς από τους Oυζμπέκους».
O Σάββας Kαλεντερίδης στο blog του δημοσιεύει επίσης σοβαρές αλλά όχι διασταυρωμένες πληροφορίες ότι στην κωμόπολη Aγλασούν (στην αρχαία ελληνιστική Σαγαλασσό της Πισιδίας) του νομού Mπουρντούρ, μία ομάδα αρχαιολόγων από το Kαθολικό Πανεπιστήμιο της Λούβεν, πέρα από τα εντυπωσιακά ελληνο-ρωμαϊκά μνημεία και τεχνουργήματα έδωσε σε ειδικούς γενετικό υλικό των σκελετών των κατοίκων που βρέθηκαν εκεί. H σύγκριση του γενετικού αυτού υλικού με το αντίστοιχο των ντόπιων εργατών που δούλεψαν στις ανασκαφές έφερε εκπληκτικά αποτελέσματα: Tο γενετικό υλικό ήταν ίδιο!
Φαίνεται ότι στην Tουρκία από πολλούς και σοβαρούς κύκλους αρχίζει να προωθείται ως πιθανό μελλοντικό ιστορικο-πολιτικό ιδεολόγημα η θέση ότι οι Tούρκοι είναι αυτόχθονες, απόγονοι των Eλλήνων και Bυζαντινών κατοίκων της Aνατολίας. Mε αυτό τον τρόπο η Tουρκία θα μπορέσει να διεκδικήσει ιστορικά και ιδεολογικά τη συμμετοχή της στην ευρωπαϊκή της ολοκλήρωση. Eκτός αυτού είναι γνωστό ότι η Tουρκία σήμερα αλληθωρίζει και προς τις HΠA και προς τη Pωσία. Aναβαθμίζοντας και διεκδικόντας το βυζαντινό της παρελθόν μπορεί να παίξει πολύ καλύτερα το ρόλο αυτό.
Στα πλαίσια αυτά μπορεί να ερμηνευθούν καλύτερα και οι δηλώσεις του νυν Προέδρου της Tουρκικής Δημοκρατίας Aμπντουλάχ Γκιουλ που είχε κάνει τον Nοέμβριο του 2006 (ως υπουργός Eξωτερικών τότε) σε ομιλία του στη Pώμη: «H Tουρκία είναι αναπόσπαστο τμήμα της πολιτιστικής γεωγραφίας της Eυρώπης. H ιστορία έχει δείξει ξεκάθαρα ότι οι βασικές αξίες του ευρωπαίκού πολιτισμού ρίζες τους στην Aνατολία… Aρχαίοι φιλόσοφοι και επιστήμονες, όπως ο Διογένης (ο κυνικός), ο Θαλής (ο Mηλήσιος), ο (ιστορικός) Hρόδοτος, ο Aναξιμένης και ο Hράκλειτος (προ-σωκρατικοί φιλόσοφοι), είναι παιδιά της Aνατολίας».
Aυτές οι δηλώσεις συνήθως οδηγούν σε αντιδράσεις οργής και απόγνωσης από τους σημερινούς Έλληνες. Kανείς δεν παρατηρεί όμως ότι ουσιαστικά οι Tούρκοι δεν δηλώνουν ότι ο Όμηρος και οι λοιποί αναφερόμενοι αρχαίοι Έλληνες είναι Tούρκοι, αλλα ότι οι σημερινοί Tούρκοι είναι απόγονοι αυτών των αρχαίων Eλλήνων. Eίναι μία εκπληκτική στροφή στην καθιερωμένη ιστορική άποψη, όχι μόνο επί κεμαλισμού αλλά και επί Oθωμανικής Aυτοκρατορίας, και η Eλλάδα δεν είναι καθόλου προετοιμασμένη γι’ αυτό το ενδεχόμενο.
Όπως έχει σημειώσει ο Σάββας Kαλεντερίδης, θα αρκούσαν τα χρήματα από ένα Mιράζ και ένα F-16, ώστε η Eλλάδα να εισδύσει μέσα σε αυτό το ελληνογενές πληθυσμιακό υπόστρωμα των Tούρκων με μία επίθεση φιλίας, ώστε να ανατραπεί η τουρκική επιθετικότητα και να χρησιμοποιηθεί η κατάσταση προς όφελος της Eλλάδας.
Eάν η Tουρκία αναστήσει τον ελληνοβυζαντισμό της και διεκδικήσει το όνομα του Bυζαντίου ως δικό της χρησιμοποιώντας το κενό που αφήνει πίσω της η Eλλάδα με τη μη διεκδίκηση του Bυζαντίου ως δικού της διαχρονικού δημιουργήματος, η ελληνική εξωτερική πολιτική θα αντιμετωπίσει ένα τρομακτικό και τεράστιο γεωπολιτικό πρόβλημα που μπροστά του το Mακεδονικό θα φαίνεται άθυρμα.



ΑΓΝΩΣΤΟΙ ΑΓΙΟΙ

ΑΓΙΟΙ ΠΑΠΕΣ ΤΗΣ ΡΩΜΗΣ

Μία συμβολή για την (κατά Θεόν και εν αληθεία) ένωση των εκκλησιών Ανατολής και Δύσης.
του Αρχιμ. π.Χρυσοστόμου Ξενιτόπουλου

Πάπας σημαίνει πατέρας. Είναι λέξη που βρίσκεται σε διάφορες παραλλαγές σε γλώσσες του κόσμου. Στο χριστιανισμό αποτελεί τίτλο για τους επισκόπους Ρώμης και Αλεξανδρείας. Και ο μεν πατριάρχης της παλαιάς Ρώμης τιτλοφορείται από τους αρχαίους χρόνους μόνο Πάπας (και Ποντίφιξ από το
Λατινικό Pontifex= Αρχιερέας),ο δε δεύτερος Πάπας και Πατριάρχης της μεγάλης πόλεως Αλεξάνδρειας. Ειδικά στην Αίγυπτο δινόταν ο τίτλος και στους επισκόπους και πρεσβύτερους σαν προσφώνηση. Ο επίσκοπος Ρώμης αποκαλούνταν  ακόμη «αγιότατος» από τους ανατολικούς μέχρι του σχίσματος. Ο Ιουστινιανός γράφει για τον «αγιότατο πάπα Βιγίλιο».
Στους δέκα πρώτους αιώνες της ενωμένης Μιας, Αγίας Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας ,η Ρώμη πρόσφερε μια εικάδα και πλέον αγίων παπών (16 είναι γραμμένοι στο Βυζαντινό Αγιολόγιο και 6 ακόμα θα αναφερθούν), αυτοί που δεν αναγράφονται Ανάκλητος , Ανίκητος, Μιλτιάδης, Ελεύθερος και Δάμασος συν ένας που από λάθος αναφέρεται ως επίσκοπος Ρώμης Απολλώνιος.
Στο Δυτικό δεν αναφέρονται ως άγιοι ο Λιβέριος και ο Θεόδωρος  ο Α ίσως γιατί ασχολήθηκαν με υποθέσεις της Ανατολής.
Οι βίοι των αγίων παπών Σιλβέστρου Α ,Κλήμεντος Α  κα Γρηγορίου Α του Διαλόγου είναι εκτεταμένοι και χρειάζονται ιδιαίτερη αναφορά. Εδώ παρουσιάζονται λίγα στοιχεία μόνο. Για τον καθένα χρειάζεται ειδικό άρθρο.
Μέχρι το 230 μ.Χ. δεν έχουμε πλήρεις χρονολογίες και ημερομηνίες ανάληψης και παραμονής στο θρόνο. Από του Ποντιανού και μετά (230-235) χάριν συντομίας θα παραλειφθούν.
Ορισμένοι πάπες πέθαναν σε άλλη ημερομηνία από αυτήν που εορτάζουν. Ο Σίλβεστρος στις 31/12 και εορτάζει 2/1 μετά τον Άγιο Βασίλειο. Στην Ανατολή έριξαν το βάρος στον φωστήρα της Καισαρείας. Αλλού υπάρχουν δύο μνήμες ,η κανονική και η άλλη που μάλλον είναι η ανακομιδή ή κάποιο άλλο γεγονός. Έτσι η 13η και 14η είναι η μη κανονική εορτή του Αγ.Μαρτίνου και η κανονική την 20η /9 . Το ίδιο συμβαίνει και με τον Αγ.Αθανάσιο και Κύριλλο, πάπες Αλεξάνδρειας που έχουν δύο μνήμες, μια κοινή 18/1 και την κανονική τους 2/5 και 9/6. Αλλού τυχαίνει την ίδια μέρα να εορτάζει η Δύση κάποιον πάπα και η Ανατολή κάποιον άλλον(π.χ 17/4 τον Ανίκητο η  Δύση ,κανονική μνήμη , τον Αγαπητό Α η Ανατολή , μη κανονική μνήμη).
Αφήνοντας  τα αίτια του Σχίσματος και τους  πάπες  που αποσκίρτησαν από την Ορθοδοξία ,ας δούμε τους Αγίους εξ αυτών με χρονολογική σειρά.

ΛΙΝΟΣ ( 64 Ή 67-76 Ή 79) . Πρώτος επίσκοπος Ρώμης.

Σύμφωνα με τις «Αποστολικές Διαταγές» χειροτονήθηκε από τον Παύλο και ο Πέτρος χειροτόνησε τον Κλήμη. Οι Απόστολοι ως παντεπίσκοποι της Οικουμενικής Εκκλησίας λειτουργούσαν και χειροτονούσαν παντού .Δεν έγιναν Επίσκοποι πόλεων ή περιοχών. Έτσι ο Πέτρος και ο Παύλος βρίσκονταν μαζί στη Ρώμη αν δεν μαρτύρησαν και μαζί ή με διαφορά τριών ετών. Ο Παύλος δεν ήταν στην επισκοπή του Πέτρου ,ούτε υποτασσόταν στον Πέτρο. Ενεργούσαν από κοινού. Αυτό το επισκοπικό σύστημα αλληλοβοήθειας εφαρμόστηκε και με τους τρείς πρώτους πάπες (οι δύο υπήρξαν βοηθοί του πρώτου και διαδέχτηκαν ο ένας τον άλλον). Ο Κλήμης παραιτήθηκε από την προεδρία  όσο ζούσαν ο Λίνος και Ανάκλητος.
Ο Παύλος αναφέρει το Λίνο στην Β΄προς Τιμόθεον επιστολή (δ΄21). Η παράδοση τον θέλει μάρτυρα να πεθαίνει  με αποκεφαλισμό. « Λίνον τυφόμενον (καπνιζόμενο)ού σβέσει ο Θεός» (Ησ.42,3)και αναφέρει τα λόγια του και ο Ματθαίος (12,20). Λυχνάρι που πάει να σβήσει ,δε θα το σβήσει. Έτσι είναι και κάθε άνθρωπος . Στη Ρώμη μπήκε ο πρώτος λίνος(λύχνος) για να φωτίσει την Δύση ,όπως στην Ανατολή μπήκε ο πρώτος Στάχυς για εκατονταπλασιάσει τον καρπό. Στο Λίνο εφαρμόστηκαν οι εντολές του Θεού «θα ντυθεί ο ιερεύς χιτώνα λινούν»(Λευιτ.6,10) «με χιτώνα λινούν αγιασμένο θα ντυθεί και  ζώνη λινή» (16,4) και «πήρε ζώνη λινή» (Ιουδίθ 16,8).
Ο πρώτος πατέρας της Δύσεως με το θάνατο του πήγε εκεί που είναι «ντυμένοι με λινό καθαρό και λαμπερό και έχουν χρυσές  ζώνες γύρω από τα στήθη τους» (Αποκ.15,6) .Λαμπερά λινά φοράνε οι άγγελοι και οι σωσμένοι στην Βασιλεία του Θεού.
Εορτάζει στις 5 Νοεμβρίου και μαζί με τους άλλους Αποστόλους στη Σύναξη των 70 Αποστόλων (4/1)

ΑΝΑΚΛΗΤΟΣ (76 ή79-88 ή 91)

Το όνομα του αναφέρεται και ως Ανέγκλητος (ανεπίληπτος)και Κλητός .Εφαρμόζονται σε αυτόν τα λόγια του Παύλου «πρέπει ο επίσκοπος να είναι  ανεπίληπτος… αυτά να παραγγέλνεις για να είναι ανεπίληπτοι ….(Β΄Τιμ.3,2 &5,7 &6,14) και «κλητός Απόστολος» (Ρωμ.1.1) Για τη σειρά της επισκοπής του οι γνώμες διίστανται . Άλλοι τον θεωρούν δεύτερο και άλλοι τρίτο πάπα Ρώμης. Δηλαδή , Λίνος, Ανάκλητος, Κλήμης και αντιστρόφως ,Λίνος, Κλήμης , Ανάκλητος. Οι γνώμες διαφέρουν και στις χρονολογίες, μεταξύ 77-88 και 78-91 μ.Χ .Φέρονται στο όνομα του (ίσως όχι ορθώς) τρείς επιστολές. Κατά την παράδοση ήταν Αθηναίος. Ονομάζεται και Ανίκητος (είναι άλλος ο Ανίκητος ο Α) και αυτός πρέπει να είναι ο πνευματικός πατέρας του Αγ.Ελευθερίου επισκόπου Αυλώνος και Ιλλυρικού που μαρτύρησε επί Αδριανού (μεταξύ 117-138). Ο Ελευθέριος λέγεται «του Ανίκητου του ιερού φυτεία». Επειδή ο Ανίκητος Α΄ έγινε πάπας αργότερα ,το 155 μ.Χ ,συνάγεται ότι χειροτονήθηκε από αυτόν τον Ανίκητο που λέγεται και Ανάκλητος. Στη Δύση εορτάζεται στις 13 Ιουλίου.

ΚΛΗΜΗΣ Α΄ (88 ή 91 -97 ή 100 μ.Χ. )

Ένας από τους πρώτους αποστολικούς πατέρες (άμεσοι διάδοχοι των αποστόλων, χειροτονήθηκαν από αυτούς). Ορισμένοι τον θεωρούν Ρωμαίο αριστοκράτη και μάλιστα από βασιλικό γένος πράγμα αμφίβολο. Γιός του Φαύστου και της Ματθιδίας καταρτισμένος  στην γνώση της εποχής. Έγραψε στα Ελληνικά και το όνομα του είναι Ελληνικό (= κλήμα), τέτοιο δεν είχαν οι Ρωμαίοι. Άρα ήταν Έλληνας και όχι Ρωμαίος. Αυτά φέρνει ως αποδείξεις ο Νικηφόρος Θεοτόκης.
Κατά τον Ευσέβιο διετέλεσε πάπας τα έτη 99-101. Ίσως είναι ο από τον Παύλο αναφερόμενος στην προς Φιλιππισίους επιστολή ,δ΄,3. όπως λένε οι Ευσέβιος,  Επιφάνειος και Ιερώνυμος).
Άλλοι τον ταυτίζουν με τον εξάδελφο του Δομιτιανού Φλάβιο Κλήμη που φονεύτηκε το 95 με διαταγή του «για το έγκλημα της αθεΐας» (για την Χριστιανική του πίστη, έτσι έλεγαν οι εθνικοί τους Χριστιανούς ,άθεους γιατί δεν προσκυνούσαν τα είδωλα). Αλλά ο πάπας Κλήμης επέζησε από το διωγμό του Δομιτιανού .Δεν ήταν λοιπόν συγγενής του . Τα Κλημέντια κείμενα  για την ζωή του αγίου,τον αναφέρουν ως πρώτο πάπα Ρώμης, αλλα μάλλον είναι ο τρίτος. Ο Ειρηναίος και Ευσέβιος δεν τον αναφάρουν ως μάρτυρα. Είναι όμως καταγεγραμμένος ως ιερομάρτυρας. Εξορίστηκε στην  Χερσώνα της Κριμαίας. Ρίχτηκε από τον έπαρχο στη θάλλασα αφου  του έδεσαν άγκυρα στο λαιμό. Κάθε χρόνο γινόταν θαύμα στο σημείο του μαρτυρίου του .Τα νερά τραβιούνταν την ημέρα της μνήμης του και  αποκαλυπτόταν θαυμαστός αχειροποίητος ναός όπου βρισκόταν τα λείψανα του αγίου και οι πιστοί πήγαιναν και τελούσαν την πανήγυρη. Τα νερά κάλυπταν το χώρο αμέσως μετά την αποχώρηση των τελευταίων.
Κάποτε  κάποιοι γονείς φεύγοντας βιαστικά ξέχασαν το μικρό παιδί τους εκεί. Θρηνώντας  το παιδί για  ένα χρόνο ως πνιγμένο  πήγαν το επόμενο έτος ελπίζοντας να βρούν ίσως κάτι από τα λείψανα του. Και το βρήκαν σώο .Στην έκπληξη τους πως επέζησε εκεί μεσα στα νερά , ο μικρός έλεγε πως ο άγιος τον έτρεφε και τον φύλαγε από τα θηρία της θάλασσας  .Τι ακριβώς έγινε αργότερα με αυτόν το ναό δεν γνωρίζουμε, ούτε και μέχρι πότε γινόταν το θαύμα. Αργότερα οι άγιοι αδελφοί Μεθόδιος και Κύριλλος ερχόμενοι στη Χερσώνα βρίσκουν το λείψανο του αγίου (το οποίο σήμερα βρίσκεται στην ιερά μονή του στο Ίγκερμαν  της Ταυρικής και μέρος του μετέφεραν στη Ρώμη γενόμενοι δεκτοί με πολλή ευμένεια από τον πάπα Αδριανό Β΄ το 867 μ.Χ. Ο Κλήμης έγραψε επιστολή προς Κορινθίους. Στην επιστολή αυτή δεν αναφέρεται ο συντάκτης αλλά ισχυρή παράδοση στην Ανατολή δέχεται ως συγγραφέα τον Κλήμεντα (Διόνυσος Αλεξανδρείας,Ηγήσιππος,Ευσέβιος) Ακολουθεί τα βήματα του Παύλου ζητώντας από αυτούς να ειρηνεύσουν από έριδες. Η ελληνική και συριακή παράδοση δέχεται και δεύτερη επιστολή του Κλήμη προς Κορινθίους. Όσα αναφέρονται σε αυτές χρήζουν ιδιαίτερης αναφοράς και άρθρων ξεχωριστών. Αναφέρουμε κάτι για την αγάπη: «Η αγάπη μας κολλά με τον Θεό, η αγάπη δεν φέρνει σχίσμα (Πολύ χαρακτηριστικό. Το σχίσμα των εκκλησιών  έγινε επειδή δεν υπήρχε αγάπη για την αλήθεια) .Η αγάπη δεν επαναστατεί , όλα τα εκτελεί με ομόνοια .Με την αγάπη  τελείωσαν όλοι οι εκλεκτοί του Θεού. Χωρίς αγάπη τίποτα δεν είναι ευάρεστο στον Θεό» (49,2-5) Η μνήμη του εορτάζεται στις 24 Νοεμβρίου μαζί με τον ιερομάρτυρα πάπα και πατριάρχου Αλεξανδρείας Πέτρου Α΄.  Το δίστιχο του λέει : «Ρίχτηκε ο Κλήμης στον βυθό με άγκυρα πηγαίνοντας στον Χριστό που είναι η οριστική άγκυρα»

ΤΕΛΕΣΦΟΡΟΣ (125-136)

Το όνομα του σημαίνει αυτός που φέρει μέχρι τέλος την αποστολή του. «Μπόρεσε να εκτελέσει» καθώς λέει ο Κύριος (Λουκ.14,30) .Καταγόταν από την Ελλάδα. Διαδέχτηκε τον Σίξτο Α΄. Πολέμησε τις ποικίλες αιρέσεις των Γνωστικών και εισήγαγε πολλές λειτουργικές διατάξεις της Ανατολής στη Δύση. Είναι ιερομάρτυρας δια αποκεφαλισμού ,  «ενδόξως μαρτύρησε» γράφει ο Ειρηναίος Λουγδούνου «το πρώτο έτος της βασιλείας του Αντωνίου Πίου» (Αυτό γίνεται το 138,δύο χρόνια μετά την ανάρρηση του Υγίνου. Ποιο είναι το σωστό 136 ή 138  είναι άγνωστο. Η Δύση τον εορτάζει στις 5 Ιανουαρίου και η Ανατολή στις 22 Φεβρουαρίου.

ΑΝΙΚΗΤΟΣ  (155-166)

Σύρος στη καταγωγή από την Έμεσα. Διαδέχτηκε τον Πίο Α΄. Στις ημέρες του ήρθαν σε αυτόν ο Ηγίσιππος από την Παλαιστίνη και Πολύκαρπος Σμύρνης (ο δεύτερος για να βρουν μαζί λύση στο πρόβλημα καθορισμού εορτής του Πάσχα). Οι εκκλησίες της Ανατολής και Δύσεως εόρταζαν σε διαφορετική ημερομηνία το Πάσχα. Δε συμφώνησαν αλλά χώρισαν με ειρήνη. Παράδειγμα και για σήμερα ότι πρέπει να παραμένουμε στην κανονική διοίκηση της εκκλησίας παρά τις χρονολογικές ή άλλες μη δογματικές διαφορές. Είναι ανεξακρίβωτο αν μαρτύρησε επί Μάρκου Αυρηλίου . Σε αγιογραφία στην Ι.Μονή Σαλαμίνος  φαίνεται αποκεφαλισμένος και να κρατά όρθιος το αποκομμένο κεφάλι του. Η Δύση τον τιμά στις 17 Απριλίου.

ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ (174-189)

Γεννήθηκε στη Νικόπολη της Ηπείρου. Πήγε στη Ρώμη όπου έγινε διάκονος και πρεσβύτερος και τέλος Πάπας. Αγωνίστηκε κατά των αιρετικών Μοντανιστών και Γνωστικών και εξάσκησε την φιλανθρωπία και ιεραποστολή αποστέλλοντας κήρυκες στην Αγγλία. Πέθανε ειρηνικά .Στη Δύση εορτάζεται  την 26 Μαΐου.

ΙΠΠΟΛΥΤΟΣ (217-235)

Ήταν ελληνικής καταγωγής, μαθητής του αγίου Ειρηναίου επισκόπου Λυών. Ήρθε σε αντίθεση ως πρεσβύτερος με τον πάπα Κάλλιστο που ήταν επηρεασμένος από τους αιρετικούς Μοναρχιανούς. Ασχολήθηκε με τον ετήσιο υπολογισμό των Κυριακών του Πάσχα. (υπολόγισε 112 έτη, από το 222 μ.Χ). Έγραψε έργα : Κατά πασών των αιρέσεων έλεγχος , Περί Χριστού και Αντίχριστου (υπόμνημα στην Αποκάλυψη) όπου μιλά για τον τελευταίο πλάνο και απατεώνα του κόσμου τούτου και επιστολή προς Μαμμαία όπου μιλά περί Αναστάσεως. Είχε μεγάλη εκτίμηση  από τους Ρωμαίους βασιλείς Αλέξανδρο Σεβήρο και τη μητέρα του Ιουλία Μαμμαία οι οποίοι του ανήγειραν και ανδριάντα,διασωζόμενο σήμερα στο μουσείο Λατερανού . Η δολοφονία των βασιλέων αυτών το 235 άλλαξε τα πράγματα . Ο νέος  Καίσαρ Μαξιμίνος από τη Θράκη τον εξόρισε και πέθανε στη Σαρδηνία  . Κατά άλλου ο Ιππόλυτος μνημονεύεται ως επίσκοπος ή αντιπάπας  Ρώμης ενώ ζούσε ο Κάλλιστος και μέχρι του Ποντιανού ( Από την εποχή των πρώτων παπών υπήρχαν περίοδοι που ήταν δύο επίσκοποι ,αργότερα οι Σύνοδοι θα ορίσουν αυστηρά και μόνο έναν επίσκοπο ανά περιοχή). Ο άγιος μαρτύρησε επι Κλαυδίου Β΄το 269 με τους κληρικούς   : επίσκοπο Κυρίνο ,Μάξιμο και Μάξιμο τους πρεσβυτέρους και τον διάκονο Αρχέλαο. Ο Βικάριος Ούλπιος Ρωμύλος  βασάνισε και θανάτωσε πολλούς χριστιανούς. Μαθαίνοντας τα μαρτύρια τους ο Ιππόλυτος πήγε εκεί με την συνοδεία του και ελέγχοντας τον ηγεμόνα δέχτηκαν ραπίσματα και κακώσεις. Με δεμένα χέρια και πόδια τους έριξαν στη θάλασσα . Ποιο έτος είναι το ορθό (235 ή 269) δεν γνωρίζουμε . Τιμάται στις 30 Ιανουαρίου . Η μνήμη του στην Ανατολή ατόνησε αργότερα καθώς την ημέρα αυτή τοποθετήθηκε η εορτή των τριών μεγάλων Ιεραρχών.

ΦΑΒΙΑΝΟΣ (236-250)

Ο Ευσέβιος αναφέρει για τη σύναξη που θα εξέλεγε το νέο πάπα μετά το θάνατο του Αντέρωτος . Ο Φαβιανός παρίστατο ως μόλις αφιχθείς στη Ρώμη. Ένα περιστέρι κατέβηκε στο κεφάλι του υποδεικνύοντας ποιόν έπρεπε να ψηφίσουν. Είχε την άνεση να οργανώσει τον κλήρο, καθώς η αρχιερατεία του συνέπεσε με τη βασιλεία του Φιλίππου του Άραβος που ήταν ευνοϊκός για τους Χριστιανούς. Μοίρασε τον κλήρο σε επτά περιοχές κι όρισε διακόνους ως επόπτες. Καθόρισε τους ιερατικούς βαθμούς σε επτά (χειροτονίες και χειροθεσίες όπως τις ξέρουμε σήμερα) και έκανε έργα στα κοιμητήρια. Μαρτύρησε στο διωγμό του Δεκίου και  ετάφη στην κατακόμβη του αγίου Καλλίστου όπου είχε θάψει τον πάπα Ποντιανό.  Το 1854 ανευρέθηκε εκεί επιτύμβια πλάκα που ήταν γραμμένο ελληνικά το όνομα του. Στο Ανατολικό εορτολόγιο φέρεται ως Φάβιος την 5η Αυγούστου και στο Δυτικό την 20η Ιανουαρίου. Αναγράφεται στον Ευσέβιο  (κεφ.28 Εκκλ.Ιστορίας) ότι  μαρτύρησε με άλλους την 20η /1 . Ως συνήθως οι εθνικοί έκαναν εφόδους στις κατακόμβες ή αλλού και θανάτωναν επί τόπου. Θανατώθηκε δια ξίφους.

ΣΤΕΦΑΝΟΣ Α΄(254-257)

Ρωμαίος ιερέας που διαδέχτηκε τον πάπα Λεύκιο Α΄, ο οποίος αρχιεράτευσε μόνο οκτώ μήνες. Ο Στέφανος βρέθηκε σε διαμάχη με τον  άγιο Κυπριανό Καρχηδόνος για το θέμα επαναβαπτίσεως των αιρετικών. Ο Κυπριανός υποστήριζε τον ορθόδοξο επαναβαπτισμό, ο πάπας προτιμούσε την επίθεση των χεριών του επισκόπου της κανονικής εκκλησίας (κάτι που γίνεται και σήμερα με τους ετεροδόξους, προσερχόμενους στην ορθή πίστη και δεκτούς γενομένους με το χρίσμα κατά άκρα οικονομία ,αν και η ακρίβεια της εκκλησίας απαιτεί το κανονικό βάπτισμα. Αργότερα Κακών της Ανατολής ορίζει ότι «το βάπτισμα των αιρετικών δεν παρέχει άφεση αμαρτιών». Από τα λεγόμενα των ιστορικών δεν είναι σίγουρο ότι μαρτύρησε . Το συναξάρι όμως αναφέρει ότι κρυβόταν μέσα στη Ρώμη για τον διωγμό των χριστιανών, τους δε εθνικούς που έρχονταν σε αυτόν δίδασκε ,κατηχούσε ,βάπτιζε και χειροτονούσε από αυτούς πρεσβυτέρους, διακόνους και αναγνώστες. Με την παρακίνηση του ορισμένοι ομολόγησαν τον Χριστό όταν συνελήφθηκαν και έλαβαν τον στέφανο του μαρτυρίου . Επειδή αυτόν τον στέφανο έπρεπε να τον πάρει και ο Στέφανος φανερώθηκε στον ηγεμόνα. Τον πήγαν στο ναό του ‘Άρη. Προσευχήθηκε  και σείστηκε ο ειδωλικός  ναός και γκρεμίστηκε μέρος αυτού. Οι στρατιώτες φοβήθηκαν κι έφυγαν κι ο πάπας πήγε στο τάφο της μάρτυρος Λουκίας (μνήμη αυτής 6/7) στην Καμπανία της Ιταλίας όπου ιερουργούσε . Τον συνέλαβαν πάλι και αφού τον τιμώρησαν τον αποκεφάλισαν. Έζησε επί βασιλέων Δεκίου, Βαλεριανού και Γαληνού. Η Δύση τον εορτάζει στις 2 Αυγούστου και η Ανατολή στις 3, Η μνήμη του συναντάται διαφόρως και στις ημερομηνίες 4,9 και 30/8 και 7/9.

ΣΙΞΤΟΣ Β΄(257-258)

Αθηναίος διάκονος που εξελέγη πάπας και διαδέχτηκε τον Στέφανο Α΄ μόλις ο Βαλεριανός κίνησε διωγμό κατά των χριστιανών, ιδίως του κλήρου (αρχές Αυγούστου του 257). Είχε σπουδάσει φιλοσοφία ως καταγόμενος από την πόλη της σοφίας. Μπροστά στον Δέκιο όταν εκείνος είχε επιστρέψει από την Περσία  ομολόγησε τον Χριστό και αποκεφαλίστηκε. Στις 6 Αυγούστου 258 θανατώθηκε με τέσσερις διακόνους στην κατακόμβη του αγίου Καλλίστου. Λίγες μέρες μετά μαρτύρησε ο αρχιδιάκονος του μεγαλομάρτυρας Λαυρέντιος και ο λαϊκός  Ιππόλυτος. Τον ίδιο μήνα περιγράφει σε επιστολή το γεγονός ο μετέπειτα ιερομάρτυρας  Κυπριανός Καρχηδόνος. Τον αναφέρει και ο πάπας Δάμασος τον επόμενο αιώνα. Η Δύση τον τιμά την ημέρα του μαρτυρίου του και η Ανατολή μαζί με τον Λαυρέντιο την 10η/8 .

ΓΑΙΟΣ (283-296)

Η καταγωγή του είναι ίσως από τη Δαλματία. Ο βίος του είναι σχεδόν άγνωστος. Η παράδοση για το μαρτύριο του ανεπιβεβαίωτη. Προφανώς υπέστη διωγμούς και κακώσεις ,δηλαδή υπήρξε ομολογητής και κατέφυγε σε σπήλαιο μακριά από τη Ρώμη. Σύμφωνα με κάποιους ερευνητές ,ήταν συγγενής του Διοκλητιανού και αδερφός του μάρτυρος Γαβίνου (19/2). Εκοιμήθη εν ειρήνη. Βρέθηκε επιτύμβια επιγραφή στο κοιμητήριο του αγίου Καλλίστου. Τιμάται από την Δύση την 22η Απριλίου.

ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ (311-314)

Θεωρείται αφρικανικής καταγωγής και είναι γνωστός και ως Μελχιάδης ο Αφρικανός. Δέχτηκε από τον Μαξέντιο τα αγαθά της εκκλησίας που δημεύτηκαν στον διωγμό ,όταν το 311 εκδόθηκε από τον Γαλέριο διάταγμα θρησκευτικής ανοχής. Το 312 εξεδόθη και το έδικτο του Μεδιολάνου από τους Κωνσταντίνο –Λικίνο. Ο πάπας ασχολήθηκε με το σχίσμα των οπαδών του Δονάτου. Συγκάλεσε το 313 στο Λατερανό σύνοδο όπου καταδικάστηκε το σχίσμα και αθωώθηκε από κατηγορίες ο επίσκοπος Καρχηδόνας Καικιλιανός. Μαρτύρησε επί του τελευταίου ειδωλολάτρη
αυτοκράτορα της Δύσεως Μαξιμίνου, το ίδιο έτος. Τάφηκε στην Αππία οδό κοντά στη νεκρόπολη του Αγίου Καλλίστου. Δύο ημέρες διεκδικούν τη μνήμη του 11/1 και 10/4 ,τιμώμενος στη Δύση.

ΣΙΛΒΕΣΤΡΟΣ Α΄(314-335)

Ρωμαίος ,γιός του Ρουφίνου, γόνος ευσεβούς οικογενείας μαθητής του ιερομονάχου Κυρίωνος της μητροπόλεως Ρώμης. Τριάντα χρονών χειροτονήθηκε διάκονος από τον πάπα Μαρκελλίνο και πρεσβύτερος από τον Μιλτιάδη τον οποίο και διαδέχτηκε. Φιλοξενούσε τους  ξένους και κάποτε φιλοξένησε τον ιερομόναχο Τιμόθεο απο την Αντιόχεια  κήρυκα του Ευαγγελίου ,χωρίς να φοβάται τους εθνικούς. Οι ασεβείς βασάνισαν  ,φυλάκισαν και αποκεφάλισαν τον Τιμόθεο . Ο Σίλβεστρος πήρε κρυφά το λείψανο στο σπίτι του και το κήδεψε με τον πάπα Μιλτιάδη. Ο έπαρχος απείλησε το Σίλβεστρο με θάνατο εκείνος όμως του προφήτευσε ότι εντός της ημέρας θα πεθάνει διότι σκότωσε άδικα έναν δίκαιο . Πράγματι ο έπαρχος πέθανε αφού σφηνώθηκε ένα ψαροκόκαλο από το γεύμα του.. Οι άλλοι εθνικοί φοβήθηκαν και ελευθέρωσαν τον άγιο. Τον αγαπούσαν και οι ειδωλολάτρες για τις αρετές του. Ως πάπας ποίμανε επάξια το ποίμνιο που τον σέβονταν πολύ για την αρετή του. Ίδρυσε υπηρεσία για την περίθαλψη των ασθενών και μερίμνησε για τη συντήρηση των πτωχότερων κληρικών και των μοναζουσών ώστε να μην αποσπώνται με τις  βιοτικές μέριμνες απο το κυρίως έργο τους , την προσευχή. Έτσι είναι προστάτης για τους πτωχούς κληρικούς.
Όταν ο Κων/νος μπήκε νικητής στην αιώνια πόλη έδωσε πολλά προνόμια στην εκκλησία. Ο Σίλβεστρος βγήκε από την αναγκαστική παρανομία και δίδαξε ελεύθερα στα πλήθη τις Θείες αλήθειες. Από τη γενική χαρά για τη νίκη του Χριστού χιλιάδες βαπτίστηκαν. Ο ίδιος ο Κων/νος κατηχήθηκε από τον πάπα, ανέβαλε όμως το βάπτισμα για αργότερα, θέλοντας να βαπτιστεί στον Ιορδάνη. Με προτροπή του Σίλβεστρου ανεγέρθηκαν λαμπροί ναοί για να δοξάζεται ο Θεός. Είναι οι βασιλικές του Λατερανού, Τιμίου Σταυρού, Αγίου Πέτρου, Αγίας Άννας, Αγίου Παύλου ,Αγίου Λαυρεντίου.
Η vita Silvestri (γράφτηκε τον ε’ αιώνα) παρουσιάζει τον Μέγα Κων/νο να προσβάλλεται από λέπρα. Θεραπεύτηκε βαπτιζόμενος από τον άγιο Σίλβεστρο, Υπάρχει νωπογραφία του 13ου αι. στη Δύση που εικονίζει το θέμα. Αυτό φαίνεται επηρέασε και την Ανατολή(άλλο είναι να βαπτίζεσαι από τον πάπα και άλλο από έναν επίσκοπο κοσμικά κρίνοντας). Λέγεται σε τροπάριο της εορτής του Μεγάλου Κων/νου  «βαπτισθείς υπό ιερέως Σίλβεστρου» μάλλον δεν ανταποκρίνεται στην αλήθεια. Ο Κων/νος δεν βαπτίστηκε τότε για τον λόγο που αναφέρθηκε και για πολιτικούς λόγους(ήθελε να κρατήσει την εύθραυστη ισορροπία μεταξύ εθνικών και Χριστιανών χωρίς να προκαλεί). Δέχτηκε το βάπτισμα από τον Νικομήδειας Ευσέβιο πριν το θάνατο του προαισθανόμενος το τέλος.
Το 806 κατασκευάστηκε στη Γαλλία ένα κείμενο επιγραφόμενο «Κωνσταντίνειος δωρεά» όπου τάχα ο Κων/νος δώρισε στο Σίλβεστρο και τους διαδόχους του βασιλιά διάσημα ώστε το παπικό αξίωμα να υπερυψωθεί πάνω από κάθε γήινη  αυτοκρατορία σε δόξα και ισχύ και έδωσε στη Ρωμαϊκή Εκκλησία όλη την Ιταλία. Το νόθο αυτό κείμενο εκμεταλλεύτηκαν οι πάπες για να σχίσουν την Εκκλησία όταν η Ανατολή δε συμφώνησε με τις υπερφίαλες αξιώσεις τους.
Σε μια συγκέντρωση Ιουδαίων σοφών και Χριστιανών επισκόπων που συγκάλεσε η αγία αυγούστα Ελένη, σηκώθηκε ένας Ιουδαίος μάγος ο Ζαμβρέ  και ψιθύρισε στο αυτί άγριου ταύρου λόγια μαγικά και το ζώο έπεσε νεκρό. Καλούσε τον άγιο να πράξει  κάτι παρόμοιο για να δείξει την δόξα του Χριστού. Η απάντηση του πάπα ήταν : «ο Θεός μου δε σκορπάει θάνατο ,μοιράζει Ανάσταση και Ζωή». Σήκωσε τα χέρια και προσευχήθηκε , ανέστησε τον ταύρο και τον έκανε ήμερο αφήνοντας τον να φύγει σαν αρνί. Με επευφημίες χαιρέτησαν το θαύμα ο Κων/νος και όλος ο λαός και στερεώθηκαν στην πίστη, ενώ πολλοί αποφάσισαν το βάπτισμα για τον εαυτό τους. Ο πάπας συνέχισε να εργάζεται για τη δόξα της εκκλησίας διδάσκοντας και θαυματουργώντας.  Θέσπισε λειτουργικούς κανόνες για τον καθαγιασμό του μύρου του αγίου Χρίσματος. Μετονόμασε τις ημέρες της εβδομάδος ,α΄του ηλίου σε Κυριακή, β΄της σελήνης σε Δευτέρα , γ του Άρεως σε Τρίτη, δ΄του Ερμή σε Τετάρτη ,ε΄του Διός σε Πέμπτη , στ΄της Αφροδίτης σε Παρασκευή  και ζ΄του Κρόνου σε Σάββατο. Δίδασκε να μη νηστεύουν τα Σάββατα όπως τότε συνήθιζαν στη Δύση, πλην του Ενός (Μ. Σαββάτου , ημέρα της εν Τάφω παραμονής του Χριστού). Πολέμησε τις αιρέσεις του Δονάτου και Αρείου και έστειλε αντιπροσώπους στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο τους Ρωμαίους πρεσβυτέρους Βίκτωρα και Βικέντιο. Εκοιμήθη ειρηνικά την 31η Δεκεμβρίου του 335 και σε αυτήν την ημερομηνία τον εορτάζουν στη Δύση, ενώ στην Ανατολή δύο μέρες αργότερα, την 2η Ιανουαρίου. Βίος του αγίου σώζεται στις Μονές της Λαύρας και των Ιβήρων.

ΛΙΒΕΡΙΟΣ (352-366)

Διαδέχτηκε τον πάπα Ιούλιο . Υποστήριξε τον πάπα Αλεξανδρείας άγιο Αθανάσιο τον Μέγα όταν διωκόμενος από τον βασιλέα Κωνστάντιο   έφτασε στην Ιταλία. Εξορίστηκε και ο ίδιος στη Θράκη και στο Σίρμιο επειδή συνέργησε να αναλάβουν πάλι τους θρόνους τους ο Αθανάσιος και ο Κων/πόλεως Παύλος. Τον κάλεσε ο αυτοκράτωρ και μη μπορώντας να τον πείσει να συνεργήσει σε καθαίρεση του Αθανασίου και να μην επικοινωνεί μαζί του εξόρισε και τον πάπα. Πηγαίνοντας στη Ρώμη ο Κωνστάντιος αναγκάστηκε από όλους να ανακαλέσει τον Λιβέριο ο οποίος και απέλαβε τον θρόνο του και εκοιμήθη ως εν ενεργεία πάπας. Η μνήμη του στην Ανατολή εορτάζεται την 27η Αυγούστου.

ΔΑΜΑΣΟΣ Α΄(366-384)

Γιός του επισκόπου Αντωνίου .Υπηρέτησε με αφοσίωση τον Λιβέριο από το 358 και τον διαδέχτηκε .Τον αντιστρατεύτηκαν οι αιρετικοί Νοβατιανοί , Δονατιστές και Λουκιφεριανοί . Συγκαλούσε κάθε χρόνο σύνοδο επισκόπων , έπληξε τους Αρειανούς και Απολλιναριστές και ίδρυσε την εξαρχία Θεσσαλονίκης για το Ανατολικό Ιλλυρικό που τότε ανήκε εκκλησιαστικώς στον πάπα. Συμβουλευόταν τον όσιο Ιερώνυμο ,έκτισε ναούς των αγίων Αποστόλων και των αγίων μαρτύρων Μάρκου και Μαρκελλίνου και Λαυρεντίου. Μετέτρεψε το σπίτι του σε ναό έχοντας εκεί τα γραφεία της επισκοπής . Εκοιμήθη το 384 και τιμάται από τη Δύση στις 11 Δεκεμβρίου (αλλού 4/12). Ο Μ. Βασίλειος μιλά δυσμενώς περί του Δαμάσου λόγω της μη σθεναρής στάσης του πάπα στα ζητήματα της Ανατολής που ταραζόταν τότε από τις αιρέσεις.

ΚΑΙΛΕΣΤΙΝΟΣ Α΄(422-432)

Η καταγωγή του από την Καμπανία Ιταλίας ,κατά άλλους από τη Ρώμη γιός του Πρίσκου. Διακρίθηκε ως διάκονος για το ζήλο και τις αρετές του . Πατριάρχευσε επί δεκαετία διαδεχόμενος τον Βονιφάτιο. Παρενέβη στην Καλαβρία ,Γαλατία και Αφρική για να επιβληθούν οι ιεροί κανόνες στις εκλογές των επισκόπων. Πολέμησε τις αιρέσεις του Πελαγίου και Νεστορίου. Ο Πελαγιανισμός εξαφανίστηκε από τη Βρετανία   και στις μέρες του εκχριστιανίστηκε η Ιρλανδία. Καταδίκασε το νεστοριανισμό μαζί με τον πάπα Αλεξανδρείας Κύριλλο, ο οποίος στη Γ΄Οικ.Σύνοδο της Εφέσου κατείχε και τη θέση του πάπα Ρώμης και προήδρευε αντί αυτού. Ο Καιλεστίνος επιμελήθηκε τα ζητήματα του κλήρου και της λατρείας ευτρεπίζοντας τους ναούς. Πέθανε το 432 στις 26 ή 27 Ιουλίου . Στην Ανατολή τιμάται στις 8 Απριλίου .

ΛΕΩΝ ο Α΄ο ΜΕΓΑΣ (440-461)

Πιθανόν Ρωμαίος . Υπήρξε διάκονος των παπών Καλλίστου και Σίξτου του Γ΄και κάτοχος καλής μορφώσεως . Πηγαίνοντας να συμφιλιώσει δύο στρατηγούς που απειλούσαν εμφύλιο πόλεμο ,εξελέγη πάπας στις 29/9/440 διαδεχόμενος τον Σίξτο Γ΄. Καταπολέμησε τους αιρετικούς της εποχής του μανιχαίους ,πελαγιανούς και μονοφυσίτες. Στην Δ΄ Οικ. Σύνοδο έγινε δεκτός ο  «Τόμος» του ως τόμος Ορθοδοξίας. Συνέγραψε αυτή την επιστολή («Τόμος») κατόπιν παρακλήσεως των πατέρων και μετά πολλών ημερών νηστεία ,αγρυπνία και προσευχή. Την έστειλε στον Κων/πόλεως Φλαβιανό  σαν απάντηση σε επιστολή εκείνου. Την κατέγραψε ο θεολόγος Πρόσπερος και σα βάση χρησιμοποιήθηκαν διατυπώσεις του Τερτυλλιανού. Συνοψίζεται στη φράση : «δύο φύσεις και ουσίες σε ένα πρόσωπο» και καθόριζε με ακρίβεια τις δύο φύσεις του Χριστού. Έλυνε αγκαθωτό πρόβλημα γιατι την εποχή εκείνη οι λέξεις «φύσις» και «πρόσωπον» θεωρούνταν ταυτόσημες. Με τους Ορθόδοξους όρους, ταυτίστηκαν  οι λέξεις φύσις και ουσία και πρόσωπον και υπόστασης.
Ήταν αντίθετος με το μεταθετό των επισκόπων. Συνάντησε έξω από τη Ρώμη τον Αττίλα αρχηγό των Ούννων, κινούμενο κατά της πόλης και τον έπεισε να μη την καταστρέψει . Αργότερα έσωσε πάλι την πόλη από τον Γενσέριχο που την κατέλαβε και την άφησε αφού πείσθηκε από τους λόγους του πάπα. Εκοιμήθη στις 10 Νοεμβρίου 461 και τάφηκε στον Αγ.Πέτρο  . Η Δυτική εκκλησία τον τιμά την 11η Απριλίου και η Ανατολική στις 18 Φεβρουαρίου. Άφησε αρκετές ομιλίες (σώζονται 100 στα Λατινικά). Ο Σωφρόνιος Ευστρατιάδης στο Αγιολόγιο του ονομάζει το Λέοντα Α΄ αυταρχικό και ως αντιταχθέντα στις αποφάσεις της Συνόδου που χορήγησε με τον 28ο κανόνα ίσα πρεσβεία τιμής στους επισκόπους Ρώμης και νέας Ρώμης. Η σύναξη του όμως πραγματοποιούνταν στη Μεγάλη Εκκλησία.

ΑΓΑΠΗΤΟΣ Α΄(535-536)

Καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια ,γιός του ιερέως Γορδιανού . Υπήρξε πρωτοδιάκονος και διάδοχος του πάπα Ιωάννου του Β΄τον οποίο και διαδέχτηκε. Διαμεσολάβησε μεταξύ Ιουστινιανού και Θεοδάτου βασιλιά Οστρογότθων για να ειρηνεύσουν. Φρόντισε εκτός από την πολιτική και για την ειρήνη της εκκλησίας και συνέστησε να μη δίνεται εκκλησιαστικό αξίωμα σε όποιον αρειανό γινόταν ορθόδοξος, εφαρμόζοντας τη συμβουλή του Παύλου «νεόφυτος να μη πέσει σε τύφο του διαβόλου» (Α΄Τιμ.3,6) και σχετικές με αυτό διατάξεις των πατέρων. Επικύρωσε σύνοδο Καρχηδόνας όπου λεγόταν ότι κανείς αφρικανός κληρικός δεν θα γινόταν δεκτός στη Ρώμη αν δεν είχε κανονικά διαπιστευτήρια. Εφάρμοσε έτσι την προσοχή για την αποφυγή άσκοπων περιπλανήσεων  και την ασφάλεια από ενδεχόμενη δράση αιρετικών.
Αντιμετώπισε σθεναρά και τον μονοφυσιτισμό. Μετέβη στη Κων/πολη με πέντε επισκόπους της Ιταλίας και με την βοήθεια άλλων ορθοδόξων ζήτησε από τον Ιουστινιανό να μην αντιδράσει στην αποπομπή του ύποπτου για μονοφυσιτισμό πατριάρχου Ανθίμου από την Τραπεζούντα. Αυτός ήταν ευνοούμενος της βασίλισσας Θεοδώρας. Ο αυτοκράτωρ στην αρχή αντέδρασε, στο τέλος όμως του έδωσε το ελεύθερο να δράσει όπως θέλει. Στην άρνηση του Άνθιμου να γυρίσει στην επισκοπή Τραπεζούντος  ,ο Αγαπητός προχώρησε στην καθαίρεση του και τον αντικατέστησε με τον ιερομόναχο Μηνά (13/3/536) . Ο Άνθιμος κατέθεσε το ωμοφόριο του στα χέρια του βασιλιά και αποχώρησε . Μετά λίγες μέρες ο Αγαπητός ασθένησε και πέθανε στην Πόλη στις 22 Απριλίου. Τάφηκε μεγαλοπρεπώς στο ναό των Αγίων Αποστόλων όπου γινόταν και η σύναξη του. Το λείψανο του μεταφέρθηκε τον επόμενο Σεπτέμβριο και τάφηκε στον Άγιο Πέτρο. Εορτάζει από την Ανατολική εκκλησία στις 17/4 και από τη Δυτική στις 20/9 ,ημέρα ταφής του στη Ρώμη. Θαύματα του είναι συνδεδεμένα με τη μνήμη του .Όταν έφτασε στην Ελλάδα ,σε κάποιο λιμάνι ,θεράπευσε άνθρωπο άλαλο και μη δυνάμενο να βαδίσει., σερνόταν σαν ερπετό. Τον άγγιξε στα πόδια και του έδωσε τη Θ.Κοινωνία στο στόμα. Στη Χρυσή πύλη Κων/πόλεως έθεσε τα χέρια του σε μάτια τυφλού και εκείνος ανέβλεψε. Από τα θαύματα αυτά έγινε δεκτός στην Κων/πολη με μεγάλες τιμές.

ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΔΙΑΛΟΓΟΣ (590-604)

Ο βίος του στο Συναξάρι είναι εκτεταμένος και χρειάζεται ιδιαίτερο άρθρο. Επιγραμματικά αναφέρεται : Ήταν βλαστός ευγενούς οίκου .Ρωμαίος ,γεννήθηκε περίπου το 540 από το Γορδιανό και τη Σύλβια. Οι γονείς του και οι αδερφές του πατέρα του Ταρσίλλα και Αιμιλία διακρινόταν για την ευσέβεια τους και επέδρασαν στη διαμόρφωση του χαρακτήρα του. Έτυχε καλής μορφώσεως . Σπούδασε φιλοσοφία και νομικά. Ο ίδιος λέει ότι δεν γνώριζε την Ελληνική γλώσσα και ότι στα Λατινικά δεν κατόρθωνε να αποφύγει τους βαρβαρισμούς. Το 570 διορίστηκε από τον Ιουστίνο Β΄στο αξίωμα του πραίτορα της Ρώμης. Δεν παρέμεινε για πολύ στη θέση του.
Η διδασκαλία των Ελλήνων στην εποχή του είχε φθίνει.  Με το θάνατο του πατέρα του κληρονόμησε μεγάλη περιουσία την οποία έδωσε για να κτίσει έξι μονές στη Σικελία και στη Ρώμη . Όταν έγινε μοναχός  μόναζε στο σπίτι του κάνοντας το μοναστήρι αφιερωμένο στον Απόστολο Ανδρέα. Χειροτονήθηκε διάκονος και στάλθηκε  στην Πόλη ως αποκρισάριος τα έτη 579-585.
Όταν πέθανε ο πάπας Πελάγιος Β΄, κλήρος και λαός κυριολεκτικά τον έσυραν στον παπικό θρόνο το 590. Γράφει αυτοπροσώπως  για την τότε κατάσταση : «Η εκκλησία μοιάζει με καράβι παλιό που κυματίζεται δυνατά. Κάνει νερά σε όλα τα μέρη, ξύλα σαρακοφαγωμένα, ταλαιπωρείται από τη φουρτούνα και κινδυνεύει να χαθεί». Ήταν ασθενής στο σώμα, αυτό όμως δεν τον εμπόδιζε να δράσει πολυποίκιλα . Έστειλε ιεραποστόλους για τον εκχριστιανισμό των Αγγλοσαξόνων χειροτονώντας πρώτο επίσκοπο Καντέρμπουρι τον Αυγουστίνο . Υπήρξε και ικανός συγγραφέας γράφοντας υπόμνημα στον Ιώβ,40 ομιλίες στα ευαγγέλια και 22 στον προφήτη Ιεζεκιήλ,τον ποιμαντικό κανόνα (Regula Pastoralis) όπου μιλά για το πώς πρέπει να είναι ο πνευματικός ποιμήν και τους Διαλόγους (διηγήσεις για τους Ιταλούς Οσίους και περί καταστάσεως των ψυχών) .Το τελευταίο έργο μετέφρασε στα ελληνικά ο πάπας Ζαχαρίας τον 8ο αι. Απ αυτό πήρε στη Ανατολή ο Γρηγόριος το επίθετο  Διάλογος ,ενώ στη Δύση ονομάστηκε Μέγας. Έγραψε επίσης λειτουργικό εγχειρίδιο και αντιφωνάριο  με το οποίο μπήκε στη λατρεία το λεγόμενο γρηγοριανό μέλος και τέλος κάποιες επιστολές. Θεωρείται ο τέταρτος μεγάλος διδάσκαλος της Δυτικής εκκλησίας (μετα τους Ιερώνυμο, Αμβρόσιο και Αυγουστίνο Ιππώνος). Εικάζεται χωρίς να είναι σίγουρο πως είναι ο συγγραφέας της Θ.Λειτουργίας των προηγιασμένων δώρων.

ΘΕΟΔΩΡΟΣ Α΄(642-649)

Θεωρείται στην καταγωγή Έλληνας, γεννημένος στην Παλαιστίνη . Εξελέγη πάπας το 642 (24/11) .Τάχθηκε αμέσως κατά της «εκθέσεως» ,διατάγματος του Ηρακλείου , όπου ο αυτοκράτορας ομολογούσε το μονοθελητισμό . Ο πάπας ζήτησε από τον πατριάρχη Κων/πόλεως Παύλο να κάνει κανονική καθαίρεση του προηγούμενου πατριάρχη Πύρρου που είχε απλώς εκδιωχθεί και να αποκηρύξει την «έκθεση». Όταν ο Παύλος αρνήθηκε , δέχτηκε ο Θεόδωρος τον Πύρρο στη Ρώμη αποκηρύσσοντας τη μονοθελητική αίρεση, δυστυχώς όμως μόνο φαινομενικά. Σύνοδος τότε στη Ρώμη κήρυξε έκπτωτο τον Παύλο και καθαίρεσε τον Πύρρο. Ο προηγούμενος πατριάρχης Σέργιος συμπεριλήφθηκε στα αναθέματα της εκκλησίας. Ο Θεόδωρος πέθανε το 649 (κατ άλλους μαρτύρησε αφού τον έγδαραν αιρετικοί) ,τάφηκε στον Άγιο Πέτρο και αργότερα το λείψανο του μεταφέρθηκε στον Αγ.Στέφανο  Ρώμης. Η μνήμη του στην Ανατολή εορτάζεται την 18η Μαΐου . Ο Σωφρόνιος Ευστρατιάδης αναφέρει πως δεν αναγράφονται στο Ρωμαϊκό αγιολόγιο οι δύο πάπες Θεόδωροι Α΄και Β΄(+897, πατριάρχευσε είκοσι μόνο μέρες)

ΜΑΡΤΙΝΟΣ Α΄(649-653)

Ομολογητής ,καταγόταν από το Τόντ της Ουμβρίας (Κ.Ιταλίας) και διετέλεσε αποκρισάριος στην Κων/πολη . Έγινε πάπας όταν η αίρεση των μονοθελητών ταλαιπωρούσε την εκκλησία. Συγκάλεσε σύνοδο στο Λατερανό στο ναό του Σωτήρος το 649 κατά της αιρέσεως. Έγραψε στον Κων/πόλεως Παύλο Β΄ να αλλάξει τα μονοθελητικά  του φρονήματα. Τους απεσταλμένους του πάπα ο Παύλος εξόρισε σε διάφορα νησιά. Επηρεαζόταν από τον αυτοκράτορα Κώνστα Β΄που εξεμάνη εναντίον του Μαρτίνου , τον συνέλαβαν  και τον καταδίκασε σε θάνατο με παρωδία δίκης. Επενέβη ο Παύλος και μετριάστηκε η ποινή σε εξορία. Τον απέστειλαν ασθενή και κλινήρη στη Χερσώνα όπου και πέθανε στις 16/9/655 ως ομολογητής. Μαζί του εξορίστηκαν και δύο επίσκοποι της Δύσεως. Πρωτύτερα  είχαν φυλακίσει και τους τρείς στο πραιτόριο επί τρία έτη.  Το λείψανο του Μαρτίνου ενταφιάστηκε έξω από τη Χερσώνα στο ναό της Θεοτόκου. Η σύνοδος στη Ρώμη ψήφισε είκοσι αναθεματισμούς κατά των αιρετικών και καταδίκασε τους προαπελθόντες  πατριάρχες  Σέργιο και Πύρρο και τον τότε Παύλο Β΄και Θεόδωρο μονοθελητή. Στις εργασίες διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο ο εξόριστος στη Δύση απο την Ανατολή Άγιος Μάξιμος ο ομολογητής. Αργότερα από την ΣΤ΄Οικ.Σύνοδο στην Κων/πολη καταδικάστηκε και ο αιρετικός πάπας Ονώριος Α΄(625-638) ως μονοθελητής. Επικύρωσε την καταδίκη ο Ρώμης Λέων Β΄(682-683) . Ο Κώνστας Β΄έλαβε τα επίχειρα της κακίας του ,φονεύτηκε στη Σικελία από τον Ανδρέα Τρωίλο ενώ έπαιρνε το λουτρό του στη Δάφνη. Δέχτηκε χτύπημα στο κεφάλι με κάδο και ξεψύχησε.  Η μνήμη του αγίου Μαρτίνου στην Ανατολή είναι στις 13 Απριλίου .Η μνήμη του μαζί με τον Άγιο Μάξιμο σημειώνεται και στις 20 Σεπτεμβρίου .

ΑΓΑΘΩΝ (678-682)

Καταγόταν απο το Παλέρμο της Σικελίας. Γιός γονέων ευσεβών ,ασκήθηκε σε μοναστήρι και  απόκτησε τη χάρη των ιάσεων. Διαμοίρασε την περιουσία του στους φτωχούς μέσα σε μια μέρα. Χαρακτήρας πράος ,έδειξε μεγάλη στοργή στον κλήρο του. Συνέβαλε στην καταπολέμηση του μονοθελητισμού . Με έκκληση του ανατολικού αυτοκράτορος Κων/νου Δ΄του Πωγωνάτου, συγκάλεσε σύνοδο στη Ρώμη όπου διατυπώθηκε από τους Δυτικούς η ορθή διδασκαλία περι των δύο θελήσεων του Χριστού Θείας και ανθρώπινης. Ακολούθησε ΣΤ΄Οικ.Σύνοδος το 680 με 289 πατέρες στην Κων/πολη , όπου έλαβαν μέρος και αντιπρόσωποι της Συνόδου της Ρώμης,τρείς επίσκοποι της Ιταλίας , οι πρεσβύτεροι  Θεόδωρος και Σέργιος και ο διάκονος Ιωάννης. Ο Αγάθων υποστήριξε με θέρμη τις αποφάσεις της Συνόδου και αναθεμάτισε τους έχοντας μονοφυσιτικό φρόνημα, ανάμεσα τους και τον προκάτοχο του Ονώριο Α΄. Εδώ φαίνεται (αφού πάπας καταδικάστηκε ως αιρετικός) πως και οι πάπες δεν είναι αλάθητοι, ούτε και σε δογματικά θέματα όπως θέσπισε αργότερα η παπική εκκλησία στις 18/7/1870 το καινοφανές δόγμα του αλάθητου του πάπα όταν μιλά από καθέδρας (ex cathedra).Στην Ανατολή το κύρος του Αγάθωνος ήταν πολύ μεγάλο. Συνέτεινε στο πλησίασμα των δύο τοπικών εκκλησιών  Δυτικής και Ανατολικής. Η μνήμη του στις 20 Φεβρουαρίου. Τέλος στο βυζαντινό αγιολόγιο αναγράφεται στις 23 Ιουλίου μνήμη Απολλωνίου πάπα Ρώμης ιερομάρτυρος. Το συναξάρι σημειώνει πως τον έριξαν σε φωτιά και τον τόξευσαν .Μαρτύρησε άγνωστο πότε στους τρείς πρώτους αιώνες. Ο Σωφρόνιος Λεοντοπόλεως λέει πως δεν υπάρχει πάπας με τέτοιο όνομα και πράγματι δεν είναι γραμμένος στους κατάλογους  των παπών. Η προσθήκη «πάπας Ρώμης» είναι έωλη. Προφανώς πρόκειται για απλό Ρωμαίο ιερέα ή χωροεπίσκοπο ή είναι άλλος. Αλλού προστίθεται ότι είχε συμμάρτυρα τον Ευγένιο. Ίσως  είναι λάθος αντιγραφή για τον εορτάζοντα την ίδια ημέρα ιερομάρτυρα επίσκοπο Ραβέννας Αππολινάριο .Τα ονόματα τους και οι επισκοπές τους αρχίζουν από το ίδιο γράμμα. Ο Παρισινός κώδικας cioslin τον ονομάζει απλώς ιερομάρτυρα.

Στο ρωμαϊκό αγιολόγιο αναγράφονται ως άγιοι πολλοί  πάπες προ Σχίσματος. Μπορούμε και στην Ανατολή να τους δεχόμαστε έτσι καθώς η εκκλησία ήταν ενωμένη στους 12 πρώτους αιώνες. Με εξαίρεση τον Νικόλαο Α΄ που ξεκίνησε τις έριδες με τον Μ.Φώτιο και τον Λέοντα Θ΄ επί του οποίου έγινε σχίσμα. Θα τους ανακήρυσσε αγίους η μετέπειτα νεωτερίζουσα πλέον παπική εκκλησία .Άνθρωποι αρχομανείς  οδήγησαν τα πράγματα στα άκρα γι αυτό και στην Ανατολή δεν μακαρίζεται ο τότε πατριάρχης Μιχαήλ Κηρουλάριος . Σε αντίθεση προ του Σχίσματος και η ίδια η ρωμαιοκαθολική εκκλησία δεν ανακήρυξε παρά ελάχιστους πάπες ως αγίους  (εξέλειπε η αγιότης)
Με τις πρεσβείες των αγίων παπών να δώσει ο Θεός να επέλθει και πάλι η ποθητή ενότητα βασιζόμενη όχι μόνο στην αγάπη αλλά και στην ιστορική αλήθεια. Αμήν.

 ΒΟΗΘΗΤΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ

Η ελληνική παρουσία  στον θρόνο των ποντιφήκων

(Μεταφόρτωση από  enoriakapareliou.wordpress.com)

Ο παπικός θρόνος δεν μονοπωλήθηκε ευθύς εξαρχής από Δυτικοευρωπαίους ιεράρχες. Η ακτινοβολία του ελληνικού πολιτισμού, ιδίως στους αιώνες πριν από το Σχίσμα μεταξύ της Ορθόδοξης και της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, είχε τον αντίκτυπό της στην παρουσία παπών ελληνικής καταγωγής στον θρόνο του Αγίου Πέτρου. Στη μελέτη αυτή κατ’ αρχήν εξετάζεται και αναδεικνύεται η ελληνικότητα της Εκκλησίας της Ρώμης, στη συνέχεια παρουσιάζονται οι Έλληνες επίσκοποί της και στο τέλος γίνεται λόγος για τον τελευταίο Έλληνα πάπα, τον Κρητικό Αλέξανδρο Ε’.
Η Ελληνικότητα της Αρχαίας Εκκλησίας της Ρώμης  
Η άποψη του αείμνηστου καθηγητή της Θεολογικής Σχολής του Πανε­πιστημίου Αθηνών Παναγιώτη Τρεμπέλα (1886-1979)[1] είναι πώς μεταξύ των πιστών της πρώτης Εκκλησίας της Ρώμης συγκαταλέγονταν και Χρι­στιανοί ιουδαϊκής προέλευσης, αλλά ότι ως επί το πλείστον η Εκκλησία αυ­τή αποτελείτο από Χριστιανούς εξ εθνών, δηλαδή από τη Συρία, Μικρά Ασία, Μακεδονία και Ελλάδα, οι οποίοι επισκέπτονταν συχνά την πρωτεύουσα, για εμπορικούς και πολιτικούς λόγους. Αξίζει εδώ να επισημανθούν και να αναδειχθούν ορισμένα σημεία που πιστοποιούν και επιβεβαιώνουν την ελληνικότητα της Εκκλησίας της Ρώμης[2].
Ο απόστολος Παύλος έγραψε την επιστολή του προς τους Χριστιανούς της Ρώμης στην ελληνική γλώσσα, γεγονός που προϋποθέτει ότι οι παραλήπτες ήσαν και ελληνόφωνοι, που διαβιούσαν στο κέντρο του ρωμαϊκού κόσμου. Ένα δεύτερο σημαντικό γεγονός που συνηγορεί υπέρ της ελληνικότητας της πρώτης Εκκλησίας της Ρώμης, είναι ο αριθμός των πρώτων  Ελλήνων επισκόπων της, για τους οποίους γίνεται αναλυτικός λόγος στη συνέχεια. Τέλος, ένα ακόμη γεγονός που πιστοποιεί την ελληνικότητα της αρχαίας αυτής Εκκλησίας είναι η διασωθείσα φιλολογία.
Η ελληνόφωνη Εκκλησία της Ρώμης κατά το τελευταίο τέταρτο του 1ου μ.Χ. αιώνα ήταν ήδη «αξιόθεος», δηλαδή «αντάξια του Θεού»[3], διότι η «Ρωμαίων Εκκλη­σία» ενσωμάτωσε όλη την κληρονομιά της αποστολικότητας του Πέτρου και του Παύλου και από αυτήν προέκυψε το καθήκον να υπερασπίζεται ως «πρωτοκάθεδρη» με κύρος τις αλήθειες της πίστης και της παράδοσης[4]. Επομένως, η καταξίωσή της δεν οφειλόταν στο μέγεθός της ή στο ότι ήταν η Εκκλησία της πρωτεύουσας και στο ότι περιλάμβανε πολλούς πιστούς, αλλά στην προέλευση και την αποστολική καταβολή της, όπως και στο ορ­γανωτικό πνεύμα της, που διασφάλιζε την ευστάθεια και την ευταξία της [5].
Η ευθύνη της έγκυρης στήριξης της πίστης και της τάξης, μετά τους επισκόπους Ρώμης Λίνο (64/67-76/79) και Ανέγκλητο ή Ανάκλητο (76/79-88/91), διαβιβάσθηκε, σύμφωνα με τους αρχαίους καταλόγους του Ηγησίππου[6], στον τρίτο διάδοχο των κορυφαίων αποστόλων, τον ελληνομαθέστατο επίσκοπο Φλάβιο Κλήμεντα (88/91-97/100), που θεώρησε καθήκον εξ ονόματος της Εκκλησίας του να αναλάβει πρωτοβουλία παρέμβασης για την επίλυση ενός σοβαρού εσωτερικού προβλήματος του εκκλησιαστικού σώματος της Κορίνθου, όταν αμφισβητήθηκε η μονιμότητα της διακονίας του «Πρεσβυτερίου» της από νεώτερα «λαϊκά» μέλη της.
Έτσι, «η μεγάλη τε και θαυμασία» κατά τον Ευσέβιο Καισαρείας (Εκκλησιαστική Ιστορία, Γ’ ιστ’ 16′) επιστολή του Κλήμη είναι γραμμένη στα Ελληνικά. Παράλληλα, στη Ρώμη γράφτηκε στα Ελληνικά, περί τα μέσα του 2ου αιώνα, το λεγόμενο Αποστολικό Σύμβολο[7]. Εκτός από τα έργα του Κλήμη και του Ερμά, συγγραφέα του έργου «Ο Ποιμήν» και αδελφού του πάπα Πίου, διασώθησαν και άλλα έργα, όπως η επι­στολή του Ιγνατίου Αντιοχείας (68-107) προς την Εκκλησία της Ρώμης και η επιστολή του επισκόπου Ρώμης Σωτήρα (166-174) προς την Εκκλησία της Κο­ρίνθου, οι οποίες επίσης γράφτηκαν στα Ελληνικά.

Ο Ιγνάτιος Αντιοχείας αναγνωρίζεται ως ο κορυφαί­ος εκφραστής του δημόσιου αισθήματος της αρχαϊ­κής Εκκλησίας για την αποστολική λειτουργία της Εκκλησίας της Ρώμης, την οποία αναγνωρίζει ως «πρωτοκάθεδρη της αγάπης», όχι μόνο για τη φιλάνθρωπη αλληλεγγύη της, αλλά κυρίως για τη στοργική επιστασία της σε κάθε είδους ποιμαντική και διοικητική ανάγκη των «περιοικουσών» Εκκλησιών. Έτσι, δεν άργησε να τιμηθεί η καθέδρα του επισκόπου Ρώμης, ως η «ύπατη αποστολική αρχή» για τη στήριξη της πίστης και της παράδοσης, και να εξαρθεί η λειτουργία της ως «ο τόπος των Απο­στόλων» και ως κεντρικού «στύλου» του ιερού θε­σμού της Εκκλησίας.
Κατά τους τρεις πρώτους αιώνες, καμία άλλη Εκκλησία δεν επιχείρησε να την υποκαταστήσει ή να της απευθύνει νουθεσίες, παραινέσεις ή ελέγ­χους, ώστε να κλονισθεί η αποστολική αυθεντία της. Η εξαιρετική προέλευση και τα έργα της αλλη­λεγγύης αυτής της Εκκλησίας ενίσχυσαν το κύρος της στην υπεράσπιση της αποστολικής παράδοσης για τα σοβαρά θέματα του «συνεορτασμού του Πάσχα» και του αναβαπτισμού των «αιρετικών».
Οι απολογητές Ιουστίνος (πεθ. 165) και Τατιανός (120-172), που ήταν εγκατεστημένοι στη Ρώμη, έγραψαν στα Ελληνικά, όπως Ελληνικά έγραψαν γνωστοί και μεγάλοι αιρετικοί συγγραφείς, εγκατεστημένοι στη Ρώμη, και στα Ελληνικά αντιμετωπί­σθηκαν τόσο από τον Ιουστίνο όσο και από τον γνω­στό Σμυρναίο επίσκοπο Λουγδούνου (Λυών) Ειρη­ναίο (140 – 202, επίσκοπος το 178). Ο Barnard[8] γρά­φει σαφώς ότι «μέχρι του τέλους του 2ου αιώνα η Ρωμαϊκή Εκκλησία ήταν κυρίως ελληνόφωνη και στη σύνθεσή της ανατολική. Τα ονόματα των επι­σκόπων είναι ελληνικά ή ανατολικά. Οι επιγραφές επί των παπικών τάφων ήταν κυρίως στην ελληνική ως το τέλος περίπου του 3ου αιώνα, ενώ η χρήση της ελληνικής στη λειτουργία συνεχίσθηκε ακόμη περισσότερο».

Η ελληνική γλώσσα, όπως εύστοχα σημειώνει ο αρχιεπίσκοπος πρώην Θυατείρων και Μ. Βρετανίας, μητροπολίτης Πισιδίας Μεθόδιος (Φούγιας) (1924-2006), στο εξαίρετο και βαθυστόχαστο έργο του «Έλληνες και Λατίνοι» (σελ. 53), ήταν παράγο­ντας μεγάλης σπουδαιότητας για την ενότητα της Εκκλησίας της Ρώμης με τις άλλες Εκκλησίες, διό­τι η λατινική ήταν ανεπαρκής για να εκφράσει τις μεταφυσικές αναζητήσεις της ελληνικής φιλοσο­φίας. Μία παράγραφος του Αουλου Γέλλιου (Aulus Gellius), σημειώνει ο Η. Milman[9], απεικονίζει την ενσυνείδητη ανεπάρκεια της λατινικής να εκφράσει, παρά τις καινοτομίες του Κικέρωνα, τις κομψότατες διδασκαλίες της ελληνικής φιλοσοφίας.
Ένα πρόσθετο στοιχείο που ενισχύει την ελλη­νικότητα της Εκκλησίας της Ρώμης, και το οποίο κατά τη γνώμη μας έχει παραγνωρισθεί, έγκειται στον τρόπο ανάδειξης του Λίνου ως επισκόπου Ρώμης. Ο Ευσέβιος Καισαρείας είναι σαφής ως προς το ότι ο Λίνος αναδείχθηκε με κλήρωση: «μετά Πέτρον της Ρωμαίων εκκλησίας την επισκοπήν ήδη πρότερον κληρωθείς δεδήλωται» και σε ένα άλλο σημείο: «μετά την Παύλου και Πέτρου μαρτυρίαν, πρώτος κληρούται την επισκοπήν Λίνος»[10]. Η ανάδειξη με κλήρωση στα αξιώματα κάποιας ελλη­νικής πόλης αποτελούσε την πιο δημοκρατική δια­δικασία.
Καίρια το επισημαίνει αυτό ο Αριστοτέλης, όταν δηλώνει: «Λέγον δ’ οίον δοκεί δημοκρατικόν είναι το κληρωτάς είναι τας αρχάς το δ’ αιρετός ολιγαρχικόν»[11], περιγράφοντας τους θεσμούς της αθηναϊκής δημοκρατίας, στους οποίους κυ­ριαρχούσε η κλήρωση. Η διαδικασία αυτή δεν ήταν άγνωστη στην αρχαία Εκκλησία. Η ανάδειξη του Ματθία στη θέση του Ιούδα ως δωδέκατου αποστόλου έγινε με κλήρωση[12], κατά τον τρόπο που προέβλεπε το αθηναϊκό πολίτευμα[13], γεγονός που επιβεβαιώνει ότι η οργάνωση της Εκκλησίας στην Ιερουσαλήμ μετά την ανάληψη του Χριστού έγινε με βάση ελληνικά πρότυπα[14].
Το πολιτικό ήθος των Ελλήνων υπεισήλθε στο ήθος και της Εκκλησίας της Ρώμης. Αξίζει να επισημανθεί ότι πριν από την αρχιερα­τεία του Σωτήρα (166-174), οι προεστώτες της εκ­κλησίας της Ρώμης ήσαν πρεσβύτεροι, όπως σα­φώς προκύπτει από τις επιστολές του Ειρηναίου προς τον επίσκοπο Ρώμης Βίκτωρα, όταν του γρά­φει «οι προ σου πρεσβύτεροι», και προς τον επί­σκοπο Ρώμης Ανίκητο «λέγοντα, την συνήθειαν των προ αυτού πρεσβυτέρων οφείλειν κατέχειν»[15]. Η λεπτομέρεια αυτή μπορεί να εκληφθεί ως τάση ορ­γάνωσης της Εκκλησίας κατά το δημοκρατικό ήθος των Ελλήνων[16].

Η λατινική παράδοση εγκαινιάσθηκε στην Εκκλησία της Ρώμης όχι από Ρωμαίους, αλλά από Αφρικανούς Χριστιανούς. Έτσι, όταν ο Ευσέβιος Καισαρείας γράφει περί του Νοβάτου, του βίου και της αίρεσής του, αναφέρεται στην επιστολή του Κορνηλίου Ρώμης (251-252) προς τον Αντιοχείας Φάβιο (252-255) που γράφτηκε στα Ελληνικά[17], ενώ θεωρεί ως εξαιρετική και άξια μνείας την επιστολή του αγίου Κυπριανού (248/9-258) που γράφτηκε στα Λατινικά: «Ρωμαϊκή φωνή συντεταγμέναι, Κυπρια­νού και των αμ’ αυτώ κατά την Αφρικήν».
Μόλις περί τα μέσα του 3ου αιώνα υποχώρησε η ελληνική επιρροή στην Εκκλησία της Ρώμης, αλλά αυτό δεν σημαίνει πως εξαφανίσθηκε η συμβολή της στη δημιουργία της Ρωμαϊκής Εκκλησίας, διότι εάν δεν προϋπήρχε, δεν θα δινόταν η ευκαιρία στους Τερτυλλιανό, Αρνόβιο και Νοβατιανό να γράψουν χριστιανικά κείμενα στα Λατινικά.
Ο πλούτος όμως της πρωτοχριστιανικής Εκκλησίας της Ρώμης μέχρι την εποχή του Ευσέβιου αποκαλύπτει και την κοινωνική κατάσταση των Ελλήνων μελών και ηγε­τών της. Αυτό το δηλώνει ο επίσκοπος Κορίνθου Διονύσιος, ο οποίος γράφοντας στα Ελληνικά στον επίσκοπο Ρώμης Σωτήρα, του αναφέρει ότι «εξ αρ­χής γαρ υμίν έθος εστίν τούτο» και «το μέχρι του καθ’ ημάς διωγμού (δηλ. του Δεκίου, 249-251) φυλαχθέν Ρωμαίων έθος», και του υπογραμμίζει τον ελε­ήμονα και ευεργετικό ρόλο της Εκκλησίας προς τις άλλες Εκκλησίες («πάντας μεν αδελφούς ποικίλως ευεργετείν εκκλησίαις τε πολλαίς ταις κατά πάσαν πόλιν εφόδια πέμπειν, ώδε μεν την των δεομένων πενίαν αναψύχοντας, εν μετάλλοις δε αδελφοίς υπάρχουσιν επιχορηγούντας δι’ ων πέμπετε αρχήθεν εφοδίων πατροπαράδοτον έθος Ρωμαίων Ρω­μαίοι φυλάττοντες»)[18].
Εκείνος όμως που καθιέρωσε κηρύγματα στη λατινική γλώσσα ήταν ο πάπας Λέων Α’ (440-461), ο οποίος στερέωσε τον λατινικό χαρακτήρα της Εκκλησίας της Ρώμης[19]. Αναμφισβήτητα υπήρξε μέγας, δεδομένου ότι διέσωσε τη Ρώμη τόσο από τον Αττίλα όσο και από τον Γιζέριχο, εγκαινιάζοντας παράλληλα το παπικό πρωτείο, το οποίο στήριξε σε ομιλίες του κα­τά την επέτειο της μνήμης του αποστόλου Πέτρου, κατά τις επετείους της εκλογής του στο παπικό αξίωμα και στις επιστολές που έστελνε στις Εκκλησίες της Αφρικής, του Ιλλυρικού, της Γαλλίας, στον πατριάρχη Αλεξανδρείας Διόσκορο, στον πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ανατόλιο και στους αυτοκράτορες Μαρκιανό και Πουλχερία, εκθέτοντας τις απόψεις του για τον επίσκοπο Ρώμης ως «primusomniumepiscoporum» και δηλώνο­ντας ότι σ’ αυτόν μεταβιβάζεται η «plenitudopotestatis», η «solicitudoomniumpastorum» και η «communiscurauniversalisecclesiae»[20]. Πρόκειται για εκ­φράσεις και συμπεριφορές που απομάκρυναν την Εκκλησία της Ρώμης όχι μόνο από τους Έλληνες της Ρώμης, αλλά απ’ όλη την Ανατολική Εκκλησία.
Οι Έλληνες Επίσκοποι της Εκκλησίας της Ρώμης
Η Ρωμαϊκή αυτοκρατορία παρέμεινε ενωμένη, έστω και με δύο μέρη, υπό τους γυιούς του Μ. Κωνσταντίνου και του Θεοδοσίου του Μεγάλου. Η Εκκλησία, αντίθετα, έδειχνε σημεία διαίρεσης σε Λατινική και Ελληνική. Στην Ανατολή επικράτησαν τα ελληνικά στοιχεία, κυρίως στον στρατό και στη νομοθεσία.
Η Ιστορία γνωρίζει Λατίνους στη Δύση και Έλληνες στην Ανατολή, με την κορυφαία διαφορά ότι αρκετοί Έλληνες έγιναν πάπες (του­λάχιστον 12 κατά τον π. Νικηφόρο Βιδάλη)[21] ή αντιπάπες, αλλά ουδείς Λατίνος έγινε πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως. Το γεγονός αυτό θα μπο­ρούσε να ερμηνευθεί ως απόδειξη της μεγαλύτερης ελευθερίας που επικρατούσε στην Ρώμη προς τους Έλληνες, ως ένδειξη ασφάλειας που αισθάνονταν οι Ρωμαίοι ή ακόμη και ως μία οφειλή που αισθάνονταν οι Ρωμαίοι προς τους Έλληνες που ίδρυσαν την Εκκλησία της Ρώμης[22]. Οι Έλληνες πάπες της Ρώ­μης υπερβαίνουν τους 20, διότι οι Σύριοι και οι άλλοι Ανατολί­τες πάπες πρέπει να θεωρη­θούν ελληνίζοντες, δεδομένου ότι έγραψαν στα Ελληνικά[23].
Χαρακτηριστική είναι η περί­πτωση του αγίου Ιππολύτου (217-235), μαθητή του αγίου Ει­ρηναίου, επισκόπου Λυών, ο οποίος φέρεται στο Annuario Pontifico ως Ρωμαίος, ενώ οι Ρω­μαιοκαθολικοί πατρολόγοι J. Quasten και Β. Altaner γράφουν χωρίς επιφυλάξεις ότι ήταν Έλληνας από την Ανατολή[24]. Τα γεγονότα και τα δεδομένα αυτά επιβεβαιώνουν ότι η Λατι­νική Εκκλησία της Ρώμης αποτελούσε συνέχεια της Ελληνι­κής Εκκλησίας στη ρωμαϊκή πρωτεύουσα.
Η προσάρτηση της διοικητικής περιφέρειας του Ιλλυρικού στη Νέα Ρώ­μη είχε αρνητικές ιστορικές και εκκλησιολογικές επιπτώσεις στην Ορθό­δοξη εξέλιξη του πρώτου Δυτικού πατριαρχείου. Στην αρχαία αυτή καθέ­δρα είχαν αρχιερατεύσει μέχρι τότε 13 ελληνόφωνοι επίσκοποι, με τελευταίους τον Εφέσιο πάπα Ιωάννη ΣΤ’ (701-705) και τον Καλαβρό Ιωάννη Ζ’ (705-707). Κατά την περίοδο της βασιλείας των Λέοντα Γ’ και Κωνσταντίνου Ε’ αρχιεράτευσαν ο συριακής καταγωγής πάπας Γρηγόριος Γ’ (731-741) και ο Έλληνας Ζαχαρίας (741 -752). Οι ελληνικής και συριακής καταγωγής πάπες οι οποίοι κάθισαν στο Σύνθρονο της Ρωμαϊκής Εκκλησίας από το 607 έως το 752, υποστήριξαν σθε­ναρά την Ορθόδοξη πίστη, ίσως διότι διατελούσαν ακόμη υπό την πνευμα­τική επιρροή της Ανατολής.
Οι περισσότεροι προστάτευσαν την οικουμενι­κότητα του θρόνου τους, παρά τις επεμβάσεις των Φράγκων, τόσο στο θέ­μα της παρεξήγησης του όρου περί των αγίων εικόνων, όσο και στην εισαγωγή του διφορούμενου όρου του filioque στο Σύμβολο της Πίστεως, που δυστυχώς άνοιξε τον δρόμο προς την ετεροδοξία. Όσο κυριαρχούσε το ελ­ληνικό εικονόφιλο πνεύμα, το πατριαρχείο Παλαιάς Ρώμης ήταν το κέντρο αντίστασης της Ορθοδοξίας και το καταφύγιο ευσεβών κληρικών.
Η περίοδος της αρχιερατείας του επισκόπου Στεφάνου Β’ (752-757) αποτέλεσε καμπή στην ιστορία της Εκκλησίας της Ρώμης στρέφοντας οριστικά την παπική έδρα προς τους Φράγκους. Η προ­οδευτική εγκατάλειψη της Ρώμης από το Βυζάντιο, οι απειλές των εικονομάχων και οι επιθέσεις των Λογγοβάρδων, ανάγκασαν τον πάπα Στέφανο Β’ να καταφύγει στον Πιπίνο τον Βραχύ, που ουσιαστικά «ελευθέρωσε» τη Ρώμη από τη διπλή απειλή εξ Ανατολών και Βορρά[25].
 Έλληνες Πάπες

Ως ένας από τους πρώτους Έλληνες επισκό­πους της Εκκλησίας της Ρώμης φέρεται ο Ανάκλη­τος ή Ανάγκλητος (76/79-88/91), ο διάδοχος του Λί­νου, ο οποίος ήταν Αθηναίος. Διάδοχός του υπήρξε ο Κλήμης. Τρίτος επίσκοπος Ρώμης, σύμφωνα με τον Ειρηναίο, ήταν ο Ευάρεστος που διετέλεσε επίσκοπος της επτάλοφης πόλης, σύμφωνα με τον Ευσέβιο, από το δωδέκατο έτος της βασιλείας του Δομιτιανού μέχρι το τρίτο του Τραϊανού, δηλαδή από το 97 μέχρι το 105 μ.Χ.[26]

Η πληροφορία ότι ο Κλήμης καταγόταν από τον αυτοκρατορικό οίκο των Φλαβίων, έχει κριθεί ανυπόσταστη[27]. Σύμφωνα με την παράδοση, πρόκειται για τον συνεργάτη του αποστόλου Παύλου στην κοινότητα των Φιλιππησίων, άποψη που αποδέχεται ο Ωριγένης[28], θεωρείται όμως απί­θανη, δεδομένου ότι δεν αναφέρεται από τον Ειρηναίο, ο οποίος αναφέρει ως βοηθό του αποστόλου τον Λίνο[29]. Η είδηση του μαρτυρικού θανάτου του με την πρόσδεση άγκυρας στον λαιμό του, στο λιμάνι της Χερσώνας, δεν φαίνεται ακριβής, δεδομένου ότι ο Ειρηναίος δεν αναφέρει κάτι τέτοιο και ότι ο Ευσέβιος κάνει λόγο για φυσικό θάνατό του[30]. Ο Κλήμης είναι ο συγγραφέας των δύο περίφημων επιστολών προς τους Κορινθίους.

Επόμενος Έλληνας πάπας μετά τον Ευάρεστο ήταν ο Τελεσφόρος (125-136), του οποίου η θητεία συνέπεσε με τη βασιλεία του αυτοκράτορα Αδριανού (117-138)[31]. Με ελληνική καταγωγή (γεννήθηκε στον Τάραντα της Μεγάλης Ελλάδας), πολέμησε τις αιρέσεις των Γνωστικών και εισήγαγε πολλές λατρευτικές διατάξεις, όπως τη νηστεία της Σαρακοστής, την καθιέρωση τριών λειτουργιών κατά τα Χριστούγεννα (ανάλογα με την επιθυμία του ιερέα) και τη θέσπιση του ύμνου «Δόξα εν υψίστοις Θεώ» κατά τη θεία λειτουργία. Μαρτύρησε δι’ αποκεφαλισμού («ός και ενδόξως εμαρτύρησεν», γράφει ο Ειρηναίος Λουγδούνου)[32].

 Τον Τελεσφόρο διαδέχθηκε ο Υγίνος ο οποίος, σύμφωνα με παλαιές πηγές, φέρεται ως Αθηναίος[33]. Η αρχιερατεία του διήρκεσε από το 136 έως το 140, ή, σύμφωνα με τον Ευσέβιο Καισαρείας, από 148 έως το 142. Απεβίωσε κατά το «τέταρτον της επισκοπής έτος»[34]. Η περίοδος της αρχιερατείας του συμπίπτει με τη μακρά ειρηνική και εποικοδο­μητική περίοδο διακυβέρνησης της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας από τον Αντώνιο Πίο (138-161).
 Στον Υγίνο αποδίδονται αρκετές εκκλησιαστικές, λατρευτικές και θεολογικές οδηγίες, όπως ο προσδιορισμός των μικρών βαθμών του ιερατείου, η ονομασία των ιερατικών οφφικίων, η επιβεβαίωση ότι η πληρότητα του ιερατείου περιέχεται μόνον στο επι­σκοπικό αξίωμα, η άποψη ότι οι επί­σκοποι μαζί με τον πάπα αποτελούν τη διδάσκουσα Εκκλησία, η θέσπιση αναδόχων για το βάπτισμα των κα­τηχούμενων.

Ξεχωριστή είναι η περίπτωση του Ελευθέρου ή Ελευθερίου (που αναφέρεται ως «δωδέκατος από των αποστόλων»), Έλληνα την καταγωγή από τη Νικόπο­λη της Ηπείρου[35]. Η Νικόπολη, ιδρυμένη από τον Αύγουστο σε ανάμνη­ση της νίκης του επί του Αντωνίου στη ναυμαχία στο Άκτιο (31 π.Χ.), απο­τελούσε σημαντικό κέντρο της Δυτικής Ελλάδας. Η χριστιανική Εκκλησία της Νικόπολης ιδρύθηκε από τον απόστολο Παύλο, και γι’ αυτό τον λόγο ακόμη και σήμερα η Μητρόπολη Νικοπόλεως και Πρεβέζης αναγνωρίζεται ως αποστολική. Από πληροφορία του Ηγησίππου (που αναφέρεται στην προς Κορινθίους επιστολή του Κλήμεντα Ρώμης), συνάγεται ότι ο Ελεύθερος υπήρξε διάκονος του Ανικήτου (τον Ανίκητο διαδέχθηκε ο Σωτήρ από την Καμπανία (166-175) και αυτόν ο Ελεύθερος).
Ο Ελεύθερος ποίμανε την Εκκλησία κατά την περίοδο της αυτοκρατο­ρίας του Μάρκου Αυρηλίου (168-180) και του γιου του Κόμμοδου (180-192). Παρά το γεγονός ότι ο Κόμμοδος δεν είχε τις αρετές του πατέρα του, κα­τά την περίοδο της διακυβέρνησής του, σύμφωνα με τον Ευσέβιο Καισαρείας, «η κατάσταση των Χριστιανών βελτιώθηκε και, θεία βουλήσει, η ει­ρήνη επεκτάθηκε σε όλες τις Εκκλησίες της αυτοκρατορίας. Ο λόγος της σωτηρίας άρχισε να ελκύει τις καρδιές των ανθρώπων κάθε κοινωνικής τά­ξης και εκτενώς δόξαζαν τον Πλάστη του Σύμπαντος, έτσι ώστε στη Ρώμη πολλοί επιφανείς άνθρωποι με ολόκληρη την οικογένειά τους αγκάλιαζαν τη διδασκαλία της σωτηρίας»[36]. Η αρχιερατεία του Ελεύθερου συνέπε­σε με την αίρεση του Μοντανισμού και με τους διωγμούς του Μάρκου Αυ­ρηλίου (177-178) κατά των Χριστιανών.
Ο επόμενος Έλληνας επίσκοπος Ρώμης ήταν ο Αντέρως, ο οποίος εποίμανε την Εκκλησία επί 43 ημέρες (29/11/235-3/1/236).
Η ποιμαντορία της ρωμαϊκής Εκκλησίας από τον αθηναϊκής καταγωγής Σίξτο (30/8/257-6/8/258) σημαδεύθηκε από ένα διάταγμα του Βαλεριανού (τον Αύγουστο του 257), το οποίο θεωρούσε τη χριστιανική θρησκεία παράνομη, υποχρέωνε τον κλήρο να θυσιάζει στους θεούς και απαγόρευε στους Χριστιανούς να συγκεντρώνονται στις κατακόμβες[37].

Ο Ευσέβιος Καισαρείας[38] εξηγεί τους λόγους για τους οποίους ο Βαλεριανός άλλα­ξε τακτική έναντι των Χριστιανών και, ενώ στην αρχή ήταν ανεκτικός, στη συνέχεια έγινε εχθρός τους. Μεταξύ των μαρτύρων αυτού του διωγμού συ­γκαταλέγεται ο Κυπριανός, επίσκοπος Καρθαγένης (13/9/257), αλλά και ο ίδιος ο Σίξτος (6/8/258). Βραχεία υπήρξε και η ποιμαντορία της Εκκλησίας της Ρώμης από τον Ευσέβιο (18/4/309 ή 310 – 17/8/309 ή 310), ο οποίος βρέθηκε ενώπιον των δραματικών καταστάσεων της εποχής του Κωνσταντίνου, του Λικίνιου και του Μαξέντιου.

Η ποιμαντορία της έδρας του αποστόλου Πέτρου από τον Έλληνα Ζώ­σιμο (από την Καππαδοκία) (18/3/417-26/12/418) χαρακτηρίζεται από τη στά­ση του έναντι της αίρεσης του πελαγιανισμού (η οποία είχε καταδικασθεί από τον προκάτοχό του Ιννοκέντιο Α’), καθώς και από την έκδοση εγγρά­φου σχετικού με την αμαρτία, το οποίο ο ιερός Αυγουστίνος επαινεί για τη σαφήνειά του.
Ο Ζώσιμος αγωνίσθηκε για την επιβολή πειθαρχίας στον κλήρο, την κατάργηση της δουλείας και των ανήθικων θεαμάτων. Επιπλέον κατόρθωσε να επιβάλει τα δικαιώματα της Αποστολικής Έδρας στους επισκόπους της Αφρικής[39].
Ρωμαίος, αλλά ελληνικής καταγωγής, ήταν ο Βονιφάτιος Γ’ (19/2/607 -12/11/607), ο οποίος είχε διατελέσει αποκρισάριος του πάπα Γρηγορίου του Μεγάλου (590-604), του επονομαζόμενου Διαλόγου, λόγω του συγγραφικού του έργου στην Κωνσταντινούπολη.

Ο Ιεροσολυμίτης, Έλληνας πάπας, Θεόδωρος Α’ (642-649) τάχθηκε κατά της αίρεσης του μονοθελητισμού και υιοθέτησε τον τίτλο «πατριάρχης της Δύσεως». Ο Κύπρου Σέργιος του απέστειλε εγκάρδιο γράμμα, στο οποίο τον αποκαλεί «στήριγμα θεοπαγές και ασάλευτον, και στηλογραφίαν δια­φανή της πίστεως… την σην αποστολικήν καθέδραν ιδρύσατο Χριστός ο Θεός ημών. Συ γαρ… υπάρχεις Πέτρος, και τω σω θεμελίω της Εκκλησίας οι στύλοι πεπήγασι»[40].

Από τη Μικρά Ασία, και ειδικότερα από την Έφεσο, καταγόταν ο Ιωάν­νης ΣΤ’ (30/10/701 – 11/1/705), του οποίου η διαποίμανση χαρακτηρίσθηκε από σύνεση και από το ειρηνοποιό του πνεύμα. Δύο επιτεύγματα ιστορικής σημασίας καταγράφονται στο ενεργητικό του. Πρώτον, η συνετή του στά­ση έναντι του αξιωματούχου Θεοφύλακτου, Βυζαντινού έξαρχου στην Ιτα­λία, που κατευθυνόταν στη Ρώμη με κακές προθέσεις και τον οποίο ο Ιω­άννης κατόρθωσε να τον κατευνάσει ώστε να μην καταστρέψει την πόλη. Δεύτερον, η σωτηρία και η αποσόβηση του κινδύνου των επαρχιών της Ν. Ιταλίας από τον δούκα των Λογγοβάρδων Γκισούλφο Μπαμπάρδο[41].

Τον Ιωάννη ΣΤ’ διαδέχθηκε ο γεννημένος στην Καλαβρία Έλληνας Ιωάννης Ζ’ (1/3/705 – 18/10/707), ο οποίος άφησε αγαθή μνήμη για τη διαχείρι­ση της εκκλησιαστικής περιουσίας και για τη φροντίδα του να στολίσει τη Ρώμη με μνημεία.
Στον Έλληνα πάπα Ζαχαρία (10/12/741 – 22/3/752) οφείλεται η μετάφρα­ση από τα Λατινικά στα Ελληνικά των τεσσάρων βιβλίων «Διάλογοι του πά­πα Γρηγορίου του Μεγάλου» (590-604), καθώς και η στέψη του Πιπίνου του Βραχέος ως βασιλέα των Φράγκων (751), πράξη που εγκαινίασε τη δυνατότητα των παπών να στέφουν και να καθαιρούν τους Φράγκους βασιλείς δια­σφαλίζοντας ταυτόχρονα την ιερότητα αυτής της πράξης από τους Φρά­γκους[42].

Στην ιστορική αναδρομή των Ελλήνων που ποίμαναν την αποστολική έδρα του Πέτρου πρέπει να προσθέσουμε δύο στοιχεία. Πρώτον, την ανα­γνώριση της σημαντικής συμβολή της Ρώμης κατά την Εικονομαχία, δεδο­μένου ότι στην Ζ’ Οικουμενική Σύνοδο (Νίκαια, 24/9-23/10/787) μετείχαν ως εκπρόσωποι του πάπα Αδριανού Α’ (772-795) δυο τοποτηρητές του, ο πρω­τοπρεσβύτερος Πέτρος στη βασιλική του Αγίου Πέτρου στη Ρώμη και ο Έλληνας ηγούμενος Πέτρος «ελληνικής» μονής του Αγίου Σάββα στη Ρώμη[43]. Δεύτερον, το γεγονός ότι ο πάπας Ιωάννης Α’ (523-526) ήταν ο πρώτος πάπας που επισκέφθηκε την Κωνσταντινούπολη, τον Μάρτιο του 524. Πα­ράλληλα, υπήρξε ο πρώτος και τελευταίος πάπας που έστεψε Βυζαντινό αυτοκράτορα, τον Ιουστίνο Α’, το Πάσχα (19 Απριλίου) του 524, όταν λει­τούργησε «λατινίδι τη φωνή» στη δεύτερη βασιλική της του Θεού Σοφίας, του Θεοδοσίου Β’.
Αλέξανδρος Ε’: Ο τελευταίος Έλληνας πάπας
Για την πολυκύμαντη και πολυσχιδή δραστηριότητα του πάπα Αλεξάν­δρου Ε’ κάνει λόγο ο Μάρκος Ρενιέρης (1815-1897). Ο Πέτρος Φιλάργης εί­χε γεννηθεί στην Κρήτη περί το 1340[44]. Προφανώς δεν είχε οικογένεια και έλαβε το όνομα Πέτρος από τον Χάνδακα. Διδάχθηκε Λατινικά από έναν Μινορίτη μοναχό. Ως Φραγκισκανός μοναχός στην Κρήτη το 1357, στάλθηκε από το ισχυρό τάγμα του Αγίου Φραγκίσκου στην Πάδοβα, φοί­τησε στο εκεί πανεπιστήμιο και συνέχισε τις σπουδές του στη Θεολογία στα περίφημα πανεπιστήμια της Οξφόρδης και των Παρισίων, όπου αναγο­ρεύθηκε διδάκτωρ, διδάσκοντας μάλιστα επί ένα διάστημα. Στο συγγραφι­κό του έργο συγκαταλέγονται σχόλια στα Sententiae του Πέτρου του Λομ­βαρδού[45].

Εγκατέλειψε όμως την ακαδημαϊκή σταδιοδρομία όταν το 1378 εκδηλώθηκε στους κόλπους της Καθολικής Εκκλησίας το μεγάλο σχί­σμα και όλοι οι οπαδοί του πάπα Ουρβανού ΣΤ’ εκδιώχθηκαν από το Πανε­πιστήμιο των Παρισίων. Το 1384 μετέβη στην Παβία, το 1386 εξελέγη επί­σκοπος Πιατσέντσας και το 1388 επίσκοπος Βιτσέντσας. Παράλληλα γνώ­ρισε τον Τζιαν Γκαλεάτσο Βισκόντι και έγινε πολιτικός του σύμβουλος, με­τέχοντας σε διπλωματικές αποστολές στην Πράγα.
Με την υποστήριξη του Βισκόντι αναδείχθηκε αρχιεπίσκοπος Μεδιολάνων το 1402. Αν και στενά συνδεδεμένη με την Αυλή της Γαλλίας (λόγω του μεγάλου σχίσματος στο εσωτερικό της), η οικογένεια Βισκόντι δεν είχε εντούτοις εγκαταλείψει και τον ποντίφηκα της Ρώμης. Πάπας στην Αβινιόν ήταν ο Βενέδικτος ΙΓ’, ενώ στη Ρώμη ο Ιννοκέντιος Ζ’, ο οποίος επιζητούσε τη φιλία των Βισκόντι και του Πέτρου Φιλάργη. Από τότε ο Φιλάργης έγινε ιδιαίτερα σημαίνον πρό­σωπο για την παπική Αυλή. Το 1405 τιμήθηκε με τον τίτλο του καρδιναλίου και στάλθηκε ως πρεσβευτής στη βόρεια Ιταλία, όπου συνασπίσθηκε με τους υπόλοιπους καρδιναλίους προγραμματίζοντας σύνοδο για να επιτευ­χθεί η ένωση της Καθολικής Εκκλησίας.
Στις 25 Μαρτίου 1409 άρχισε η Σύνοδος της Πίζας, κατά την οποία ο Πέ­τρος Φιλάργης αναδείχθηκε εξαιρετικά δραστήριος. Στις 26 Ιουνίου 1406 εκλέχθηκε πάπας, έχοντας εξα­σφαλίσει τα δύο τρίτα του κον­κλαβίου. Έλαβε το όνομα Αλέ­ξανδρος Ε’ και όφειλε πλέον να φροντίσει για την ειρήνη του Καθολικού κόσμου, και για την καλή λειτουργία της μηχανής της παπικής εξουσίας, με όρα­μα την Ένωση της Ορθόδοξης με την Καθολική Εκκλησία. Ως Φραγκισκανός, προώθησε αμέ­σως βούλλες (προνόμια) υπέρ του τάγματός του, ελπίζοντας ίσως ότι οι Φραγκισκανοί θα ανανέωναν το εκκλησιαστικό σώμα.
Ο Αλέξανδρος Ε’ επιθυμούσε το τέλος του σχίσματος μεταξύ της Αβινιόν και της Ρώμης. Αναγνωρίσθηκε από πολλές ιταλικές πόλεις, από τη Γαλλία, την Αγγλία, ένα τμήμα της Γερμανίας και από τη Βοημία. Ο σπουδαιότερος αντίπαλός του ήταν βέ­βαια η ίδια η Ρώμη. Μετά από οκτώ μήνες, την 1η Μαΐου 1410, η Ρώμη έπε­σε και ο Αλέξανδρος Ε’ θα μπορούσε να εγκατασταθεί εκεί ως πνευματικός ηγέτης της παπωσύνης με τη δύναμη των όπλων. Τελικά όμως δεν κατόρ­θωσε να εισέλθει στη Ρώμη. Ασθένησε στην Μπολώνια, απεβίωσε στις 4 Μαΐου 1410 και ετάφη στο κοιμητήριο του τάγματος των Φραγκισκανών.
Ευαίσθητος στις πράξεις συμφιλίωσης, ο Μάρκος Ρενιέρης υπογραμμί­ζει ιδιαίτερα τη διαλλακτική στάση του Αλεξάνδρου και τις προσπάθειές του να κατευνάσει τα πάθη και να συμβιβάσει τα πνεύματα στους κόλπους της Καθολικής Εκκλησίας. Ο Ρενιέρης θέλησε να προβάλει στο πρόσωπό του τις αστείρευτες δυνάμεις του Ελληνισμού ο οποίος, αν και κάτω από ξένη κυριαρχία, κατόρθωσε, παρά τις εθνικές αντιξοότητες, να διαδραμα­τίσει ηγετικό ρόλο στη Δύση[46].
Αντίστοιχη είναι η περίπτωση του επίσης Κρητικού Οικουμενικού πατριάρχη Κυρίλλου Λούκαρι (1572-1638), ο οποίος με σπάνιες ικανότητες, οπλισμένος με μόρφωση, παρρησία και μεγαλειώ­δες παράστημα, υπηρέτησε τον Ελληνισμό στις πλέον κρίσιμες στιγμές του, κατορθώνοντας να καταστήσει το Οικουμενικό Πατριαρχείο παράγο­ντα της ευρωπαϊκής πολιτικής. Στις δύο αυτές προσωπικότητες της Κρή­της διέβλεπε ο Ρενιέρης δυνατότητες για την αποκατάσταση της Ένωσης των Εκκλησιών, που αποτελεί μείζον ζήτημα της Ευρωπαϊκής Ιστορίας.



Άγιος Θεόδωρος Ουσακώφ-Ο ναύαρχος που αγίασε!



Δύο ρώσοι άγιοι είναι γνωστοί με το όνομα Θεώδωρος του Σαναξάρ.Ο ένας στις 19 Απριλίου και 21 Φεβρουαρίου και έζησε μεταξύ του 1717-1791.Ο άλλος ήταν ρώσος ναύαρχος,γεννήθηκε το 1743 κοιμήθηκε το 1817,η μνήμη του τιμάται στις 2 Οκτωβρίου ενώ είναι γνωστός και ως Άγιος Θεόδωρος Ουσακώφ το οποίο ήταν και το όνομά του. Θεωρεῖται ὁ θεμελιωτὴς τοῦ Α΄ Ἑλληνικοῦ Κράτους, τῆς Ἑπτανήσου Πολιτείας.Ο Άγιος Θεόδωρος ο ναύαρχος ήταν διάσημος στην Ρωσία πριν ακόμη αγιοποιηθεί.Ήταν εκλεκτός πολεμιστής και ήρωας του ρωσοτουρκικού πολέμου(1787-1791)ενώ πολέμησε και τους Γάλλους.Ήταν αήττητος χωρίς ποτέ να πληγωθεί.
Ανακυρήχθηκε άγιος όχι μόνο επειδή ήταν ήρωας.αλλά και επειδή έκανε πολλές ελεημοσύνες ενώ το 1807 αποτραβήχθηκε στην Μονή Σαναξάρ όπου επιδόθηκε σε ασκητικούς αγώνες.
Αγιοκατατάχθηκε το 2004 και τιμάται εξίσου με τους αγίους ήρωες Αλέξανδρο Νέφσκι και Δημητρίο του Ντον.Ὁ Ναύαρχος Θεόδωρος Οὐσακώφ επαιξε σημαντικὸ ρόλο στὴν ιστορία της σύγχρονης Κέρκυρας, ἀλλὰ καὶ γενικότερα τῆς Ἑλληνικῆς Ἱστορίας, ἀφοῦ εἶναι ὁ ἐλευθερωτὴς τῆς Ἑπτανήσου ἀπὸ τοὺς Γάλλους κατακτητὲς καὶ θεμελιωτὴς τοῦ πρώτου Ἑλληνικοῦ κράτους- τῆς Ἑπτανήσου Πολιτείας (1800-1807) – 347 χρόνια μετὰ τὴν ἅλωση τοῦ 1453 τῆς Πόλης.


Ἐκκινῶντας ἀπὸ τὴν Μαύρη θάλασσα ὡς στόλαρχος τῆς Μεσογείου μὲ τὰ πλοῖα τοῦ στολου (ποὺ δημιούργησε ὁ πρίγκιπας Ποτέμκιν), διαπλέει τὸ Αἰγαῖο καὶ στὶς 13 Σεπ 1788 ἐλευθερώνει τὰ Κύθηρα, στὶς 14 Ὀκτ τὴν Ζάκυνθο, στὶς 23 Ὀκτ τὴν Κεφαλλονιά, στὶς 1 Ἰαν 1799 τὴν Λευκάδα. Τέλος στὶς 21 Φεβ 1799 ἔρχεται ἡ σειρὰ τῆς ἀπελευθέρωσης τῆς Κέρκυρας, κάτω ἀπὸ τὶς ἔντονες ἐκδηλώσεις ἐνθουσιασμοῦ τῶν Ἑπτανησίων . Μετὰ ἀπὸ ἕνα χρόνο, τὸ 1800 ἰδρύεται ἡ Ἑπτάνησος Πολιτεία, μὲ τὴν βοήθεια καὶ καθοδήγηση τοῦ Ναυάρχου συμφιλιώνεται ὁ λαὸς καὶ γνωρίζει νέες καὶ ὄμορφες στιγμὲς μὲ ἐλπίδα γιὰ τὸ μέλλον του. Ἐπίσης σημαντικὴ εἶναι καὶ ἡ κίνηση νὰ ἐπαναγκατασταθῆ ὁ Ὀρθόδοξος Ἐπίσκοπος στὴν Κέρκυρα, εἶχε ἐκδιωχθῆ γιὰ αἰῶνες ἀπὸ τοὺς λατίνους καὶ ἀπὸ τοὺς ἄθεους γάλλους.
Ἡ παρουσία τοῦ Ναυάρχου Θεοδώρου Οὐσακὼφ καὶ τοῦ Ῥωσσικοῦ στόλου εἶναι ἐγγύηση γιὰ τὴν διατήρηση τῆς ἀνεξαρτησίας τοῦ Α΄ Ἑλληνικοῦ Κράτους, καθὼς οἱ περιπολίες τοῦ Ῥωσσικοῦ Ναυτικοῦ στὴν Μεσόγειο κρατοῦν μακρυὰ τοὺς ἐπίδοξους κατακτητὲς ἀπὸ τὴν δύση, ὅπως κρατοῦν ἐπίσης μακρυὰ καὶ τοὺς τουρκαλβανοὺς τοῦ Ἀλῆ πασᾶ.
Στὰ τελευταῖα χρόνια τῆς ζωῆς του ὁ Ὅσιος μονάζει στὴν Ἱ.Μονὴ Σαναξάρ, μοιράζοντας τὰ ὑπάρχοντά του σὲ ἀπόρους ναυτικοὺς τῆς Σεβαστουπόλεως.
Δίκαια θεωρεῖται ὁ θεμελιωτὴς τοῦ Α΄ Ἑλληνικοῦ Κράτους, τῆς Ἑπτανήσου Πολιτείας καὶ γι’ αὐτὸ τιμᾶται ἀπὸ τοὺς Ἑπτανήσιους καὶ ἰδιαίτερα ἀπὸ τοὺς Κερκυραίους.Δύο ρώσοι άγιοι είναι γνωστοί με το όνομα Θεώδωρος του Σαναξάρ.Ο ένας στις 19 Απριλίου και 21 Φεβρουαρίου και έζησε μεταξύ του 1717-1791.Ο άλλος ήταν ρώσος ναύαρχος,γεννήθηκε το 1743 κοιμήθηκε το 1817,η μνήμη του τιμάται στις 2 Οκτωβρίου ενώ είναι γνωστός και ως Άγιος Θεόδωρος Ουσακώφ το οποίο ήταν και το όνομά του. Θεωρεῖται ὁ θεμελιωτὴς τοῦ Α΄ Ἑλληνικοῦ Κράτους, τῆς Ἑπτανήσου Πολιτείας

ΠΗΓΗ: http://www.pentapostagma.gr/2012/10/blog-post_8224.html#ixzz2L4hyQIqw

 .                                                                                                                                                                         .
ΝΕΟΜΑΡΤΥΣ ΕΛΙΣΑΒΕΤ Η ΔΟΥΚΙΣΣΑ ΚΑΙ ΟΣΙΟΜΑΡΤΥΣ ΒΑΡΒΑΡΑ

Ἡ Μεγ. Δούκισσα Ἐλισάβετ τῆς Ρωσίας, γεννήθηκε τό 1864 στή Δαρμστάτη τῆς Γερμανίας καί ἦταν κόρη τοῦ Μεγ. Δούκα Λουδοβίκου Δ' τῆς Ἔσσης καί τῆς Πριγκίπισσας Ἀλίκης, κόρης τῆς Βασιλίσσης Βικτωρίας τῆς Ἀγγλίας. Τό 1884 παντρεύτηκε τόν Μεγ. Δούκα τῆς Ρωσίας Σέργιο Ἀλεξάντροβιτς (1857 -1905), γιό τοῦ Τσάρου Ἀλεξάνδρου Β' καί τό 1891 ἀσπάσθηκε τό Ὀρθόδοξο δόγμα. Τό ἴδιο ἔτος ὁ σύζυγός της διορίσθηκε Διοικητής τῆς Μόσχας. Τό 1894 ἡ ἀδελφή της Ἀλίκη (1872 - 1918), παντρεύτηκε τόν Τσάρο Νικόλαο Β' καί ἀσπάσθηκε τό Ὀρθόδοξο δόγμα μέ τό ὄνομα Ἀλεξάνδρα.
Ἡ Μεγ. Δούκισσα Ἐλισάβετ ἦταν φύσει φιλάνθρωπος. Το 1905, κατά τόν Ρωσο - Ἰαπωνικό Πόλεμο, μετέτρεψε τό Ἀνάκτορο τοῦ Κρεμλίνου σέ ἕνα ἀπέραντο ἐργαστήριο, ὅπου γυναίκες ὅλων τῶν κοινωνικῶν τάξεων ἐργάζονταν γιά τίς ἀνάγκες τοῦ Ρωσικοῦ Στρατοῦ.
Τήν 18η Φεβρουαρίου 1905 ὁ σύζυγός της Μεγ. Δούκας Σέργιος δολοφονήθηκε μέ βόμβα ἀπό τόν ἀναρχικό Ἰβάν Καλιάεφ. Τό γεγονός αὐτό ἄλλαξε ριζικά τήν ζωή τῆς Μεγ. Δούκισσας. Συγκέντρωσε ὅλα της τά τιμαλφή καί ὅσα προερχόνταν ἀπό τήν Αὐτοκρατορική Οἰκογένεια, τά παρέδωσε στό Δημόσιο Θησαυροφυλάκιο, ἄλλα δώρησε σέ συγγενεῖς της καί τό μεγαλύτερο μέρος τό διέθεσε γιά τήν ἀνέγερση τῆς Μονῆς τῶν ἁγ. Μάρθας καί Μαρίας καί τήν δημιουργία τῆς Ἀδελφότητας τῶν Ἀδελφῶν τοῦ Ἐλέους, μέ προοπτική νά ἀναβιώσει τόν παλαιοχριστιανικό θεσμό τῶν Διακονισσῶν. Ἡ Μονή περιλάμβανε νοσοκομεῖο, χειρουργεῖο, φαρμακεῖο καί φαρμακευτικό ἐργαστήριο, ἵδρυμα γιά φυματικές γυναίκες καί ὀρφανοτροφεῖο.
Στή Μονή ἡ Μεγ. Δούκισσα ζοῦσε τήν ζωή μιᾶς ἀληθινῆς ἀσκήτριας. Κοιμόταν σέ ξύλινο κρεβάτι χωρίς στρῶμα, μέ μαξιλάρι σκληρό καί τηροῦσε αὐστηρή νηστεία. Ἐκτός τοῦ ἔργου της μέσα στή Μονή, ἐνίσχυσε καί τήν Ρωσική Ἱεραποστολή τῶν Ἱεροσολύμων, καθώς καί τήν ἀνέγερση τοῦ Ρωσικοῦ Ναοῦ τοῦ ἁγ. Νικολάου καί τοῦ Ξενῶνα στό Μπάρι τῆς Ἰταλίας.
Τήν Τρίτη τοῦ Πάσχα τοῦ 1918, ἡ Μεγ. Δούκισσα Ἐλισάβετ συνελήφθη ἀπό τούς Μπολσεβίκους. Μέ τήν θέλησή τους τήν ἀκολούθησαν οἱ ὑποτακτικές της Μοναχές Βαρβάρα Γιακόβλεβνα καί Αἰκατερίνη Γιανίσεβα. Ἀρχικά φυλακίσθηκε στό Πέρμ καί τήν 20. 5. 1918 στό Ἀλαπαγιέφσκ τῆς Σιβηρίας, μαζί μέ τόν Μεγ. Δούκα Σέργιο Μιχαήλοβιτς, τόν γραμματέα του Φ. Μ. Ρεμέζ, τούς γιούς τοῦ Μεγ. Δούκα Κων. Κωνσταντίνοβιτς Ἰωάννη, Κωνσταντίνο καί Ἰγώρ καί τόν Πρίγκηπα Βλαδίμηρο Πάλεϋ. Τό βράδυ τῆς 17ης πρός 18η Ἰουλίου 1918, οἱ κρατούμενοι ρίχθηκαν ζωντανοί στό πηγάδι ἑνός ὀρυχείου, ὅπου βρῆκαν ἀργό τραγικό θάνατο, ἀπό τά τραύματα, τήν πεῖνα καί τήν δίψα. Τήν Μεγ. Δούκισσα ἀκολούθησε μέ τήν θέλησή της στό μαρτύριο ἡ Μοναχή Βαρβάρα Γιακόβλεβνα, ἀπό τῆς πρώτες ἀδελφές τῆς Μονῆς.
Ὅταν τά Λευκά Στρατεύματα τοῦ Στρατηγοῦ Κόλτσακ ἔφθασαν στήν περιοχή, ἄρχισε προσπάθεια νά ἀνασυρθοῦν τά σώματα. Τό Λείψανο τῆς μ. Βαρβάρας βρέθηκε τήν 8η Ὀκτωβρίου καί τῆς Μεγ. Δούκισσας Ἐλισάβετ τήν 11η τοῦ ἰδίου μηνός. Ἄν καί εἶχαν περάσει τρεῖς περίπου μῆνες ἀπό τόν μαρτυρικό τους θάνατο, τά Λείψανα βρέθηκαν ἀδιάφθορα, μέ τά χέρια σέ σχῆμα Σταυροῦ! Στό στῆθος τοῦ μωλωπισμένου Λειψάνου τῆς ἁγ. Ἐλισάβετ, βρέθηκε μία πολύτιμη εἰκόνα τοῦ Σωτῆρος, μέ τήν ὁποία τήν εἶχε εὐλογήσει ὁ Τσάρος Ἀλέξανδρος Γ', κατά τήν προσχώρησή της στήν Ὀρθοδοξία, τήν Κυριακή τῶν Βαϊων τοῦ 1891.
Τά Λείψανα ἀρχικά ἐνταφιάσθηκαν στό κοιμητήριο τοῦ Ἀλαπαγιέφσκ. Τόν Ἰούλιο τοῦ 1919 ὁ πνευματικός τῆς Μεγ. Δούκισσας Ἡγούμενος Σεραφείμ, τά μετακίνησε μέ ἄδεια τοῦ Στρατηγοῦ Κόλτσακ στήν Τσίτα, λόγῳ τῆς προελάσεως τοῦ Ἐρυθροῦ Στρατοῦ. Τά φέρετρα ἀνοίχθηκαν στή Μονή τῆς Ἁγίας Σκέπης καί τά Λείψανα βρέθηκαν καί πάλι ἀδιάφθορα. Τότε εὐπρεπίσθηκαν μέ μοναχικά ἐνδύματα καί ἐνταφιάσθηκαν στό δάπεδο ἑνός κελλιοῦ. Ἕξη μῆνες ἀργότερα, τήν 26. 2. 1920, φυγαδεύθηκαν στό Πεκίνο, ὅπου τά ὑποδέχθηκε ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἰννοκέντιος. Ἐκεῖ, μέ παρέμβαση τῶν ἀδελφῶν τῆς Μεγ. Δούκισσας, ἀποφασίσθηκε νά μεταφερθοῦν στήν Παλαιστίνη καί νά κατατεθοῦν στή Ρωσική Μονή τῆς ἁγ. Μαγδαληνῆς (στά ἐγκαίνια τοῦ Ναοῦ τῆς ὁποίας εἶχε παρευρεθεῖ ἡ Μεγ. Δούκισσα, τό 1888).
Ἡ ἁγιότητα τῶν δύο Νεομαρτύρων διακηρύχθηκε τό 1981, ἀπό τήν ὑπό τόν Μητροπολίτη Φιλάρετο Σύνοδο τῶν Ἐπισκόπων τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας τῆς Διασπορᾶς. Κατά τήν ἐπίσημη Ἀνακομιδή τῶν Λειψάνων διαπιστώθηκε, ὅτι ἦσαν μερικῶς ἄφθαρτα (τά πόδια, τά πέλματα καί ὁ ἐγκέφαλος τῆς ἁγ. Ἐλισάβετ καί ἡ Κάρα τῆς ἁγ. Βαρβάρας). Σήμερα φυλάσσονται στή Ρωσική Μονή τῆς ἁγ. Μαγδαληνῆς Ἱεροσολύμων.
Ἡ μνήμη τους τιμᾶται τήν 18η Ἰουλίου.
                                                                                                                                                                        .

ΑΓΙΟΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΧΕΛΜ
 Ο Άγιος Ιερομάρτυς Βασίλειος γεννήθηκε στην ευλογημένη από τον Θεόν επαρχία της Χελμ, στο χω­ρίον Τερατίν κατά τα τέλη του 19ου αιώνος. Κατήγετο από την περιφανή ορθόδοξη οικογένεια των Μαρτίς, ο πατέρας του Αλέξανδρος ήταν δικαστής και με­τά έγινε ιερεύς. Ο νεαρός Βασίλειος μεγάλωνε σε ορ­θόδοξη ευλαβική ατμόσφαιρα και μαθήτευσε στην ιε­ρατική Σχολή της Χελμ. 
Μετά την αποφοίτησή του, ενυμφεύθη και σε ηλι­κία 26 ετών εισήλθε στην ιερωσύνη. Κατόπιν εστάλη υπό της εκκλησιαστικής του αρχής ως ιεραπόστολος στην Αλάσκα και εκεί προσέφερε τις ιερατικές του υ­πηρεσίες, λειτουργών προπαντός στα νησιά Αφογκνάκ και Κόντιακ. Εκτελούσε τα ιερατικά του καθή­κοντα με μόχθο και αφοσίωσι, και, διατελών υπό την πνευματική δικαιοδοσία της Ρωσσικής Εκκλησίας, λειτουργούσε κατά διαστήματα  στην Πενσυλβανία της Αμερικής και στον Καναδά. 
Μετά την επιστροφή του στην πατρίδα του, διορί­ζεται ως εφημέριος το 1912 στην ορθόδοξη ενορία της πόλεως Σοσνόβιετς (νότια Πολωνία). Όταν άρχισε ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος, ευρέθηκε σε κατάστασι διωγμού και αναγκάσθηκε να γίνη πρόσφυγας μαζί με την οικογένειά του στην Ρωσσία, όπου τελικώς κατέ­φυγε στην Μόσχα, στο μοναστήρι του Αγίου Ανδρό­νικου. Λειτουργούσε όπου αν τύχαινε, μετά κάπου δε εργαζόταν χειρωνακτικώς για να συντήρηση την οι­κογένειά του. Μετά το τέλος του πολέμου, επέστρεψε στην πόλι του Σοσνόβιετς και στην ενορία του.
Παραλλήλως με τα ενοριακά του καθήκοντα, προ­σπάθησε να λάβη άδεια για να εξυπηρετή ως στρατιω­τικός Ιερεύς τους ορθοδόξους στρατιώτες του πολω­νικού στρατού. Το 1921 κατώρθωσε να αναδειχθή γε­νικός ιερατικός προϊστάμενος και εξομολόγος του στρατού, έλαβε δε και το αξίωμα του πρωτοπρεσβυτέ­ρου. Σ' αυτήν την θέσι ευρισκόμενος, επί δεκαπέντε έ­τη προσέφερε μετά κόπου και μόχθου τις υπηρεσίες του, επιλύων και υπερβαίνων προβλήματα και δυσκο­λίες προερχόμενες εκ των ετεροδόξων και των κρα­τούντων πολιτικών συνθηκών. Συνεργάσθηκε δε μετά των πρώτων Αρχιεπισκόπων Βαρσοβίας και πάσης Πολωνίας, Γεωργίου και Διονυσίου, συμμετέχων και στις διαδικασίες ανακηρύξεως της Πολωνικής Εκκλη­σίας ως Αυτοκεφάλου το 1924, υπό του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Μετά την συνταξιοδότησί του επέστρεψε στην γε­νέτειρά του, το Τερατίν, μαζί με την οικογένειά του και εκεί διήλθε τα δύσκολα έτη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, κατά τα οποία επέρασαν από την περιοχή του Χελμ γερμανικά και ανταρτικά-πολωνικά στρατεύματα, βλάπτοντα τον ορθόδοξο προ παντός λαό. 
Όταν τελείωσε ο πόλεμος και επήλθε ειρήνη, αυ­ξήθηκε η δράσις των πολωνών ανταρτών και το μίσος τους προς τους ορθοδόξους εντοπίους κατοίκους (εν γνώσει της πολωνικής καθολικής κυβερνήσεως και των λατίνων κληρικών) και τότε ακριβώς άρχισε ο μαρτυρικός Γολγοθάς του πρεσβύτου πατρός Βασι­λείου. Επραγματοποίησαν επιθέσεις στην οικία του, απειλούντες και φοβερίζοντες αυτόν, έως ότου το 1945, την Μεγάλη Παρασκευή, περιεκύκλωσαν την κατοικία του και τον εβασάνισαν, βιάζοντές τον να αρνηθή την ορθοδοξίαν. Αυτός δε παραμείνας στερε­ός εις την πίστιν του, έλαβε τον στέφανον του μαρτυ­ρίου και παρέδωσε την ζωήν του για την αγίαν πίστιν της Ορθοδόξου του Χριστού Εκκλησίας.
Εκηδεύθηκε εις Τερατίν και το 1963 μετέφεραν τα λείψανά του στην Βαρσοβία σε ορθόδοξο κοιμητήριο και μετά την κατά το 2003 απόφασιν αγιοποιήσεώς του, εγένετο ανακομιδή αυτών και ετοποθετήθησαν σε λάρνακα, εντός του κοιμητηριακού και ενοριακού να­ού του Αγίου Ιωάννου της Κλίμακος στην Βαρσοβία.

ΠΗΓΗ: «Άγιοι της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Πολωνίας και η αγιοποίησις
των Μαρτύρων της Επαρχίας Χελμ, 8 Ιουνίου 2003».
Εκδόσεις «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
                                                                                                                                                                        .

Άγιος Νεομάρτυς Ζαφείριος. Ένας άγνωστος άγιος από την Χαλκιδική (11 Ιουνίου)

(Μεταφορτώθηκε από http://antexoume.wordpress.com)

(ένας από τους πολλούς νεομάρτυρες της πίστεώς μας, που είναι σχεδόν άγνωστος. Ακόμα και πολλά εορτολόγια δεν τον αναφέρουν στο ερώτημα ¨πότε γιορτάζει ο Ζαφείρης, η Ζαφείρω;”. Ας είναι υπόδειγμα ακλόνητης πίστεως για όλους, και ιδιαίτερα για τα παιδιά μας.)
agios-neomartys-zafeirios 
Νεομάρτυρας ΖΑΦΕΙΡΙΟΣ τῆς Θεσσαλονίκης (+ 1821/1822)
Το 1821 με την επανάσταση της Χαλκιδικής πολλοί κάτοικοι των χωριών της περιοχής κατέφυγαν με τις οικογένειές τους στο Άγιον Όρος προκειμένου να διαφύγουν της σφαγής και του εξανδραποδισμού των Τούρκων. Υπήρξαν περιπτώσεις Χαλκιδικιωτών οι οποίοι δεν αρνήθηκαν να αλλαξοπιστήσουν με αποτέλεσμα να δεχθούν τον στέφανο του μαρτυρίου, Ένας από αυτούς ήταν και ο νεαρός Ζαφείριος. Έφηβος στην ηλικία ήταν ο μόνος από το σύνολο των νεαρών παιδιών που οδηγήθηκαν από το Όρος στη Θεσσαλονίκη που παρέμεινε πιστός στον Χριστό. Ο ακριβής τόπος καταγωγής του είναι ακόμη άγνωστος, σίγουρα ωστόσο κάποιο από τα χωριά της Χαλκιδικής. Ελπίζουμε η πρόνοια του Θεού να μας φανερώσει κάποια στιγμή το χωριό του νεομάρτυρα.  Η ακολουθία του συντέθηκε από τον Αθανάσιο Σιμωνοπετρίτη και η μνήμη του τιμάται στις 11 Ιουνίου.


.                                                                                                                                                   .

Η ΘΑΥΜΑΣΤΗ ΑΦΘΑΡΣΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΣΒΙΡ

000015e7
Του Πρωτοπρ. Δημητρίου Αθανασίου
Πιστεύεται, ότι ο Θεός διατήρησε το Λείψανο σε τόσο θαυμαστή κατάσταση αφθαρσίας, διότι ο Άγιος Αλέξανδρος είναι ο μόνος Άγιος μετά τον Πατριάρχη Αβραάμ, ο όποιος αξιώθηκε επισκέψεως της Αγίας Τριάδος με μορφή τριών Αγγέλων.
Κατά την διάρκεια αυτής της επισκέψεως, ή Αγία Τριάς μέχρι που άγγιξε τον Άγιο, και αυτό το άγγιγμα προφανώς ήταν που έκανε το σώμα του απρόσβλητο στην φθορά. Θαυμαστός ο Τριαδικός Θεός, ο ενδοξαζόμενος εν τοις Άγίοις Αυτού!
Ό Άγιος Αλέξανδρος αναχώρησε για την Ουράνιο Βασιλεία την 30ή Αυγούστου του 1533, σε ηλικία 85 ετών.
Ό Άγιος Αλέξανδρος του Σβίρ εδοξάσθη με θαυμαστά σημεία και θαύματα κατά την διάρκεια της ζωής του και μετά την Κοίμηση του.
Το 1545, ο μαθητής και διάδοχος του Ηγούμενος Ηρωδίων συνέθεσε τον Βίο του. Το 1547 άρχισε ο τοπικός εορτασμός της μνήμης του και συνετέθη ή Ακολουθία του.
Στις 17 Απριλίου του 1641, κατά την διάρκεια της ανακαινίσεως του Ναού της Μεταμορφώσεως, όπου ο Άγιος είχε ταφή, αποκαλύφθηκε τα άγιο Λείψανο του σε κατάσταση πλήρους Αφθαρσίας· έκτοτε, ή Εκκλησία εορτάζει την μνήμη του δύο φορές: την ήμερα της Κοιμήσεως του, 30ή Αυγούστου, και την ήμερα της επισήμου Διακηρύξεως της Αγιότητας του και της ανακομιδής του Ιερού Λειψάνου του, 17η Απριλίου.ag.alexandros
Ό Άγιος Αλέξανδρος, όπως του υποσχέθηκε ή Υπεραγία Θεοτόκος, άφησε πίσω του μεγάλο πλήθος μαθητών, πολλοί από τους οποίους ηγίασαν και τιμώνται μέχρι σήμερα από την Εκκλησία του Θεού επί γης ως Άγιοι.
Έκτοτε, το αδιάφθορο άγιο Λείψανο του Άγιου Αλεξάνδρου αποτελούσε πηγή αγιασμού, προσκυνήσεως και θεραπείας: οι τυφλοί ελάμβαναν το φως τους, οι παραλυτικοί ελάμβαναν την δύναμη των ποδών τους, και όσοι έπασχαν από οποιαδήποτε ασθένεια, ελάμβαναν την πλήρη ίαση.
Οι δαίμονες έφευγαν από τους δαιμονισμένους και στείρες γυναίκες συνελάμβαναν...
Θαυμαστός είναι ο Πανάγαθος Θεός εν τοις Αγίοις Αυτού, ο Όποιος δόξασε τον δούλων Αυτού σε αύτη την εφήμερη ζωή με θαύματα και σημεία, τα όποια εγίνοντο δια των χειρών του. Και μετά τον θάνατο του ακόμη αξίωσε να τοποθετηθεί το πάντιμο και ιερό Σκήνωμά του στην Εκκλησία Του, για να καταυγάζει από εκεί, ως μέγας φάρος, με τα πανένδοξα Θαύματα του!...
Η ΔΕΥΤΕΡΑ ΑΝΑΚΟΜΙΔΗ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΛΕΙΨΑΝΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΤΟΥ ΖΒΙΡ
Την 30ή Ιουλίου του 1998, οι πιστοί της Ρωσίας έσπευσαν κατά χιλιάδες να προσκυνήσουν το νεωστί ανακαλυφθέν ιερό Λείψανο του Αγίου Αλεξάνδρου του Σβίρ στον Ναό των Αγίων Σοφίας, Πίστεως, Αγάπης και Ελπίδος στην Αγία Πετρούπολη.
Μετά απουσία περίπου 80 χρόνων, ένας από τους πλέον αγαπητούς Αγίους της Θηβαΐδος του Βορρά επέστρεψε στον τόπο των μοναχικών του αγώνων.
Οκτώ δεκαετίες ενωρίτερα, στις 5 Ιανουαρίου του 1918, οι Μπολσεβίκοι κατέλαβαν το μεγαλύτερο τμήμα της Ρωσικής Θηβαΐδος του Βορρά: την περιοχή γύρω από το Όλονετς και το Λοντέϊνογιε Πολιέ.
ag.alexandros1Την αμέσως επομένη ήμερα οι Μπολσεβίκοι έκαναν την εμφάνιση τους στο Μοναστήρι του Σβίρ στην λειψανοθήκη του Αγίου Αλεξάνδρου.
Ένα τέτοιο ταμείο αγιότητας αποτελούσε ένα προφανές εμπόδιο στον διάβολο και τα όργανα του, τα όποια είχαν καταλάβει τότε την γη της Ρωσίας.
Όμως, στην περίπτωση εκείνη ήταν ανεξήγητα ανίκανοι να προκαλέσουν κάποια βλάβη στο Λείψανο του Αγίου ή να το μετακινήσουν.
Οι Κομμουνιστές έκαναν ακόμη κάποιες απόπειρες και μόνον στην έκτη τους προσπάθεια, στις 20 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους (1918), κατόρθωσαν να μετακινήσουν το αδιάφθορο Λείψανο του Αγίου Αλεξάνδρου.
Τούτο εγκαινίασε την θλιβερή «εκστρατεία κατασχέσεως των λειψάνων», ή οποία συνεχίσθηκε από το 1919 ως το 1922, οπότε τα Λείψανα 63 Ρώσων Αγίων εκλάπησαν, υπεβλήθησαν σε «επιστημονικές εξετάσεις», παρουσιάσθηκαν ως «μούμιες», ή ακόμη και ως «κίβδηλα», σε αντιθρησκευτικά μουσεία ή κατεστράφησαν.
Κατά την περίοδο αυτήν, ολόκληρη ή βόρεια περιοχή της Ρωσίας μετεβλήθη σε ένα απέραντο στρατόπεδο συγκεντρώσεως.
Ή Θηβαΐδα του Βορρά βεβηλώθηκε και μολύνθηκε, αλλά ταυτοχρόνως και αγιάστηκε, γινομένη ένας Γολγοθάς από τους πολλούς στην Ρωσία.
Ή Μονή του Αγίου Αλεξάνδρου του Σβίρ δοκίμασε την ίδια μοίρα των πολλών Μοναστηριών της περιοχής: έγινε στρατόπεδο συγκεντρώσεως, γνωστό ως «Σβίρλαγκ» («Στρατόπεδο του Σβίρ»).
Αργότερα, έγινε διαδοχικά οίκος αναπήρων πολέμου, οίκος παιδιών, τεχνική σχολή και στρατόπεδο. Τελικά, το τμήμα της Αγίας Τριάδος της Μονής μετατράπηκε σε ψυχιατρικό άσυλο, ένα μέρος του οποίου παραμένει τέτοιο μέχρι σήμερα.
Ή Μονή υπέστη άσχημες φθορές με την πάροδο των χρόνων. Όμως, ο Θεός δεν επέτρεψε να χαθεί το Λείψανο του Αγίου Αλεξάνδρου. Μετά την κατάσχεση του από τους Μπολσεβίκους, πρώτα εφέρθη στο Λοντέϊνογιε Πολιέ.
Ή τοπική επιτροπή των Τσεκιστών ζήτησε να γίνει μία έρευνα για την αυθεντικότητα του Λειψάνου. Εξετάσθηκε από Σοβιετικούς επιστήμονες με την ελπίδα αποδείξεως ότι ήταν κίβδηλο - μία απάτη της Εκκλησίας για την αποβλάκωση των πιστών. ag.alexandros3
Όμως, προς αμηχανία των Μπολσεβίκων, τα αποτελέσματα τους επιβεβαί ωσαν όσα είχαν καταγραφή κατά την πρώτη ανακάλυψη του Λειψάνου του Αγίου το 1641· ότι δηλαδή επρόκειτο πράγματι περί του Αγίου Αλεξάνδρου και ότι το σώμα του ήταν, σε εκπληκτικό βαθμό, αδιάφθορο.
Το δέρμα του ήταν λευκό και ελαστικό. Τα χαρακτηριστικά του προσώπου του ήσαν καθαρά διακρινόμενα και έφεραν μία εντυπωσιακή ομοιότητα με τις εικόνες του Αγίου, οι οποίες αγιογραφήθηκαν μεταξύ του 16ου και του 18ου αιώνος.
Ένας ακαδημαϊκός, ο Πέτρος Πέτροβιτς Ποκρύσκιν, δεν φοβήθηκε σε εκείνη την εποχή των διωγμών να γράψει μία θαρραλέα απάντηση στην αίτηση των Τσεκιστών: «Αναγνωρίζοντας ότι το Λείψανο του Αγίου Αλεξάνδρου του Σβίρ αποτελεί αναμφισβήτητα ιστορικό γεγονός, ή θέσης των οποίου πρέπει να είναι σε μία εκκλησία, ζητούμε να ληφθούν μέτρα για την διαφύλαξη Αυτού του εθνικού ιστορικοί θησαυρού».
Από το Λοντέϊνογιε Πολιέ το Λείψανο εφέρθη στην Αγία Πετρούπολη (τότε Πέτρογκραντ). Την εποχή εκείνη ήλθε εντολή από το Κομμισαριάτο της Δικαιοσύνης να τοποθετηθούν όλα τα Λείψανα σε μουσεία.
Το Λείψανο του Άγιου Αλεξάνδρου έφέρθη στο ανατομικό μουσείο της πόλεως, το όποιο στεγαζόταν στην Στρατιωτική Ιατρική Ακαδημία.
Εκεί το Λείψανο εξετέθη ως έκθεμα, αλλά έμεινε χωρίς εγγραφή -μία προφανής προσπάθεια από τους υπαλλήλους του μουσείου να αποκρυφθή.
Ταυτόχρονα, έγιναν απόπειρες να επιδειχθούν ψεύτικα λείψανα του Αγίου στο κοινό, τα όποια δεν ομοίαζαν στην ιστορική του περιγραφή, ως μέρος σχεδίου των Κομμουνιστών να πλήξουν την Εκκλησία, άλλα αυτές οι απόπειρες απέτυχαν.
ag.alexandros4Χάρις σε έναν από τους επιστήμονες, τον Β. Ν. Τόνκοβ, ο όποιος δεν ήταν «στρατευμένος αθεϊστής» όπως οι συνάδελφοι του, το Λείψανο παρέμεινε στην Στρατιωτική Ιατρική Ακαδημία της Αγίας Πετρουπολέως, εξορισμένο στην λήθη. Εκεί έμεινε για περίπου οκτώ δεκαετίες, με αναμονή της στιγμής, κατά την οποία, θεία πρόνοια, θα επέστρεφε στους πιστούς.
Στις 14 Ιουνίου 1997, περίπου έξι χρόνια μετά την κατάρρευση του κομμουνιστικού ολοκληρωτισμού στην Ρωσία, το τμήμα της θείας Μεταμορφώσεως της Μονής του Αγίου Αλεξάνδρου του Σβίρ επεστράφη ολόκληρο στην Εκκλησία. Το τμήμα της Αγίας Τριάδος, το όποιο απέχει ένα τρίτο μιλίου από το έτερο τμήμα, επεστράφη μερικώς στην Εκκλησία στις 22 Σεπτεμβρίου 1998.
Ή έρευνα για τον Άγιο Αλέξανδρο άρχισε το 1997, με την ευλογία του Μητροπολίτου της Αγίας Πετρουπολέως Βλαδίμηρου.
Τα περισσότερα ντοκουμέντα από την σοβιετική περίοδο είτε εχάθησαν είτε κατεστράφησαν, όμως οι προσευχητικές ερευνητικές προσπάθειες των Αδελφών της Γυναικείας Μονής της Αγίας Σκέπης Τερβενίτσι, υπό την καθοδήγηση του πνευματικού τους Πατρός, του Ηγουμένου Λουκιανού (Κουτσένκο), Προϊσταμένου τώρα της Μονής του Αγίου Αλεξάνδρου Σβίρ, ανταμείφθηκαν τελικά.
Τον Δεκέμβριο Αυτού του έτους (1997) το Λείψανο του Αγίου ευρέθη! Όταν αυτό εξετάσθηκε, ήταν ακριβώς εφάμιλλο προς την αρχική περιγραφή της πρώτης ανακομιδής του Λειψάνου του 1641. Ήταν το ίδιο αδιάφθορο όσο και πριν από την κατάσχει του.
Σύμφωνα με ανθρωπολόγους και εθνολόγους ειδικούς, το Λείψανο άνηκε σε άνδρα της φυλής των Βεπ-μιας πολύ μικρής ομάδος Φινλανδικής καταγωγής, ή οποία κατοικούσε στην περιοχή όπου ο Άγιος Αλέξανδρος γεννήθηκε και όπου αργότερα έκτισε την Μονή του.
Τελικά, μετά την έκτος πάσης αμφιβολίας απόδειξη της ταυτότητος του Αγίου, ο Μητροπολίτης Βλαδίμηρος έδωσε την ευλογία του, ώστε το πλήρες θείας Χάριτος Λείψανο να μεταφερθεί στον Ναό των Αγίων Μαρτύρων Σοφίας, Πίστεως, Ελπίδος και Αγάπης για τέσσερις μήνες, προκειμένου να τεθεί σε δημόσια προσκύνηση προ της επιστροφής του στην Μονή του Αγίου.
Πριν από την μεταφορά του Λειψάνου στον Ναό, έτελέσθη μία δέηση στην αίθουσα εξετάσεων της Ιατρικής Ακαδημίας. Προς έκπλησιν και πνευματική άγαλλίασιν των παρόντων, τα χέρια και τα πόδια του Αγίου άρχισαν να αναβλύζουν σταγόνες ευώδους μύρου, σαν ο Άγιος να έλεγε: «Ναι, σάς ακούω· εγώ είμαι»!ag.alexandros5
Αυτή ή έκχυσης Χάριτος συνεχίσθηκε και όταν το Λείψανο μετεφέρθη στον Ναό. Ή ροή του ευώδους μύρου ήταν τόσο ισχυρή, ώστε πετούσαν μέλισσες κοντά στα πόδια του Αγίου.
Ό Κληρικός Αλέξιος Γιάνγκ (τώρα Ιερομόναχος Αμβρόσιος) ήταν στην Αγία Πετρούπολη όταν το Λείψανο ευρέθη.
Περιγράφων την εμπειρία της προσκυνήσεώς του, γράφει αυτός ο αμερικανός προσκυνητής: «Με έκπληξη είδα, ότι ο Άγιος δεν ήταν μόνον αδιάφθορος, αλλά το δέρμα του δεν είχε καθόλου σκουρύνει από την πάροδο πέντε περίπου αιώνων ήταν τόσο λευκό όσο κάποιου πού ζει σήμερα. Ασπαζόμενος τα ακάλυπτα πόδια του, μπορούσα να ιδώ τον σχηματισμό του θαυματουργού μύρου, σαν σταγόνες πλουσίου μέλιτος, μεταξύ των δακτύλων».
Εικόνες του Αγίου, οι όποιες ευλογήθηκαν στην λειψανοθήκη, άρχισαν ομοίως να αναδίδουν είτε μύρο είτε εύωδία। Ό Δόκιμος Αλέξανδρος της Μονής του Αγίου Αλεξάνδρου του Σβίρ στεκόταν συνεχώς στην λειψανοθήκη, παρατηρώντας όχι μόνον την ποσότητα του ρέοντος μύρου, άλλα και τις θαυματουργικές θεραπείες, οι όποιες ελάμβαναν χώρα εκεί. θεραπεύθηκαν άνθρωποι με πολλές ασθένειες: παραλυτικοί, καρκινοπαθείς, πάσχοντες από δερματικές παθήσεις ή παθήσεις των οστών και δαιμονισμένοι.
Μετά την μεταφορά του Λειψάνου στην Μονή του Αγίου Αλεξάνδρου του Σβίρ τον Νοέμβριο του 1998, οι θεραπείες συνέχισαν να συμβαίνουν ενώπιον του.
Ή ροή του μύρου επίσης συνεχίσθηκε απαραμείωτα. Παρατηρήθηκε, ότι αυτό το θαύμα αυξάνει σε ένταση όταν καταφθάνουν στην Μονή ομάδες ανθρώπων, στις όποιες δεν συμπεριλαμβάνονται μόνον πιστοί, άλλα και αμφισβητίες επίσης. Μέχρι και σήμερα ή Μονή καταγράφει τα θαύματα, τα όποια τελούνται στο Λείψανο του Αγίου του Θεού
Η ΖΩΟΠΟΙΟΣ ΑΓΙΑ ΤΡΙΑΣ ΕΝΕΦΑΝΙΣΘΕΙ ΣΤΟΝ ΑΓΙΟΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟ ΤΟΥ ΣΒΙΡ.
Το μέγα αυτό θαύμα έγινε ως εξής. Το έτος 1508 σε ηλικία 60 ετών αφ` ότου ο όσιος Αλέξανδρος άρχισε τότε να ασκείται με αγώνες που υπερβαίνουν την ανθρώπινη δύναμη σε πείνα, δίψα και στην αντοχή του ψύχους, ελπίζοντας ότι με το πρόσκαιρο αυτό ψύχος του χειμώνα θα αποφύγει τη μέλλουσα αιώνια κόλαση.
Οι δαίμονες όμως, βλέποντας να καταπολεμούνται απ’ τον Όσιο και καταλαβαίνοντας ότι επρόκειτο να εξοστρακιστούν απ’ αυτόν, προσπάθησαν απ’ την αρχή να τον τρομοκρατήσουν.
Εμφανίζονταν άλλοτε μεν σαν θηρία και άλλοτε σαν φίδια πού έτρεχαν κατεπάνω του με συριγμούς και θηριώδη αγριότητα και του προκαλούσαν πολλούς άλλους πειρασμούς.
ag.alexandros6Μια νύχτα ό όσιος Αλέξανδρος πήγαινε προς το μοναχικό ερημητήριο του οπού συνήθιζε να προσεύχεται μόνος του, όταν ξαφνικά εμφανίστηκε μπροστά του ένα αναρίθμητο πλήθος δαιμόνων, σαν νάταν στρατός πολύς, και άρχισαν να πηδούν κατεπάνω του με μανία, να τρίζουν τα δόντια τους, ενώ απ’ το στόμα τους φαινόταν έβγαινε μια μεγάλη φλόγα και με λύσσα να του φωνάζουν:
-Φύγε, φύγε απ’ αυτόν τον τόπο, αναχώρησε γρήγορα απ’ εδώ, για να μην πεθάνεις με θάνατο κακό.
Ό Όσιος όμως, σαν καλός μαχητής του Ιησού Χριστού οπλισμένος με προσευχή, δεν τρομοκρατήθηκε καθόλου απ’ αυτούς, γιατί γνώριζε την ασθενική δύναμη τους.
Και ή προσευχή ,του έβγαινε από το στόμα του σαν πύρινη φλόγα και κατέκαψε και αφάνισε όλες τις ανίσχυρες λεγεώνες των δαιμόνων.
Ό όσιος Αλέξανδρος συνέχισε τότε το δρόμο του και ήρθε στο μοναχικό ερημητήριο του όπου έκανε τις συνηθισμένες προσευχές του στο Θεό, οπότε ξαφνικά ένας άγγελος με λαμπρά ενδύματα παρουσιάστηκε μπροστά του. Βλέποντας τον ό Όσιος αισθάνθηκε φόβο και τρόμο και πέφτοντας στο έδαφος έμεινε εκεί σαν νεκρός.
Ό άγγελος τον έπιασε από το χέρι και του είπε:
Είμαι άγγελος Κυρίου και ό Θεός με έστειλε να σε διαφυλάξω απ` όλες τις απάτες του πονηρού διαβόλου και να σου υπενθυμίσω τα θεια οράματα πού είχες δει σ’ αυτόν τον τόπο πού έχεις εγκατασταθεί- γιατί οι εντολές Του πρέπει να εκτελεστούν- ό Κύριος σε εξέλεξε να γίνεις οδηγός σε πολλούς για τη σωτηρία τους. Σού δηλώνω ότι το θέλημα του Θεού είναι να χτίσεις σ’ αυτόν τον τόπο μια εκκλησία στο όνομα της Αγίας Τριάδος, να συγκεντρώσεις αδελφούς και να ιδρύσεις μοναστήρι.
Κι αφού είπε αυτά ό άγγελος έγινε άφαντος.
Ό όσιος Αλέξανδρος όμως αγαπούσε την ησυχία και ήθελε να ζήσει σ’ αύτη όλες τις μέρες της ζωής του- γι’ αυτό προσευχόταν όλο και περισσότερο στο Θεό να τον ελευθερώσει από κάθε απάτη του εχθρού. Κάποτε πού είχε απομακρυνθεί απ’ την καλύβα του και όπως το συνήθιζε προσευχόταν μερικές ώρες συνέχεια, ξαφνικά εμφανίστηκε πάλι ό άγγελος Κυρίου και του είπε:
-Αλέξανδρε, όπως σου είπα την προηγούμενη φορά, φτιάξε μια εκκλησία, συγκέντρωσε αδελφούς και ίδρυσε μοναστήρι, γιατί πολλοί πού επιζητούν να σωθούν θα έρθουν σε σένα και πρέπει να τους οδηγήσεις «εις οδόν σωτηρίας».
Και λέγοντας αυτά ό άγγελος έγινε και πάλι άφαντος.
Κατά το 1508 πάλι, πού ό Όσιος συμπλήρωνε τον 23ο χρόνο σ’ αυτή την έρημο κι ενώ ήταν στο ερημικό κελί του μια νύχτα και κατά τη συνήθεια του προσευχόταν, ξαφνικά στο σημείο πού βρισκόταν έλαμψε ένα μεγάλο φως.
Ό Όσιος ξαφνιάστηκε και σκέφτηκε: «Τι να σημαίνει αυτό;» Και αμέσως είδε τρεις ανθρώπους να έρχονται προς αυτόν ντυμένοι με λαμπρά, λευκά ενδύματα. Ήταν ωραιότατοι και αγνοί, λάμποντας περισσότερο απ’ τον ήλιο και αστράφτοντας με μια ανέκφραστη ουράνια δόξα.. Καθένας τους Κρατούσε στο χέρι κι ένα σκήπτρο.
Όταν τους είδε ό Όσιος έτρεμε ολόκληρος, γιατί τον κατέλαβε φόβος και τρόμος Και μόλις συνήλθε λίγο προσπάθησε να τους προσκυνήσει μέχρι το έδαφος. Εκείνοι όμως τον έπιασαν απ’ το χέρι, τον σήκωσαν και του είπαν:
Έχε ελπίδα, μακάριε, και μη φοβάσαι.
Και ό Άγιος είπε:
-Κύριοι μου, εάν βρήκα κάποια χάρη ενώπιον σας, πέστε μου ποιοι είστε πού, ενώ έχετε τόση δόξα και λαμπρότητα, καταδεχθήκατε να έρθετε προς το δούλο σας, γιατί ποτέ μου δεν είδα κανένα με τέτοια δόξα Όπως εσείς.
Εκείνοι του απάντησαν:
-Μη φοβάσαι, άνθρωπε θείων επιθυμιών, γιατί το Άγιο Πνεύμα ευαρεστήθηκε να κατοικήσει σε σένα για την αγνότητα της καρδιάς σου και όπως σου προείπα πολλές φορές έτσι και τώρα σου λέω ότι πρέπει να φτιάξεις εκκλησία, να συγκεντρώσεις αδελφούς και να δημιουργήσεις μοναστήρι, γιατί με σένα ευδόκησα να σώσω πολλές ψυχές και να τους φέρω στην επίγνωση της αλήθειας.
Ακούγοντας αυτά ό Όσιος γονάτισε και πλημμυρισμένος από δάκρυα είπε:
- Κύριε μου, ποιος είμαι εγώ ό αμαρτωλός, ό χειρότερος απ’ όλους τους ανθρώπους, πού θα ήμουν άξιος ν’ αναλάβω τέτοιες ευθύνες, σαν κι αυτές για τις οποίες μου μίλησες; Είμαι αδύνατος για ν’ αποδεχτώ τέτοια αποστολή. Γιατί εγώ ό ανάξιος δεν ήρθα σ’ αυτόν τον τόπο για να κάνω αυτά πού με προστάζεις, αλλά μάλλον για να κλάψω τις αμαρτίες μου.
Μόλις είπε αυτά ό Όσιος κειτόταν κάτω στο έδαφος και ό Κύριος τον έπιασε πάλι απ’ το χέρι, τον σήκωσε και του είπε:
-Σήκω όρθιος, πάρε θάρρος και δύναμη και κάνε όλα όσα σε πρόσταξα.
Ό Όσιος απάντησε:
- Κύριε μου, μη θυμώνεις μαζί μου πού τόλμησα να σου αντιμιλήσω- πες μου, σε τίνος το όνομα θέλεις να τιμάται ή εκκλησία πού ή αγάπη Σου για το ανθρώπινο γένος θέλει να χτιστεί σ’ αυτόν τον τόπο;
Και ό Κύριος είπε στον Όσιο:
-Όπως βλέπεις τον ένα να σου μιλάει με τρία πρόσωπα, φτιάξε την εκκλησία στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, της Αγίας Τριάδος «εν μια τη ουσία». Σου αφήνω την ειρήνη Μου και ή ειρήνη Μου πού σου χαρίζω θα είναι μαζί σου.
Και ξαφνικά ό Όσιος είδε τον Κύριο με απλωμένα φτερά να βαδίζει στο έδαφος, σαν να περπατούσε με τα πόδια, και μετά έγινε άφαντος.




Ο ΜΑΡΜΑΡΩΜΕΝΟΣ ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΑΓΙΟΣ IΩΑΝΝΗΣ ΒΑΤΑΤΖΗΣ








Αγιορείτες Γέροντες λένε πως ο Μαρμαρωμένος Βασιλιάς είναι ο Άγιος Ιωάννης Δούκας Βατάτζης ο Ελεήμων, ο Αυτοκράτορας δηλαδή Νικαίας, ο οποίος βρέθηκε παντελώς άφθαρτος στον τάφο του στην Μικρασία, τόσο ο ίδιος, όσο και τα βασιλικά του ενδύματα!

Όμως με τις αλώσεις των Φράγκων και των Τούρκων, χάθηκαν τα ίχνη του αγίου άφθαρτου και ολόσωμου λειψάνου, το οποίο βρίσκεται όπως φαίνεται στην Κωνσταντινούπολη, κεκρυμμένο, σε μυστικό σπήλαιο, το οποίο γνωρίζουν μόνο λίγοι κρυπτοχριστιανοί, που φυλούν το ιερό μυστικό για αιώνες, αναμένοντας την έγερση του μαρμαρωμένου!

Η ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΕΦΡΑΙΜ ΑΜΕΡΙΚΗΣ

Την πρώτη βάσιμη και αξιόπιστη μαρτυρία την έχουμε διά στόματος του μεγάλου Γέροντος Εφραίμ της Αμερικής, τέως Καθηγουμένου της Ι. Μ. Φιλοθέου Αγίου Όρους, ο οποίος έχει διηγηθεί ότι....

την πληροφορία για την ύπαρξη του Ιωάννη, τους την μετέφερε πριν το 1955 στο Άγιον Όρος ο Αρχιερεύς Ιερόθεος εκ Μικρασίας, ο οποίος μάλιστα τον είχε χειροτονήσει! Αυτός ο Αρχιερέας Ιερόθεος τους είπε πως είχε δεί με τα ίδια του τα μάτια τον κοιμώμενο Βασιλέα Ιωάννη! Να τι είχε διηγηθεί συγκεκριμένα ο Γέροντας Εφραίμ της Αμερικής, το οποίο πρωτακούσαμε άφωνοι πριν 14 σχεδόν χρόνια στο Άγιον Όρος από κασέτα με τη φωνή του ίδιου του γέροντα:

" …Υπάρχει κοιμώμενος Στρατηγός ονόματι Ιωάννης, ο οποίος, τότε ο Αρχάγγελος Μιχαήλ θα υποδείξει εις τους Χριστιανούς ότι αυτός θα βασιλεύσει τώρα. Θα τους υποδείξει με το δάχτυλό του τον τόπο και θα τον καλέσουν να ηγηθεί και να βασιλεύσει εις τον ελληνικό και ορθόδοξο λαό. Καί θα γίνει αυτό.

Πριν από χρόνια εις το Άγιον Όρος ήταν ένας Αρχιερέας ονόματι Ιερόθεος. Αυτός ήρθε από την Μικρά Ασία. Καί το Οικουμενικό Πατριαρχείο τον έβαλε στο Άγιον Όρος να κάνει χειροτονίες, μνημόσυνα, Λειτουργίες, κλπ. Ήταν ένας άγιος Αρχιερέας, στον τύπου του Αγίου Νικολάου. Από αυτόν τον άγιον Αρχιερέα αξιώθηκα της Ιεροσύνης. Από την Μικρά Ασία. Ευλογημένος άνθρωπος του Θεού!

Ένα θα σας πω. Αγρυπνίες που κάμναμε! Δεκαπέντε ώρες αγρυπνία, αυτός ο άνθρωπος, ογδοηκοντούτις γέρων, δεν εκάθετο καθόλου στο κάθισμα. Από το θρόνο κατέβαινε στο στασίδι πάλι όρθιος. Καί στην Λειτουργία τρεις ώρες που ακολουθούσε μετά την πολύωρη Ακολουθία του Όρθρου, όρθιος! Τον βάζαμε μία καρέκλα να καθίσει και δεν ήθελε. Έλεγε «ακόμη η Παναγία μας δεν με κούρασε» και ας έτρεμε όλος από την κούραση.

Αυτός ο άγιος Αρχιερέας, αυτός μας είπε. Αυτός είδε τον κοιμώμενο αυτόν Στρατηγό Ιωάννη, που θα αναστηθεί όταν θα γίνει ο 3ος μεγάλος αυτός Παγκόσμιος Πόλεμος! Τον είδε!. Διότι χείλη αρχιερέως και ιερέως ου ψεύδονται.

Λοιπόν μας είπε την αλήθεια. Καί τον ρωτήσαμε. Διότι ζούσε τότε και ο μακαριστός μου και ο άγιος γέροντάς μου (σ.σ. ο περίφημος Ιωσήφ Ησυχαστής και Σπηλαιώτης) και όλοι μαζί συνοδεία, τον είχαμε πάρει στο εκκλησάκι μας και εκεί καθίσαμε και τον κάμναμε τις ερωτήσεις. Καί μας τα έλεγε. Τα ακούσαμε με τα αυτιά μας.

Λέει «υπάρχει αυτός ο κοιμώμενος βασιλεύς και θα αναστηθεί»!
Τού λέμε «ποτέ Γέροντα; Πότε άγιε Αρχιερέα του Θεού»;
Λέει, «όταν θα γίνει ο 3ος Παγκόσμιος Πόλεμος»!
Καί επίσης μας είπε ότι «το δεξί του χέρι είναι στη λαβή του σπαθιού! Το οποίο σπαθί είναι μες στην θήκη».
Καί μας έλεγε «όταν το σπαθί βγεί από τη θήκη του, τότε θα αρχίσει ο 3ος Παγκόσμιος Πόλεμος».
Καί εμείς από την περιέργειά μας του λέγαμε:
«Σεβασμιότατε πόσο απέχει το σπαθί από την θήκη»;
«Ολίγοι πόντοι εναπέμειναν για να βγεί» λέει…"!
Η αποκάλυψη αυτή του Αρχιερέως Ιεροθέου έγινε λίγο πριν τα γεγονότα του Πογκρόμ του 1955 σε Κωνσταντινούπολη και Σμύρνη, ζώντος του οσίου Γέροντος Ιωσήφ Ησυχαστή του Σπηλαιώτη, ο οποίος κοιμήθηκε στις 15 Αυγούστου του 1959 μ.Χ..

Η ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΤΟΥ ΚΑΘΗΓΗΤΗ - δεκαετία 1970

Η παρακάτω μαρτυρία έχει δημοσιευθεί στο διαδίκτυο: "Η διήγηση που ακολουθεί περιγράφει την επίσκεψη ενός Καθηγητού του Πανεπιστημίου στην Κωνσταντινούπολη μέσα στη δεκαετία του 70.

Εκεί είχε φίλους δύο Τούρκους καθηγητές του Πανεπιστημίου της Κων/πόλης. Σε συζήτηση που είχε μαζί τους για τα επερχόμενα ήρθε και το θέμα της επανάκτησης της Πόλης.

Τότε οι Τούρκοι καθηγητές (που απ΄ τη συνέχεια φαίνεται ότι ήταν κρυπτοχριστιανοί) του είπαν:

"Θέλεις να σε πάμε να δείς κάτι μοναδικό, με την προϋπόθεση ότι θα σού δέσουμε τα μάτια καθ΄όλη την διαδρομή, ώστε να μην μπορείς να εντοπίσεις το μέρος. Γιατί αυτό που θα αντικρύσεις, αποτελεί επτασφράγιστο μυστικό"!

Εκείνος δέχτηκε και ξεκίνησαν με ένα τζιπ, αυτός με δεμένα τα μάτια, αλλά από την ώρα που έκαναν να φτάσουν στον προορισμό τους, υπολόγισε πως πρέπει να ήταν περί τα 10 χιλιόμετρα έξω απ΄ την Κων/πόλη. Τον κατέβασαν με δεμένα μάτια και τον οδήγησαν σε ένα μέρος που απ΄ την υγρασία κατάλαβε ότι ήταν σπήλαιο.

Προχώρησαν αρκετά μέσα στο σπήλαιο και όταν έφθασαν σε μία εσωτερική στοά του σπηλαίου του άνοιξαν τα μάτια. Αυτό που αντικρυσε υπερέβαινε ο,τι μπορούσε να είχε πριν φανταστεί! Η στοά ήταν αρκετά μεγάλη και σε κάποιο σημείο υπήρχε ένας ανοικτός τάφος χωρίς κανένα διακριτικό. Μέσα στον τάφο είδε ένα άνδρα ντυμένο με ρούχα βασιλικά της Ρωμαίκης αυτοκρατορίας, διέκρινε δύο πορφυρούς σταυρούς στους ώμους, αλλά το συγκλονιστικό ήταν ότι ο άνδρας αυτός ήταν σαν ζωντανός που κοιμάται, είχε δηλαδή ροδαλό χρώμα σαν ζωντανός. Έφερε πλήρη πολεμική εξάρτιση της εποχής και είχε το χέρι του στο ξίφος το οποίο ήταν βγαλμένο σχεδόν όλο απέμεναν δε λίγα εκατοστά για να αποσπαστεί από τη θήκη του. και ενώ παρατηρούσε άναυδος, οι φίλοι του του είπαν:

"Αυτός είναι ο δούξ Ιωάννης Βατάτζης, βασιλεύς της Νίκαιας, αυτός θα ηγηθεί του γένους των Ρωμιών. Το μυστικό αυτό μεταδίδεται από γενιά σε γενιά, σε κάποιους έμπιστους και η παράδοση λέει ότι όταν θα βγεί το σπαθί του τελείως απ΄ το θηκάρι, οι Έλληνες θα πάρουν πίσω ότι έχασαν τότε. Καί είναι γεγονός, το έχουμε παρατηρήσει ότι το ξίφος μετακινέιται κατά ένα-δύο χιλιοστά την πενταετία" (δεν είναι βέβαιο το διάστημα).

Τού έδεσαν τα μάτια πάλι και επέστρεψαν. Φίλος φίλου του καθηγητού και αυτοπτου μάρτυρος, το έχει διηγηθεί γύρω στο 1992 απ' ευθείας σε αδελφικό μου φίλο, γιατρό, αναπληρωτή διευθυντή κλινικής, πιστό και σοβαρό άνθρωπο, ο οποίος μου το μετέφερε.

Τότε ήμασταν πολύ δύσπιστοι. Μάλιστα εγώ το είπα στον γέροντά μου που είναι δυσκολόπιστος σ΄αυτά και έχει διάκριση και το άκουσε με προσοχή. "Γιατί όχι;" τον άκουσα έκπληκτος να μου λέει, "το κρατάμε στην καρδιά μας αφού είναι προσδοκία μας και εφ΄ όσον οι άγιοί μας έχουν πεί ότι θα γίνουν αυτά, δεν ψεύδονται". Ναί αλλά είναι ο Βατάτζης ο αγαθός βασιλεύς και θα αναστηθεί; τον ρώτησα. "Πολύ πιθανόν" μου απήντησε. Ξέροντας τον γέροντά μου κι εγώ κι ο φίλος μου θεωρήσαμε την απάντησή του σαν απόλυτη επιβεβαίωση. Παρ΄ όλα αυτά ήμασταν ακόμα επιφυλακτικοί.

Πολύ αργότερα το διασταυρώσαμε με ένα βίντεο όπου μιλάει ο γέρων Εφραίμ, κτήτωρ πολλών μοναστηριών στην Αμερική και λέει πως στο Αγ. Όρος είχε γνωρίσει έναν άγιο αρχιερέα τον Μηλιτουπόλεως Ιερόθεο που ζούσε τότε μονάζοντας στο Αγ. Όρος και του είχε διηγηθεί ότι σε επισκεψή του το 1952 στην Κων/πόλη είχε δεί (κάτω από ποιές συνθήκες δεν ξέρω) ακριβώς τα ίδια που περιγράψω πιο πάνω. Μάλιστα έλεγε "στον γ. Εφραίμ ότι "...λίγα εκατοστά παιδάκι μου είχε για να βγεί το σπαθί απ΄το θηκάρι του...". Τού το διηγήθηκε το 1955 και φοβόταν (με την εκδίωξη των Ελλήνων απ΄την Πόλη) μήπως είχε έρθει η ώρα του μεγάλου πολέμου. Στο βίντεο αυτό ο γέρων Εφραίμ τονίζει:"...και χείλη Αγίου Αρχιερερέως ου ψεύδονται..."

Καί η παραπάνω μαρτυρία επικαλείται την αποκάλυψη του Γέροντος Εφραίμ της Αμερικής.

Η ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΤΟΥ ΣΤΡΑΤΗΓΟΥ - δεκαετία 1980

Η επόμενη μαρτυρία δημοσιεύθηκε σε άρθρο της δημοσιογράφου Ελένης Κυπραίου – πρώτης παρουσιάστριας της Ελληνικής Τηλεόρασης - παραμονή της Αλώσεως, 28 Μαίου του 1990. Ανάμεσα στα άλλα, αναφέρει μία συνταρακτική αποκάλυψη:

Πριν μερικά χρόνια λοιπόν, λιγότερα από δεκαετία, υπηρετούσαν, απ’ τη μία κι’ από την άλλη πλευρά του Έβρου, στα σύνορα, που διαιρούν τη Θράκη μας στα δύο, αντίστοιχα, Έλλην και Τούρκος στρατηγός. Οι δύο άνδρες είχαν συνδεθεί με στενή μεταξύ τους φιλία. Πολύ περισσότερο που ο Τούρκος στρατηγός, είχε σύζυγο Ελληνίδα.

Όταν έφθασε ο καιρός να μετατεθούν για άλλη υπηρεσία, προσκάλεσε ο Τούρκος τον Έλληνα συνάδελφό του.

«Τόσον καιρό», του είπε, «περάσαμε ανέφελα μαζί. Οι διαφορές που έχουν οι δύο χώρες μας , μεταξύ τους, δεν επηρέασαν τη φιλία μας. Αλλά κι’ εμείς οι Τούρκοι θεωρούμε τη φιλία ιερή. Θα ήθελα αύριο το βράδυ να σού το αποδείξω».

Την επόμενη, στις 10 ακριβώς, ο Έλλην επιβιβαζόταν στο ιδιωτικό αυτοκίνητό του Τούρκου. Νύχτα αφέγγαρη ήταν. Ερημικοί οι δρόμοι. Ανοιχτή κι η λεωφόρος ταχείας κυκλοφορίας προς την Πόλη. Κοντά μεσάνυχτα πρέπει να να πλησίασαν στις παρυφές της, Ύπνος βαθύς είχε καθηλώσει στα κρεβάτια τους κατοίκους της. Ησυχία στους δρόμους.

Γρήγορος, ο οδηγός Τούρκος, μπήκε, βγήκε από στενά, από περιπεπλεγμένα σαν κουβάρι καλντερίμια. Νύχτα αφέγγαρη. Έσβησε τη μηχανή, σταμάτησε μπροστά σε καγκελόπορτα με γραφές στα Ελληνικά.

Ο γοργός ρυθμός, η αγωνία, η περιέργεια, δεν άφηναν στον Έλληνα περιθώρια να ψάξει, ούτε καν να προβληματισθεί. Ακολουθούσε τον Τούρκο πειθήνια, σαν αυτόματο, χωρίς φόβο, με περίσσια εμπιστοσύνη. Ούτε καν που του πέρασε απ’ το μυαλό, πως μπορούσαν να ’ναι και κακές οι προθέσεις του.

Στάθηκαν μπροστά σε διπλομανταλωμένη σιδερένια στενή θύρα. Έβγαλε κλειδί απ’ την τσέπη του ο Τούρκος. Ξεκλείδωσε. Άνοιξε. Υπόγειο ήταν. Μούχλα ανέδιναν οι τοίχοι. Μούχλα και κλεισούρα. Λησμονιά, καταχωνιασμένη στα έγκατα της γης. Περπάτησαν κι οι δύο, σε διαδρόμους, χωρίς να σκοντάφτουν. Τούς βάραινε η σιωπή, η αναμονή. Πού πήγαιναν, έτσι στα τυφλά; Πού κατευθύνονταν; Ανάστροφα στο χρόνο. Σε ποιόν χρόνο; Τον ανθρώπινο η τον Θεικό;

Ο Τούρκος ήξερε. Αλλά δεν ήξερε ακόμη ο Έλληνας. Δεν μπορούσε να δικαιολογήσει την περιπλάνηση. Μα ούτε και πρόφταινε να προβληματιστεί. Ακολουθούσε. Με την βεβαιότητα, πως η στιγμή ήταν μοναδική. Πως δεν θα ’χε την ευκαιρία, ποτέ ξανά, να την ξαναζήσει. Ακολουθούσε. Ονειρευόταν άραγε; Υπνοβατούσε; Φτερωμένη η φαντασία του, ανάπλαθε μονοπάτια, που μόνο σε ελαφρύ ύπνο βαδίζει κανείς; Ένα ήταν σίγουρο: Δεν θα ξανάβρισκε ποτέ τον δρόμο. Δεν θα τον ξανάβρισκε χωρίς οδηγό.

Είχαν φτάσει στο τέρμα. Θύρα και πάλι αρματωμένη μπροστά τους. Βαριά σιωπή. Η σιγή της ύστατης ώρας. Πού ήρθε να διακόψει μόνο το τρίξιμο της κλειδαριάς. Το γκρίνιασμα του σκουριασμένου σίδερου.

Μισάνοιξε η βαριά θύρα. Ισχνό φως στο εσωτερικό. Υπερκόσμιο. Μυστηριακό. Υπόγειο; Μπουντρούμι; Κενοτάφιο; Καί τότε, τότε μόνον μίλησε ο Τούρκος: «Εσείς οι Έλληνες, δεν πιστεύετε στον θρύλο του Μαρμαρωμένου Βασιλιά; Δεν λέτε και ξαναλέτε μεταξύ σας, πως βόλι εχθρού δεν τον άγγιξε; Πως δεν τον κατάπιε το μανιασμένο πλήθος των πορθητών της Πόλης; Αλλά πως τον τράβηξε η Παναγιά στην αγκαλιά της, για να τον κάνει Αθάνατο. Δεν είστε βέβαιοι πως ΖΕΙ Ο ΜΑΡΜΑΡΩΜΕΝΟΣ ΒΑΣΙΛΙΑΣ; Δεν είναι θρύλος. Ψεύτικη ελπίδα. Ονειροφαντασία. Είναι ΑΛΗΘΕΙΑ. Δες και μόνος σου».

Στο πάτωμα, μισοανασηκωμένο στον ένα αγκώνα ο Έλληνας είδε, είδε με τα μάτια του, τον ΜΑΡΜΑΡΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΙΑ. ΑΝΑΣΗΚΩΜΕΝΟ. Ρίγος μεταφυσικό τον διαπέρασε. Θόλωσαν απ’ τα δάκρυα τα μάτια μου. Θαμπώθηκε η όρασή του. Έκανε το σταυρό του. Μπροστά του, εκεί, σε απόσταση ανάσας, το ΘΑΥΜΑ. Κι ήταν αυτός, ο τυχερός, που είχε αξιωθεί να το ζήσει με τις αισθήσεις του. Σε συγκεκριμένο χώρο και χρόνο.

Πηχτή η σιωπή, σχεδόν, κοβόταν με το μαχαίρι.

Μίλησε και πάλι ο Τούρκος: «Πριν μερικά χρόνια κειτόταν στο έδαφος ο ΜΑΡΜΑΡΩΜΕΝΟΣ ΒΑΣΙΛΙΑΣ. Τον τελευταίο καιρό άρχισε σιγά – σιγά ν’ ανασηκώνεται. Πάμε».

Ξανάκλεισαν τη θύρα. Την ξανακλείδωσαν. Αντίστροφα βγήκαν μέχρι την αυλή απ’ τα υπόγεια. Ξαναπέρασαν την καγκελένια πόρτα.

Δεν άφησαν πίσω ίχνη απ’ τις πατημασιές τους. Κανείς δεν τους είχε δεί. Μπήκαν στο αυτοκίνητο πήραν τον δρόμο του γυρισμού. Σιωπηλοί. Χωρίς ν’ ανταλλάξουν κουβέντα. Δεν είχε ακόμη ξημερώσει σαν έφτασαν στον Έβρο. Προτού αποχωρισθούν, φιλήθηκαν σταυρωτά.

Το ποτάμι κυλούσε ορμητικά προς το Αιγαίο.
«Γυρίζει πίσω το ποτάμι», μονολόγησε ο Έλλην στρατηγός «Γυρίζει όταν το θελήσει ο Θεός».
Υπηρέτησε αργότερα στο Κέντρο.

Προτού αποστρατευθεί θεώρησε υποχρέωση του ν’ αποκαλύψει το μεγάλο μυστικό στην προσωπικότητα που μας το εμπιστεύθηκε, κατονομάζοντας και τον στρατηγό, κάτω από το βλέμμα του Θεού και της Παναγιάς. Κάναμε και μείς το σταυρό μας μουρμουρίζοντας «Η ΠΟΛΙΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΕΑΛΩ»"!

Ο Στρατηγός αναφέρεται πως κοιμήθηκε το 2001 και τη μαρτυρία επιβεβαίωσε η αδελφή του Ελένη, η οποία ανέφερε επιπρόσθετα πως ο αδερφός της είχε δεί και μία επιγραφή πάνω από το κεφάλι του Μαρμαρωμένου Βασιλέα, που έγραφε το όνομα "Ιωάννης"!

ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΕΣ ΠΡΟΦΗΤΕΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΜΑΡΜΑΡΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΙΑ

Σύμφωνα με τις παραπάνω μαρτυρίες (πολλά στενάκια - ελληνικά γράμματα) ο Μαρμαρωμένος πρέπει να βρίσκεται κάπου στην Κωνσταντινούπολη και το όνομά του είναι πράγματι ΙΩΑΝΝΗΣ!

Αφού υπάρχουν και διάφοροι Βυζαντινοί Χρησμοί και Προφητείες Αγίων μας, που μιλούν επακριβώς για αυτόν, αναφέροντας το όνομα "Ιωάννης" και προσδιορίζουν το μέρος που βρίσκεται:

1. Η ΠΡΟΦΗΤΕΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΜΕΘΟΔΙΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΠΑΤΑΡΩΝ γράφει: "απέλθετε επί τα δεξιά μέρη της Επταλόφου, και εκεί ευρήσεται άνθρωπον επί δύο κίονας, ιστάμενον εν κατηφεία πολλή (έσται δε λαμπρός το είδος, δίκαιος, ελεήμων, φορών πενιχρά, τη όψει αυστηρός και τη γνώμη πράος) έχοντα επί τον δεξιόν αυτού πόδα καλάμου τύλωμα, και φωνή υπό του αγγέλου κηρυχθήσεται, συνήσατε αυτόν Βασιλέα, και δώσουσιν αυτώ εις την δεξιάν χείρα ρομφαίαν, λέγοντες αυτώ, ανδρίζου Ιωάννη, και ίσχυε και νίκα τους εχθρούς σου, και επάρας την ρομφαίαν παρά αγγέλου, πατάξει τους Ισμαηλίτας Αιθίοπας, και πάσαν γενεάν άπιστον"!

2. Η ΠΡΟΦΗΤΕΙΑ ΓΡΑΜΜΕΝΗ ΜΕ ΚΩΔΙΚΑ ΣΎΜΦΩΝΩΝ (χωρίς φωνήεντα) ΣΤΟΝ ΤΑΦΟ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ (την οποία αποκωδικοποίησε ο Πατριάρχης Γεννάδιος) γράφει: "σπεύσατε πολλά σπουδαίως εις τα δεξιά μέρη άνδρα εύρητε γεναίον θαυμαστόν και ρωμαλέον τούτον έξετε δεσπότην"!

3. Η ΠΡΟΦΗΤΕΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΑΝΔΡΕΑ ΤΟΥ ΔΙΑ ΧΡΙΣΤΟΝ ΣΑΛΟΥ αναφέρει: " Εν γαρ ταίς εσχάτοις ημέραις αναστήσει Κύριος ο Θεός βασιλέα από πενίας και πορεύεται εν δικαιοσύνη πολλή..."

4. Η ΠΡΟΦΗΤΕΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΑΡΑΣΙΟΥ γράφει σχετικά: "Καί τότε εξυπνήσει ο Άγιος Βασιλεύες, ο εν αρχή μεν του ονόματος αυτού το ι, και εν δε τω τέλει σ, έχων, α σημαίνουσι σωτηρίαν...." δηλαδή το όνομα Ιωάννης.

5. ΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΜΑΡΜΑΡΩΜΕΝΟΥ-ΚΟΙΜΩΜΕΝΟΥ ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΔΙΝΟΥΝ ΧΡΗΣΜΟΙ ΤΟΥ ΛΕΟΝΤΟΣ ΤΟΥ ΣΟΦΟΥ:

"Περί του θρυλουμένου πτωχού και εκλεκτού βασιλέως, τοϋ γνωστού και άγνωστου, τοϋκατοικοϋντος εν τη άκρα της Βυζαντίδος. Ο αληθινός βασιλεύς... ον εδίωξαν της οικίας αύτοϋ οι άνθρωποι... εις το τέλος των Ίσμαηλιτων αποκαλυφθήσεται... εν ήμερα Παρασκευή, ώρα τρίτη... αποκαλυφθήσεται..."

Καί σε άλλο σημείο: "Ερωτώσι δε τον Βασιλέα, γέλοντες πως ακούει το όνομά σου; ο δε αποκριθείς λέγει, ο πτωχός, ο πτωχολέων, το όνομά μου Ιω, των πάντων ήμην δραπέτης, και ήλθον να πληρώσω μόνον τας λστ' ημέρας. εγώ ειμί ο ο βασιλεύς ο πένης. π ελεών πτωχούς και πένητας, το δε όνομά μου, ιώτα και ω, συν τη μακρά, ο λέγεται Ιω, και ελήλυθα εις τον κόσμον εις Χριστιανών πρεσβείαν, ίνα φυλάττω χρόνους λστ'. Έπειτα πορεύομαι, όθεν εξήλθον, είτα έρχεται και ο λύκος ολόγας τινάς ημέρας"! "Ιω" όμως σημαίνει "Ιωάννης" και ως "λύκος" νοείται ο "Αντίχριστος", ο οποίος θα έρθει μετά τον Άγιο Βασιλέα, επειδή πρέπει να προηγηθεί ο ευαγγελισμός στην Ορθοδοξία όλης της ανθρωπότητας! Όσης απομείνει από τον φονικό Πόλεμο...

6. Η ΠΡΟΦΗΤΕΙΑ ΑΓΙΟΥ ΑΝΔΡΟΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΒΑΣΙΛΕΑ ΜΑΝΟΥΗΛ ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟ γράφει: "Τότε άγγελος εξ ουρανού καταβήσεται διά νεύσεως Θεού, έχων εν τη χερί αυτού σκήπτρον και ξίφος του Αγιωτάτου Βασιλέως Κωνσταντίνου, και τον ειρηνικόν στέψει βασιλέα. Ος και αυτόν μέσον πάντων εστίν εν τω πολέμω, δώσει δε αυτώ το σκήπτρον και το ξίφος, και το όνομα αυτού Ελεήμονα καλέσει"! Αυτό είναι όμως το προσωνύμιο του Αγίου Ιωάννου Γ΄ Δούκα Βατάτζη του Ελεήμονος, Αυτοκράτορος Νικαίας!

ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΗΜΩΝ ΚΕΚΡΥΜΜΕΝΟΥ ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΙΩΑΝΝΗ ΠΟΛΛΑ ΤΑ ΝΕΑ ΕΤΗ. ΑΜΗΝ!





Ὁ Ἅγιος Δαμασκηνὸς ὁ Στουδίτης Ἐπίσκοπος Λητῆς καὶ Ρεντίνης (1558-1574)

μεταφ. impantokratoros

Ὁ Ἅγιος Δαμασκηνὸς ὁ Στουδίτης Ἐπίσκοπος Λητῆς καὶ Ρεντίνης (1558-1574)
Ὁ Ἅγιος Δαμασκηνὸς ὁ Στουδίτης
Ἐπίσκοπος Λητῆς καὶ Ρεντίνης (1558-1574)
Ὁ Ἐπίσκοπος Λητῆς καὶ Ρεντίνης Δαμασκηνὸς εἶναι ἐξέχουσα μορφὴ ἁγίου Ἱεράρχου ὄχι μόνον τοῦ 16ου αἰῶνος, ἀλλὰ ὅλων τῶν χρόνων τῆς δουλείας, καὶ ὡς ἐκ τούτου ἀποτελεῖ πνευματικὸ φάρο ποὺ κατέλαμψε τὸ τότε πνευματικὸ σκότος τοῦ Γένους, δοξάζοντας καὶ τὴν περίφημη Ἐπισκοπὴ Λητῆς καὶ Ρεντίνης, ἡ ὁποία κατέστη παγκοσμίως γνωστή χάρις σὲ αὐτόν.
Γεννημένος περὶ τὸ 1520 στὴ Θεσσαλονίκη ὅπου ἔλαβε ἄριστη μόρφωση, ὁ ἅγιός μας -κατὰ κόσμον ἴσως Δημήτριος- μετέβη νέος στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου πρὶν τό 1546 ἔγινε Μοναχὸς τῆς Ἀδελφότητος «τῶν Στουδιτῶν», λαμβάνοντας τὸ ὄνομα Δαμασκηνὸς καὶ τὴν προσωνυμία «Στουδίτης»· ἤδη ὡς ὑποδιάκονος, σπου-δάζοντας στὴν περίφημη Πατριαρχικὴ Ἀκαδημία, ὑπῆρ-ξε καὶ περιφανὴς ἱεροκήρυκας τῆς Βασιλεύουσας, σπείροντας λόγους πλήρεις ὠφελείας, οἱ ὁποῖοι ἀργότερα ἀποτέλεσαν τὸ ὑλικὸ γιὰ τὸ βιβλίο του «Θησαυρός».
Μεταξὺ τῶν ἐτῶν 1550 καὶ 1558 ὁ Ἅγιος Δαμασκη-νὸς δραστηριοποιήθηκε στὴν περιοχὴ τῶν Τρικάλων, πιθανότατα ὡς Διδάσκαλος τῆς ἐκεῖ Σχολῆς, καὶ πρὶν τὸ 1558 ἔλαβε τὴν Ἱερωσύνη. Στὸ ἴδιο διάστημα μετέβη καὶ στὴ Βενετία γιὰ νὰ τυπώσει τὸν δημοφιλῆ «Θησαυρό».
Τὸ 1560 στὸ Ναὸ τῶν Ἀρχαγγέλων («Ροτόντα») τῆς Θεσσαλονίκης ὁ Ἱερομόναχος Δαμασκηνὸς χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος «Λητῆς καὶ Ρενδίνης» ἀπὸ τὸν Ἀρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης Θεωνᾶ (τόν πρό τοῦ 1560-65· δὲν πρόκειται περὶ τοῦ γνωστοῦ ἁγίου).    
Παρὰ τὸ ὅτι ὁ Ἅγιος Δαμασκηνὸς ἦταν μόνον Ἐπίσκοπος, ὡστόσο δὲν ἔπαυσε νὰ διαλάμπει μὲ τὸν συν-δυασμὸ τῆς λαμπρῆς παιδείας του καὶ τῆς ἄμετρης ταπεινοφροσύνης του. Ὁ Γερμανὸς θεολόγος Στέφαν Γκέρλαχ (1546-1612), μολονότι ἐχθρικὸς πρὸς τὴν Ὀρθο-δοξία, ἐπιβεβαιώνει ὅτι ὁ Λητῆς καὶ Ρεντίνης Δαμα-σκηνὸς ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς τρεῖς πιὸ μορφωμένους Ὀρθοδόξους Κληρικοὺς τῆς ἐποχῆς του καὶ ἀπὸ αὐτούς ἦταν ὁ πιὸ ἐπαινετὸς «λόγῳ τῆς ἰδιαιτέρας μετριοφρο-σύνης, ὀλιγαρκείας καὶ τῶν ἄλλων ἀρετῶν του».
Λόγῳ τῶν χαρισμάτων του αὐτῶν ὁ Ἅγιος ἀπέλαυε τῆς ἐμπιστοσύνης τῶν Πατριαρχῶν γιὰ σημαίνουσες ἀποστολές ὡς Ἔξαρχος, ὅπως στὸ Ἅγιον Ὄρος (1567), ἀλλὰ καὶ στὴ Μικρὰ Ρωσία (Οὐκρανία), ὅπου στὰ ἔτη 1565-1572 ὁ Δαμασκηνὸς συνετέλεσε ἀποφασιστικά στὴν κατανίκηση τῆς αἱρετικῆς ρωμαιοκαθολικῆς προπαγάνδας. Ἀργότερα, κατὰ τὴν Πατριαρχία τοῦ Ἱερεμίου Β΄τοῦ Τρανοῦ (†1595), ὁ ὁποῖος ἦταν μαθητὴς τοῦ Ἁγίου, ὁ Δαμασκηνὸς ἔλαβε μέρος στὴ σύνταξη  τῆς πατριαρχικῆς δογματικῆς ἀπαντήσεως (1572-73) στοὺς Λουθηρανοὺς Προτεστάντες τῆς Τυβίγγης, διετέλεσε δὲ καὶ τοποτηρητὴς τοῦ Θρόνου στὴν Κωνσταντινούπολη ἐπὶ ἀρκετοὺς μῆνες, κατὰ τὴν ἀπουσία τοῦ Πατριάρχου.
Τὸ 1574, ὁ Ἅγιός μας προβιβάσθηκε σὲ «Μητροπολίτην Ναυπάκτου καὶ Ἄρτης καὶ Ἔξαρχον πάσης Αἰτωλίας» ὡς Δαμασκηνὸς Γ΄ ὁ Στουδίτης, θρόνο ποὺ ὑπηρέτησε ἐπὶ δύο περίπου ἔτη, μέχρι τὸ 1576, ὅταν συγκαταλέχθηκε μεταξὺ τῶν λογίων τοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως.
Λίγο ἀργότερα, τὸ σωτήριον ἔτος 1577, ἐκοιμήθη ἐν Κυρίῳ καὶ ἐτάφη στὴ μητροπολιτική του περιφέρεια, στὴ Ναύπακτο ἢ τὴν Ἄρτα. Ἐπίγραμμα ἀναφερόμενο στὸν Ἅγιο, πλέκει τὸν ἔπαινό του, χαρακτηρίζοντας τὸν Δαμασκηνὸ ὡς «σοφία τῶν Ἑλλήνων» καὶ τὸν θάνατό του ὡς κακὴ στιγμή, ἡ ὁποία ἄφησε τοὺς φιλέλληνες ὀρφανούς: «Ἑλλήνων μὲν τὴν σοφίαν βαρὺς ὤλεσεν αἰών. Ὃς δὲ φιλέλληνας πάντας ἀπωρφάνισεν».
Στὰ συγγράμματά του, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ βιβλίο «Θησαυρός», τὸ ὁποῖο ἐκδόθηκε πάμπολλες φορές (51 περίπου φορὲς μέχρι τὸ 1926) καὶ ποὺ μαρτυρεῖ τὰ γνήσια μοναχικὰ του βιώματα καὶ τὸ σέβας στὴν Ὀρθοδοξία καὶ τοὺς Ἁγίους Πατέρες, συμπεριλαμβάνονται διάφορα κείμενα, ὅπως Κανόνες πρὸς τιμὴν τοῦ Νεομάρτυρος Νικολάου (†1554), ποιήματα πρὸς τιμὴν τῆς Παναγίας σὲ ὁμηρικὴ γλῶσσα, μία Παραίνεσις πρὸς Μοναχούς, καὶ ἄλλα, ὅπως σύγγραμμα ζωολογίας καὶ ἕτερο μετεω-ρολογίας, ποὺ πιστοποιοῦν τὴν εὐρεῖα παιδεία του. Ὁ Ἅγιος Δαμασκηνὸς πρέπει νὰ ὑπῆρξε διδάσκαλος καὶ ἑνὸς ἀπὸ τοὺς τελευταίους Στουδίτες, τοῦ Ὁσίου Διονυσίου τοῦ «Ρήτορος» (†1606), μετέπειτα ἀσκητοῦ στὴ Μικρὰ Ἁγία Ἄννα τοῦ Ἁγίου Ὄρους.
Παρὰ τὴ λιπαρή του παιδεία, χάρις στὴν ὁποία κατεῖχε ἄριστα τὴν ὁμηρικὴ καὶ τὴν ἀττικὴ διάλεκτο, ὁ Ἅγιος Δαμασκηνὸς ὁ Στουδίτης, Ἐπίσκοπος Λητῆς καὶ Ρεντίνης, ἔγραφε καὶ σὲ ἁπλῆ καὶ καθαρὴ ἑλληνικὴ γλῶσσα γιὰ τὸν ἁπλὸ λαὸ τῆς ἐποχῆς του, ποὺ εἶχε πολλὴν ἀνάγκη τῆς «στερεᾶς τροφῆς» τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ. Ὁ «Θησαυρὸς» τοῦ Δαμασκηνοῦ ὑπῆρξε τὸ πιὸ διαδεδομένο στὸν τομέα του βιβλίο καὶ ἐνίσχυσε τὸ δοῦλο Γένος στὶς θλίψεις καὶ τὰ μαρτύρια. Ἡ προσφορά του ἐπεκτάθηκε ὅταν μεταφράσθηκε καὶ στὰ τουρκικά (1731), γιὰ τοὺς τουρκόφωνους Ρωμηούς, στὰ σερβικὰ (1580) καὶ τὰ ρωσικά (1656,1715). Ἰδιαιτέρως στὴ Βουλγαρία θεωρεῖται ὅτι ἡ μετάφρασή του (Δαμασκηνάρια) ἀπέτρεψε τὸν ἐκτουρκισμὸ τῶν Ὀρθοδόξων Βουλγάρων.




Ο Άγιος Ακάκιος Επίσκοπος Λητής και Ρεντίνης

μεταφ. impantokratoros

Ο Άγιος Ακάκιος Επίσκοπος Λητής και Ρεντίνης
Ο ΑΓΙΟΣ ΑΚΑΚΙΟΣ
ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΛΗΤΗΣ ΚΑΙ ΡΕΝΤΙΝΗΣ

Πρωτοπρεσβυτέρου Ἀναστασίου Παρούτογλου
Γενικοῦ Ἀρχιερατικοῦ Ἐπιτρόπου
Ἱερᾶς Μητροπόλεως Λαγκαδᾶ, Λητῆς καί Ρεντίνης


«Χορήγει τά κρείττονα, τοῖς εὐλαβῶς εὐφηµοῦσί σε,
ὡς ἔνθεον φίλον τοῦ Σωτῆρος, ἱερέ Ἀκάκιε».
Σεβασμιώτατε, Πάτερ καί Δέσποτα.
Εὐλαβέστατοι Συμπρεσβύτεροι.
Χριστοῦ Διακονία.
Ἠγαπημένε λαέ τοῦ Κυρίου.
Ἡ Ἁγία Ὀρθόδοξος τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία εἶναι ὁ χῶρος μέσα στόν ὁποῖο ὁ ἄνθρωπος βρίσκει τόν προορισμό του, τόν σκοπό τῆς ὑπάρξεώς του καί τέλος τήν πηγή, ἀπό τήν ὁποία ἀντλεῖ ὅλες τίς δυνάμεις, γιά νά ἀνεβεῖ στά ὕψη τῶν ἀρετῶν καί ἔτσι νά μπορεῖ νά μεταμορφωθεῖ ἀπό τό ἀπομονωμένο ἀπό τή θεία Χάρη ἄτομο στό ἀγιασμένο καί θεούμενο πρόσωπο. Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία εἶναι τό πνευματικό ἐργαστήρι, μέσα στό ὁποῖο διαπλάθεται καί διαμορφώνεται ἡ εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ πάνω στό χαρακτήρα τοῦ ἀνθρώπου καί ὁ ἄνθρωπος γίνεται ζωντανή εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Μέσα ἀπό τήν προσωπική ζωή τοῦ κάθε πιστοῦ μαρτυρεῖται ἡ ζωή τοῦ Χριστοῦ.
Ὁ ἄνθρωπος ἁγιάζεται καί σώζεται μόνον, ὅταν βρίσκεται μέσα στούς κόλπους τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας καί ἔξω ἀπ’ αὐτήν οὔτε ἁγιασμός ὑπάρχει οὔτε σωτηρία. Ἡ ὕπαρξη τῶν ἁγίων ἀποτελεῖ τή χειροπιαστή ἀπόδειξη, ὅτι δηλαδή ἡ σωτηρία ὑπάρχει καί προσφέρεται μόνον ἀπό τό Χριστό μέσα στήν Ἐκκλησία ἐκείνη, πού ὁ ἴδιος ἵδρυσε μέ τό αἷμά Του. Αὐτή ἡ σωτηρία προσφέρεται σ’ ὅλους ἐκείνους, πού πιστεύουν σωστά στό Ὄνομά Του καί ἐφαρμόζουν τίς ἐντολές Του. Στις αἰρέσεις καί στά σχήσματα δέν ὑπάρχει σωτηρία. Γι’ αὐτό καί ἐκεῖ δέν ὑπάρχουν ἅγιοι.
Οἱ ἅγιοι τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας εἶναι οἱ ἄνθρωποι ἐκεῖνοι, πού ἀπόδειξαν, ὅτι εἶναι οἱ γνήσιοι φίλοι τοῦ Χριστοῦ, ἀπαρνήθηκαν τίς ἁμαρτωλές πράξεις τοῦ κόσμου, σήκωσαν τό Σταυρό τους καί ἀκολούθησαν Αὐτόν. Μέσα στήν ψυχή τῶν ἁγίων τό Πανάγιο Πνεῦμα ἄναψε τή φλόγα τῆς θείας ἀγάπης καί θεώρησαν ὅλα τά πράγματα καί τή δόξα τοῦ κόσμου αὐτοῦ ὡς σκύβαλα, μάταια καί ἄνευ καμίας ἀξίας.
Οἱ ἅγιοι θερμαίνουν μέ τό παράδειγμά τους τίς ψυχές τῶν πιστῶν, πού ἡ ἁμαρτία ψύχρανε. Ἀποτελοῦν τά φῶτα τοῦ Χριστοῦ, πού λάμπουν μέσα στό σκοτάδι καί δείχνουν τόν ἴσιο δρόμο, πού ὀφείλουμε νά ἀκολουθήσουμε, τό δρόμο τῆς εὐσεβείας καί τῆς ἐνάρετης καί ἠθικῆς ζωῆς.
Οἱ ἅγιοι ἀποτελοῦν τά ἀστέρια τοῦ νοητοῦ στερεώματος τῆς Ἐκκλησίας καί ἀντανακλοῦν τό Φῶς τοῦ Χριστοῦ στόν κόσμο, χαρίζοντας ἐλπίδες καί δυνάμεις, μέ τίς ὁποῖες ἐνδυναμώνεται ἡ πίστη καί ἡ εὐσέβεια τῶν πιστῶν χριστιανῶν.
Ἕνας φωταυγής ἀστέρας τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας εἶναι ὁ σημερινός ἑορταζόμενος ἅγιος Ἀκάκιος, ἐπίσκοπος Λητῆς καί Ρεντίνης, πού μέ τούς ἀγῶνες του, τήν ταπείνωσή του καί τό ἀσκητικό του πνεῦμα ἀναδείχθηκε, μέ τή Χάρη τοῦ Χριστοῦ, τό νέκταρ τῶν ἀρετῶν, τό πολύτιμο σκεῦος τῶν θείων Δωρεῶν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τό ὕψος τῆς ταπείνωσης, τό βάθος τῆς ἀγάπης.
Μέ τήν ἀσκητική του ζωή καταξιώθηκε νά γίνει τό πανευῶδες ἀλάβαστρο τῆς θείας εὐωδίας τοῦ Παναγίου Πνεύματος καί ὁ θερμότατος πρεσβευτής τῶν ψυχῶν. Ὁ ἅγιος Ἀκάκιος ἀναδείχθηκε ὁ φωτεινός λύχνος, πού φωτίζει πλουσίως τίς ψυχές τῶν εὐσεβῶν ἀνθρώπων μέ τό Φῶς τῶν Εὐαγγελικῶν Διδαγμάτων. Ἀναδείχθηκε ὁ ἄξιος ὑπηρέτης τοῦ Θεοῦ Λόγου καί ὁ ἄξιος Ποιμένας καί λειτουργός τῶν θείων Μυστηρίων. Διά τοῦτο δικαίως ἡ Ἱερά Μητρόπολίς μας καυχᾶται ἐν Κυρίῳ, ὅτι ἐποίμανεν αὐτήν τοιοῦτος ἅγιος Ἀρχιερεύς.  
Ὁ ἅγιος Ἀκάκιος ἔζησε στά τέλη τοῦ 15ου αἰώνα.  Χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος τῆς ἱστορικῆς ἐπισκοπῆς Λητῆς καί Ρεντίνης ἀπό τόν τότε Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης καί ἀργότερα Πατριάρχη Κων/πόλεως Ἅγιο Νήφωνα, μέ τόν ὁποῖο συνεδέετο πνευματικῶς. Ὅπως ἐπίσης εἶχε στενή πνευματική σχέση μέ τόν ἐκ Ζίχνης καταγόμενο ὅσιο Θεόφιλο τό Μυροβλύτη, τόν ὁποῖο καί χειροτόνησε ἱερέα. Ὁ ὅσιος Θεόφιλος τόν εἶχε Γέροντα, «διότι εὗρε τόν Ἀκάκιον εὐλαβῆ καί ἐνάρετον», ὄντως δοχεῖο ἀκακίας. Ἔτσι, διά τοῦ Ἀκακίου, ὁ Ὅσιος Θεόφιλος, συνδέθηκε μέ τόν Ἅγιο Νήφωνα, ἀλλά καί μέ ὅλη ἐκείνη τήν ἱερή συντροφιά πού ἀποτελοῦσε τόν περίγυρο τοῦ Ἁγίου Νήφωνος, δηλαδή τούς μετέπειτα ὁσιομάρτυρες Μακάριο καί Ἰωάσαφ, τόν γέροντα Ἰάκωβο τόν Διονυσιάτη καί τόν διάκονο Ἰάκωβο, πού μαρτύρησαν στήν Ἀδριανούπολη, τόν Ἅγιο Θεωνᾶ, τούς αὐταδέλφους Ἀψαράδες Θεοφάνη καί Νεκτάριο, ἀλλά καί τόν γνωστό Ἅγιο Μάξιμο τόν Γραικό.
Ὅταν ὁ Ἅγιος Νήφων, ὡς Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, ἔμαθε γιά τά μεγάλα καί θαυμαστά, πού συνέβησαν στήν Αἴγυπτο, ἀπέστειλε ἐκεῖ, τό 1486, ἴσως τόν μόνο ἄνθρωπο πού ἐμπιστευόταν ἀπόλυτα καί πού διεκρίνετο γιά τήν σοφία καά τήν ἀρετή του, τόν Ἐπίσκοπο Λητῆς καί Ρεντίνης Ἀκάκιο, πού τόν εὐλαβεῖτο καί ἐσέβετο πολύ, μαζί μέ τόν ὑποτακτικό του, τόν ἅγιο Θεόφιλο, καί μιά ὁμάδα ἀκόμη κληρικῶν, γιά νά μάθουν καταλεπτῶς καί νά πληροφορηθοῦν καλύτερα, διά τῆς ἀκοῆς καί τῶν ὁφθαλμῶν τά γενόμενα. Μετέφεραν δέ γράμμα τοῦ Νήφωνος πρός τόν Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας ἅγιο Ἰωακείμ τόν Πάνυ, ὅπου εὐχαριστοῦσε τόν Κύριο, πού ἐπήκουσε τίς προσευχές τοῦ Ἰωακείμ καί ἐνήργησε διά τρόπου θαυμαστοῦ τά μεγάλα αὐτά θαύματα.
Ὁ Πατριάρχης Ἰωακείμ, δέχθηκε μέ πολύ ἀγάπη καί χαρά τούς φιλοξενουμένους του καί τούς κράτησε ἀρκετό καιρό στό Πατριαρχεῖο, ὅπου κατά τόν συναξαριστή «τούς ἐπεριποιεῖτο καί τούς ἐφιλοφρόνει», δείχνοντας τόν θαυμασμό γιά τίς προσωπικότητες πού τοῦ ἔστειλε ὁ Κωνσταντινουπόλεως.
Κατόπιν οἱ ὅσιοι Ἀκάκιος καί Θεόφιλος μέ τούς λοιπούς τῆς συνοδείας τους ἀνεχώρησαν καί πῆγαν στό θεοβάδιστο ὄρος Σινᾶ, καί ἀφοῦ προσκύνησαν εὐλαβῶς, πῆγαν καί στήν ἔρημο, γιά νά γνωρίσουν τούς ἀσκητές τῆς ἐρήμου καί κατέληξαν στήν ἁγία Πόλη, τήν Ἱερουσαλήμ, καί ἀφοῦ προσκύνησαν κατά τόν πόθο τους τόν Ζωοδόχον Τάφο τοῦ Κυρίου, ἐπῆγαν στό ὄρος Θαβώρ, κατόπιν στή Δαμασκό, ὅπου συνάντησαν τόν Πατριάρχη Ἀντιοχείας, ὁ ὁποῖος τούς ἔδωσε ἐπιστολή γιά τόν Κωνσταντινουπόλεως, καί ἐπέστρεψαν στά Ἱεροσόλυμα. Ἐκεῖ ὁ ὅσιος Ἀκάκιος αἰφνιδίως ἀσθένησε καί «ἐκοιμήθη ἐν Κυρίῳ». Ἐτάφη ἀπό τόν ὑποτακτικό του Θεόφιλο μέ πολύ εὐλάβεια, ὁ ὁποῖος τόν ἔθαψε κατά τίς μοναχικές καί ἀσκητικές παραδόσεις τῆς ἐποχῆς, ἐπειδή δέ ἦταν ἄκρως ἐχθρός τῆς κενοδοξίας καί τῆς ματαιότητας τοῦ κόσμου, πιθανῶς  νά τόν ἔθαψε κάπου ταπεινά, ὅπως θά τό ἤθελε ὁ Ἀκάκιος, ὁ ὁποῖος ὑπέγραφε ἄλλωστε ὡς «ὁ ταπεινός ἐπίσκοπος Λητῆς καί Ρεντίνης», κρυμμένος πάντα ἀπό τή δόξα τῶν ἀνθρώπων.
Ὁ ὅσιος Ἀκάκιος ὑπῆρξε ὁ ἰχνηλάτης τῆς ἁγιασμένης πορείας πρός τήν ἀσκητική ζωή καί τή  Θέωση. Ἔζησε ἀσκητικά, πνευματικά, ταπεινά, ἀκολουθώντας τό ἡσυχαστικό πνεῦμα τῆς ἐποχῆς τῶν μεγάλων Πατέρων τοῦ 14ου και 15ου αἰῶνος. Ὑπῆρξε πνευματικός καί γέροντας ἁγίων ἀνθρώπων, ὅπως ὁ Νήφων καί ὁ Θεόφιλος ὁ Μυροβλύτης, ὑπῆρξε φίλος καί συνόμιλος ὅλων τῶν ἁγίων ὁμολογητῶν καί μαρτύρων τῆς γενιᾶς του, διακρίθηκε γι’ αὐτή του τήν βιοτή, γι΄ αὐτό καί ἔχαιρε τῆς ἐκτιμήσεως καί τοῦ σεβασμοῦ τοῦ Πατριάρχου Νήφωνος. Ὁ Κύριος τόν ἀξίωσε νά προσκυνήσει τά ἅγια χώματα τῆς Ἱερουσαλήμ καί νά γίνει ὁδοιπόρος τῆς πρός τό Θαβώρ πορείας Του, «ἐκολλήθη ἡ ψυχή αὐτοῦ  ὁπίσω Του, αὐτόν δέ ἀντελάβετο ἡ δεξιά Του»,  καί τέλος τόν κράτησε κοντά Του, στήν Ἁγία Γῆ, γιά νά ἀναπαυθεῖ ἐκεῖ,  πού πόθησε νά προσκυνήσει καί νά βαδίσει, ἐπί τά ἴχνη τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ καί Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Ὁ ὅσιος Ἀκάκιος, ὁ ὁποῖος ἐκλέησε τόν θρόνον τῆς ἱστορικής καί παλαιφάτου Ἐπισκοπῆς Λητῆς καί Ρεντίνης, ἀναδείχθηκε  μιά ἐξέχουσα ἐκκλησιαστική φυσιογνωμία. Εἶναι μιά συμπαθής καί σεβάσμια μορφή τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας τῆς ἐπαρχίας Λαγκαδᾶ. Πρόκειται γιά ἕναν ἐπίσκοπο, πού διακόνησε τήν ἐπισκοπή Λητῆς καί Ρεντίνης κατά τόν 15ο  αἰῶνα καί ἔδωσε παράδειγμα ἀσκητικῆς βιοτῆς καί εὐλαβείας. Θεωρεῖται ὅτι καλλιέργησε καί δίδαξε τό ἀσκητικό ἰδεῶδες καί τή νοερά προσευχή στούς ὑποτακτικούς του, καί ἀπετέλεσε τή συνέχεια τῆς πνευματικῆς περιόδου τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ καί τοῦ ἁγίου Συμεῶνος  ἀρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης.
Τό παράδειγμά του ἀποτελεῖ  φωτεινό κανόνα περί τῆς ἐκκλησιαστικῆς διακονίας, ἀπ΄ ὅπου ἀποκομμίζονται κυρίως πνευματικά διδάγματα. Καί σήμερα τιμοῦμε τή μνήμη του γιά πρώτη φορά μετά τήν αγιοκατάταξή του ἀπό τό σεπτό κέντρο τῆς Ὀρθοδοξίας, τό Οἰκουμενικό μας Πατριαρχεῖο.
Σέ ἐποχές κατά τίς ὁποῖες ἡ Ἐκκλησία κατέστη πνευματική καί συνεκτική σκέπη τοῦ ὑπόδουλου Ἑλληνισμοῦ καί συνέβαλε καταλυτικά στήν προαγωγή τῆς παιδείας καί τήν καλλιέργεια τοῦ ἐθνικοῦ ὁράματος, ὁ θεοφόρος Ἀκάκιος λάμπρυνε μέ τήν προσφορά του τήν ἐπισκοπή Λητῆς καί Ρεντίνης. Ὅπως κι Ἐσεῖς, Σεβασμιώτατε Πάτερ καί Δέσποτα, μέ τήν εὐκλεῆ καί καρποφόρο ποιμαντορία Σας λαμπρύνετε τή Μητρόπολή μας, τήν Ἱερά Μητρόπολη Λαγκαδᾶ, Λητῆς καί Ρεντίνης, τήν ὁποία θεοφιλῶς καί θεαρέστως ποιμαίνετε καί τό ὅλο ἔργο Σας εἶναι πάντοτε ἐπίκαιρο καί πολυωφελές. Ἄλλωστε, Ἐσεῖς ὡς φιλάγιος, ἀνακινήσατε τήν διαδικασία πρός ἁγιοκατάταξη στίς ἁγιολογικές δέλτους τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας τῶν Μεγάλων Ἱεραρχῶν προκατόχων Σας Ἐπισκόπων Λητῆς καί Ρεντίνης, τοῦ ὁσίου Ἀκακίου, τοῦ ταπεινοῦ καί ἀσκητικοῦ καί τοῦ ὁσίου Δαμασκηνοῦ τοῦ Στουδίτου, τοῦ μεγαλοπρεποῦς, λογίου καί πολυγραφοτάτου. Σ’ Ἐσᾶς ἁρμόζουν ἡ τιμή καί οἱ εὐχαριστίες τῆς τοπικῆς μας Ἐκκλησίας.
Οἱ μνῆμες τῶν Ἁγίων ἀποτελοῦν γιά κάθε χριστιανό μιά εὐκαιρία ἐπαλήθευσης καί ἀναζωπύρωσης τῆς πίστεώς μας, μιά εὐκαιρία γιά νά δοξάσουμε τό Θεό καί νά εὐχαριστήσουμε τούς ἁγίους, πού μᾶς βοηθοῦν καθημερινά, κυρίως στόν πνευματικό μας ἀγώνα. Εἶναι μιά εὐκαιρία γιά νά προσευχηθοῦμε πιό ἔντονα, διατηρώντας τήν ἐλπίδα μας στό Θεό καί στή μεσιτεία τῶν φίλων Του, τῶν Ἁγίων. Εἶναι τέλος οἱ μνῆμες τῶν Ἁγίων μιά εὐκαιρία γιά νά ἀναθερμάνουμε τόν πνευματικό μας ἀγώνα, ἔχοντας ὡς παράδειγμα αὐτούς πού μέ τή ζωή τους, μέ τήν πίστη τους, μέ τήν ἀγάπη τους καί μέ τά ἔργα τους εὐαρέστησαν τόν Θεό καί ἔγιναν κληρονόμοι τῆς αἰωνίου ζωῆς. Ἕνας ἀπό τούς λαμπρότερους ἀστέρες τῆς πίστεώς μας εἶναι καί ὁ Ἅγιος Ἀκάκιος. Μαζί μέ τίς προσευχές μας καί τίς εὐχαριστίες μας, ἄς ἀκολουθήσουμε σταθερά τό παράδειγμά του καί ἄς τό κάνουμε πράξη ὁ καθένας μας στήν καθημερινή του ζωή. Ἄς τόν μιμηθοῦμε στήν πίστη, στήν ἀγάπη, στήν ταπείνωση, στήν προσευχή, στή φιλανθρωπία, στήν ὑπομονή. Κι ἄς τοῦ ζητήσουμε στίς προσευχές μας, πέρα ἀπό κάθε ἄλλο αἴτημα, νά εἶναι βοηθός μας στόν καλό μας ἀγώνα.
«Μέγας ὁ Κύριος ἡμῶν καί τῆς μεγαλωσύνης Αὐτοῦ οὐκ ἔσται πέρας, ὁ δοξάζων τούς δοξάσαντας αὐτόν» ὡς ἀψευδῶς ἐπηγγήλατο. Ὄντως ὁ Ἅγιος Ἀκάκιος  εἶναι ὁ νέος  Ἅγιος τῆς Ἐκκλησίας μας, ὁ γλυκύς, ὁ πρᾶος, ὁ ἀνεξίκακος, ὁ ταπεινός, ὁ ἀσκητικός καί διά τοῦτο ἔλαβε καί λαμβάνει χάρη ἀπό τόν Κύριο τῆς Δόξης. Εἴθε ὁ συμπαθής αὐτός μεγάλος Ἅγιος τῆς Ἐκκλησίας μας, δι’εὐχῶν Σας Σεβασμιώτατε, νά παρέχει ἐνί ἑκάστῳ, ἐν παντί καί πάντοτε τήν πατρική καί σωστική ἀντίληψη καί βοήθειά του. Ἀμήν.






Εορτάζει στις 12 Φεβρουαρίου
Όσιος Μελέτιος ο εν Υψενή

Ο Όσιος και θεοφόρος Πατήρ ημών Μελέτιος, γεννήθηκε περί τα τέλη του 18ου αιώνα μ.Χ. στο χωριό Λάρδος της Ρόδου και ονομάστηκε κατά το άγιο Βάπτισμα Εμμανουήλ. Οι ευσεβείς γονείς του Νικόλαος και Σταματία τον ανέθρεψαν κατά την αποστολική ρήση «ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσίᾳ Κυρίο» και εμφύτευσαν στην ψυχή του την αγάπη προς τον Θεό και τις παραδόσεις του ευσεβούς ημών Γένους. Από τη βρεφική ηλικία φαινόταν ότι ήταν «σκεῦος ἐκλογῆς» αφού αρνούνταν να θηλάσει το μητρικό γάλα κατά τις νηστίσιμες ημέρες της Τετάρτης και Παρασκευής. Αργότερα, όταν μεγάλωσε, μοίραζε αγαθά από την πατρική αποθήκη στους φτωχούς χωρίς αυτά να ελαττώνονται, γεγονός που προκάλεσε την έκπληξη των γονέων του, που τον είχαν προηγουμένως επιτιμήσει.

Από τον εφημέριο της γενέτειράς του διδάχθηκε ανάγνωση και γραφή και επιδόθηκε με ζήλο στη μελέτη των βίων των Αγίων της Εκκλησίας, τους αγώνες των οποίων προσπαθούσε να μιμηθεί σχολάζοντας στην αγρυπνία, την προσευχή και τη νηστεία. Μέσα στην ψυχή του άναψε ο θείος πόθος και προτιμούσε να αποσύρεται στο δάσος για να προσεύχεται απερίσπαστος στον Θεό, με θερμά δάκρυα, ολονύκτιες δεήσεις και γονυκλισίες. Ο συνήθης τόπος που αποσυρόταν ήταν ένα σπήλαιο στην περιοχή της ερειπωμένης τότε αρχαίας Μονής της Υπεραγίας Θεοτόκου του Ύψους.

Κάποια νύκτα ενώ βρισκόταν κοντά στη Μονή προσευχόμενος παρατήρησε στήλη υπέρλαμπρου φωτός να κατέρχεται από τον ουρανό και να στέκεται πάνω από ένα αιωνόβιο δένδρο ελιάς. Απόρησε βλέποντας το παράδοξο θέαμα, πλησίασε στο μέρος εκείνο που υποδείκνυε το ουράνιο φως και βρήκε μία παλαιά Εικόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου. Γονάτισε με δέος, την σήκωσε στα χέρια του και την ασπάστηκε με πνευματική χαρά και αγαλλίαση ψάλλοντας ύμνους δοξολογίας στον Θεό και άσματα ευγνωμοσύνης στη Θεομήτορα για τη θαυμαστή ευδοκία της χάριτός της.

Μία από τις επόμενες νύκτες του εμφανίστηκε σε όραμα η Μητέρα του Κυρίου λέγοντάς του να ανεγείρει στον τόπο της ευρέσεως ιερό Ναό επ' ονόματί της και να ανοικοδομήσει την κατεστραμμένη Μονή. Παράλληλα του υπέδειξε το μέρος όπου θα έπρεπε να σκάψει για να εξασφαλίσει το ποσό που απαιτούσε η οικοδομή. Ο Όσιος υπάκουσε και σκάβοντας εκεί που του υπέδειξε η Θεοτόκος ανακάλυψε κάποιο κρυμμένο θησαυρό. Έχοντας τη βεβαιότητα της παρουσίας της χάριτος της Θεομήτορος εξασφάλισε την απαιτούμενη άδεια από τις τουρκικές αρχές, οικοδόμησε τον ιερό Ναό και γύρω απ' αυτόν κελλιά. Έλαβε το αγγελικό Σχήμα, μετονομάστηκε Μελέτιος και εγκαταστάθηκε εκεί αγωνιζόμενος με υπερβάλλοντα ζήλο τον καλό αγώνα της μοναχικής πολιτείας.

Για την υπερβάλλουσα αρετή του και την καθαρότητα της πολιτείας του ο Αρχιερεύς του τόπου τον χειροτόνησε Διάκονο και Πρεσβύτερο, του ανέθεσε το διακόνημα της πνευματικής πατρότητας και τον εγκατέστησε Ηγούμενο της επανιδρυθείσας Μονής. Η φήμη του ξαπλώθηκε σε όλο το νησί και πολλοί τον επισκέπτονταν για να εξομολογηθούν τις αμαρτίες τους και να ακούσουν τις πνευματικές νουθεσίες του. Συχνά επισκεπτόταν ο ίδιος τα χωριά του νησιού για να λειτουργήσει, να εξομολογήσει τους κατοίκους, να τους στερεώσει στην αληθινή πίστη και στα έργα της ευσεβείας και να ενισχύσει το φρόνημά τους στις δοκιμασίες που υφίσταντο λόγω της δουλείας. Έχοντας χάρη από τον Θεό με την προσευχή του θεράπευσε ασθενείς και ελευθέρωσε πολλούς δαιμονιζομένους από την επήρεια των ακαθάρτων πνευμάτων. Είχε στο έπακρον την αρετή της ελεημοσύνης και κανείς απ' όσους ερχόταν και ζητούσε την αρωγή του δεν έφευγε χωρίς να λάβει τα αναγκαία. Φιλοξενούσε με αβραμιαία διάθεση τους επισκέπτες και δεχόταν στη Μονή τους καταδιωκομένους από τους οθωμανούς προσφέροντάς τους αντίληψη και προστασία. Προέτρεπε με σθένος τους Χριστιανούς να μένουν σταθεροί στην πίστη των πατέρων τους και να ζουν σύμφωνα με τον λόγο του Θεού.

Ιδιαίτερα επέμενε ο μακάριος να διδάσκει τις Χριστιανές γυναίκες να αποφεύγουν τις σαρκικές σχέσεις με τους αλλοθρήσκους και να μη συνάπτουν γάμους με αυτούς. Οι διδαχές του ενοχλούσαν τους οθωμανούς, οι οποίοι έψαχναν ευκαιρία να τον δολοφονήσουν. Αφορμή για να εκτελέσουν τα ασεβή σχέδιά τους στάθηκε η περίπτωση της αδελφής ενός Επιτρόπου της εκκλησίας της Λάρδου, η οποία είχε άνομες σχέσεις με τους οθωμανούς ζαπτιέδες της Λίνδου. Ο Όσιος, όταν το πληροφορήθηκε, συνέστησε στον αδελφό της να την παροτρύνει να σταματήσει τα αμαρτωλά έργα της. Το ίδιο έκαναν και οι δημογέροντες του χωριού. Οι συστάσεις τους έγιναν γνωστές στους οθωμανούς και προκάλεσαν την οργή τους. Πήγαν νύκτα στη Λάρδο, δολοφόνησαν δύο δημογέροντες και έπειτα πήραν τον δρόμο προς τη Μονή για να σκοτώσουν και τον Όσιο. Απέτυχαν όμως του σκοπού τους, γιατί αυτός είχε πληροφορηθεί τα σχέδιά τους και είχε αποχωρήσει έγκαιρα από το Μοναστήρι.

Έχοντας πόθο για ησυχαστική ζωή ο Όσιος αποσυρόταν συχνά σε ένα κοντινό σπήλαιο, την ύπαρξη του οποίου δεν γνώριζαν οι αλλόθρησκοι. Επιστρέφοντας κάποια ημέρα στη Μονή ένας τούρκος, ονόματι Αλής, είδε να τον συνοδεύει κάποια ωραία γυναίκα και έκανε πονηρές σκέψεις γι' αυτόν. Τον ακολούθησε και τον είδε να εισέρχεται στον Ναό μαζί με την γυναίκα. Μετά από λίγο εισήλθε και αυτός αλλά μέσα υπήρχε μόνο ο Όσιος προσευχόμενος. Άρχισε να τρέμει και τα μέλη του παράλυσαν. Κατάλαβε ότι η γυναίκα ήταν η Θεοτόκος και έπεσε στα πόδια του ζητώντας συγχώρηση για τον πονηρό λογισμό του. Ο Όσιος τον θεράπευσε και εκείνος από ευγνωμοσύνη αφιέρωσε στην εικόνα της Παναγίας το μέχρι σήμερα σωζόμενο χρυσό περιλαίμιο. Άλλοτε πάλι ο Όσιος βρισκόταν στη Λάρδο και θέλησε να επιστρέψει στη Μονή μέσα στη νύκτα. Το ποτάμι είχε πλημμυρίσει και η διάβαση ήταν αδύνατη. Αυτός όμως δεν επέστρεψε, έκανε το σημείο του Σταυρού πάνω στα νερά, πέρασε με θαυμαστό τρόπο χωρίς να βραχεί και συνέχισε το δρόμο του, ο οποίος φωτιζόταν από ένα ουράνιο φως που κινούνταν μπροστά του καθώς πεζοπορούσε, όπως μαρτύρησαν κάποιοι βοσκοί που έγιναν αυτόπτες του παραδόξου πράγματος.

Ο Θεός επέτρεψε ο Όσιος στα τέλη της επιγείου ζωής του να δοκιμαστεί και να επαληθευτεί στο πρόσωπό του το ψαλμικό «Κύριε ἐδοκίμασάς με, καὶ ἔγνως με». Ένας Τούρκος διέφθειρε και κατέστησε έγκυο μία Χριστιανή από τη Λάρδο, ονόματι Πελαγία, η οποία έπασχε από νοητική στέρηση. Όταν έγινε γνωστή η εγκυμοσύνη της, οι τούρκοι την ανάγκασαν να υποδείξει τον Όσιο ως πατέρα του κυοφορουμένου βρέφους. Τον κατήγγειλαν στον Μητροπολίτη Ρόδου, ο οποίος τον κάλεσε σε απολογία. Ο μακάριος Μελέτιος, που βρισκόταν ήδη σε προχωρημένη ηλικία, δεν μπόρεσε να αντέξει τις αιτιάσεις και εξέπνευσε μπροστά στα πόδια του Αρχιερέως. Η συκοφαντία όμως αποκαλύφθηκε όταν θέλησαν να ετοιμάσουν για την ταφή το σώμά του και ο Αρχιερεύς έδωσε εντολή να κηδευθεί το εξαϋλωμένο από τους αγώνες της εγκρατείας σκήνωμά του στον περίβολο του Μητροπολιτικού Ναού των Εισοδίων της Υπεραγίας Θεοτόκου. Όταν αργότερα ανοίχθηκε ο τάφος του βρέθηκαν ευωδιάζοντα τα λείψανά του εις μαρτύριον της αγιότητάς του. Σήμερα στην Ιερά Μονή της Υψενής φυλάσσεται η τιμία κάρα και μικρό μέρος των τιμίων λειψάνων του.

Ο Όσιος έλαβε από τον Θεό τη χάρη να ενεργεί θαύματα σε όσους με πίστη τον επικαλούνται και ζητούν την αντίληψη και προστασία του. Πολλές φορές έχει παρουσιαστεί σε ασθενείς δηλώνοντας το όνομά του και θεραπεύοντάς τους από ασθένειες. Συγκλονιστική είναι η μαρτυρία ευσεβούς Χριστιανού από την Αρχάγγελο ο οποίος τον συνάντησε καθ' οδόν έξω από το χωριό Πυλώνα, και τον μετέφερε με το αυτοκίνητό του μέχρι έξω από την Λάρδο, στη διασταύρωση του δρόμου που οδηγεί στο Μοναστήρι. Όταν ήλθε στη Μονή και προσκύνησε την Εικόνα του κατάλαβε ποιός ήταν ο ηλικιωμένος Κληρικός τον οποίο είχε συναντήσει και έφυγε διακηρύσσοντας παντού τη θαυμαστή εμφάνεια του Οσίου.

Στην αγιοκατάταξη του Οσίου Μελετίου προχώρησε η Αγία και Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, κατά την συνεδρίαση της 27ης Νοεμβρίου 2013 μ.Χ., υπό τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο.
http://www.saint.gr/4181/saint.aspx






                                               ΑΓΙΟΙ ΤΩΝ ΗΜΕΡΩΝ ΜΑΣ



ΜΝΗΜΗ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ 2 ΣΥΓΧΡΟΝΩΝ ΓΕΡΩΝΤΩΝ (ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ ο ΛΕΠΡΟΣ και ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΠΕΤΤΑΣ)
 ΜΕΤΑΦΟΡΤΩΜΕΝΟ ΑΠΟ http://anavaseis.blogspot.gr

Ἡ 4ῃ Ἰανουαρίου εἶναι ἡμερομηνία τῆς κοίμησης δύο συγχρόνων ἁγιασμένων ἀγωνιστῶν τῆς Ἐκκλησίας μας πού ἀγάπησαν πολύ τό Χριστό καί ἔκαναν πράξη τόν εὐαγγελικό λόγο. Ἀσκήθηκαν στήν ὑπομονή, τήν ἀγάπη καί παράλληλα διακρίθηκαν γιά τήν ἀρετή, τήν ταπείνωση καί τήν ἁγιοπνευματική πορεία τοῦ βίου τους. Εἶναι ὁ ὅσιος Μοναχός Νικηφόρος Τζανακάκης ἐκ Σηρικαρίου Χανίων καί ὁ σημειοφόρος Λευίτης Νικόλαος Πέττας ἐκ Πατρῶν. Μάλιστα ὁ πρῶτος πρόσφατα κατατάχθηκε στό Ἁγιολόγιο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, μέ ἀπόφαση τῆς Ἁγίας καί Ἱερᾶς Συνόδου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου πού συνῆλθε ἀπό 1ης μέχρι 3ης Δεκεμβρίου 2012. Ἀξίζει καί μᾶς βοηθάει στόν καθημερινό μας ἀγώνα, νά πληροφορηθοῦμε κάποια στοιχεῖα γιά τή ζωή καί τῶν δύο.

Ὅσιος  Νικηφόρος  ὁ  Λεπρός  ἐκ  Σηρικαρίου  Κισάμου
Ὁ Ὅσιος Μοναχός Νικηφόρος γεννήθηκε τό 1890 στό Σηρικάρι Χανίων, ἕνα πλούσιο σέ φυσική ὀμορφιά ὀρεινό χωριό τῆς Κρήτης. Τό χωριό του εἶχε τό ἑξῆς χαρακτηριστικό: ἦταν χωρισμένο σέ ἕνδεκα γειτονιές οἱ ὁποῖες πῆραν καί τήν ὀνομασία τους ἀπό τίς οἰκογένειες πού πρωτοκατοίκησαν ἐκεῖ. Ὁ Ἅγιος γεννήθηκε στή γειτονιά τῶν Κωστογιάννηδων. 
Τό κατά κόσμον ὄνομά του ἦταν Νικόλαος Τζανακάκης. Οἱ γονεῖς του ἦταν ἄνθρωποι ἁπλοί καί εὐλαβεῖς χωρικοί, ἀλλά πέθαναν ὅταν ἦταν ἀκόμα μικρός στήν ἡλικία. Τήν ἀνατροφή του ἀνέλαβε πλέον ὁ παππούς του. 
Στήν ἡλικία τῶν 13 ἐτῶν ὁ παππούς του τόν ἔστειλε σέ κουρεῖο στά Χανιά γιά νά μάθει τήν τέχνη καί νά ἐργαστεῖ ἐκεῖ. Τότε ἐμφανίστηκαν στόν Ἅγιο τά πρῶτα σημάδια τῆς νόσου τοῦ Χάνσεν, τά ὁποία ἔγιναν ἐντονότερα ὅταν ἔγινε 16 ἐτῶν. Τήν ἐποχή ἐκείνη τούς χανσενικούς, δηλαδή τούς λεπρούς, τούς ἀπομόνωναν στό νησί Σπιναλόνγκα, γιατί ἡ λέπρα ἦταν μία μεταδοτική ἀσθένεια πού δύσκολα ἀντιμετωπιζόταν, ἐνῶ μόνο τό ἄκουσμά της προξενοῦσε φόβο καί ἀποτροπιασμό. Γιά νά ἀποφύγει ὁ νεαρός Νικόλαος τόν ἐγκλεισμό του στή Σπιναλόγκα, ἔφυγε μέ καράβι γιά τήν Αἴγυπτο. 
Ἔφτασε στήν Ἀλεξάνδρεια, ὅπου ξεκίνησε νά ἐργάζεται πάλι σέ κουρεῖο. Ἐκεῖ γρήγορα ἔγινε ἀγαπητός σέ ὅσους τόν γνώριζαν ἐνῶ ἀπέκτησε ἐπικοινωνία μέ κληρικούς τῆς Ἀλεξάνδρειας, οἱ ὁποῖοι τόν στήριζαν καί τόν βοηθοῦσαν νά προσαρμοστεῖ στό νέο του περιβάλλον. Ὅμως, λίγα χρόνια ἀργότερα τά σημάδια τῆς λέπρας ἔγιναν πολύ πιό ἔντονα καί ἐμφανή, κυρίως στά χέρια καί τό πρόσωπο. Τότε ὁ Νικόλαος ἐμπιστεύτηκε τό πρόβλημά του σέ κληρικό τοῦ Πατριαρχείου, ὁ ὁποῖος καταγόταν ἀπό τή Χίο. Ἐκεῖνος τόν περιέβαλε μέ ἀγάπη καί ἀπευθύνθηκε στόν π. Ἄνθιμο Βαγιάνο, μετέπειτα Ἅγιο Ἄνθιμο τῆς Χίου, πού ἦταν ἱερέας στό λεπροκομεῖο τῆς Χίου προκειμένου νά μεταβεῖ ἐκεῖ ὁ Νικόλαος.
Πράγματι, τό 1914 ὁ Νικόλαος σέ ἡλικία 24 ἐτῶν φτάνει στή Χίο καί ἐγκαθίσταται στό λεπροκομεῖο. Ἐκεῖ ἔδινε καθημερινή μάχη μέ τήν ἀσθένεια πού προχωροῦσε καί ἐξελισσόταν καί ἐπέφερε πολλές ἀλλοιώσεις στό σῶμα. Κατάλληλα φάρμακα γιά τήν ἀντιμετώπισή της δέν ὑπῆρχαν, ἀφοῦ τό φάρμακο βρέθηκε ἀργότερα, τό 1947. 
Παράλληλα, ὁ Νικόλαος ἀσκοῦταν στήν πνευματική ζωή μέ πνευματικό ὁδηγό τόν π. Ἄνθιμο. Μετά ἀπό δύο χρόνια κι ἀφοῦ ὁ γέροντάς του τόν ἔκρινε ἕτοιμο γιά τό ἀγγελικό σχῆμα, ἔγινε ἡ μοναχική κουρά του καί ἔλαβε τό ὄνομα Νικηφόρος.
Ὁ π. Νικηφόρος ἐργαζόταν στούς κήπους καί ἦταν ὁ κύριος ψάλτης στόν Ἅγιο Λάζαρο, τό ἐκκλησάκι τοῦ Λωβοκομείου ὅπου φυλασσόταν καί ἡ θαυματουργή εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς Ὑπακοῆς. Ζοῦσε μέ αὐστηρή νηστεία καί προσευχόταν τή νύχτα πολλές ὧρες κάνοντας πάρα πολλές μετάνοιες. Εἶχε ἀγάπη στήν καρδιά του, δέν εἶχε λογοφέρει μέ κανέναν οὔτε εἶχε κακοκαρδίσει κανέναν. Τηροῦσε τό τυπικό καί ἔκανε τίς ἀκολουθίες στόν Ἅγιο Λάζαρο, ἐνῶ πολλές φορές μαζί μέ ἄλλους ἀσθενεῖς ἔλεγαν τό ἀπόδειπνο καί τούς χαιρετισμούς τῆς Παναγίας. Εἶχε γνήσια ὑπακοή στόν γέροντά του Ἅγιο Ἄνθιμο, θαύματα τοῦ ὁποίου κατέγραφε, ὅσα εἶδε μέ τά μάτια του. Τά περισσότερα ἀπό αὐτά ἀφοροῦσαν θεραπεῖες δαιμονιζομένων.
Ἡ ἀσθένεια τοῦ π. Νικηφόρου προχωροῦσε καί σιγά-σιγά ἔχανε τό φῶς του. Ἔφτασε στό σημεῖο νά ψέλνει τροπάρια καί νά ἀπαγγέλει τούς Ἀποστόλους ἀπό στήθους. Τό 1957 ἔκλεισε τό Λωβοκομεῖο τῆς Χίου καί τούς ἐναπομείναντες ἀσθενεῖς μαζί μέ τόν π. Νικηφόρο τους ἔστειλαν στόν Ἀντιλεπρικό Σταθμό Ἁγίας Βαρβάρας Ἀθηνῶν, στό Αἰγάλεω.
Τήν ἐποχή αὐτή, στόν Ἀντιλεπρικό Σταθμό στό Αἰγάλεω ζοῦσε καί ὁ π. Εὐμένιος, τόν ὁποῖο εἶχα τήν εὐλογία νά γνωρίσω καί νά συναντήσω ἐπανειλημμένως. Εἶχε προσβληθεῖ κι αὐτός ἀπό τή νόσο τοῦ Χάνσεν ἀλλά θεραπεύτηκε καί παρέμεινε στό νοσοκομεῖο «Λοιμωδῶν», στόν Ἀντιλεπρικό Σταθμό, διακονώντας μέ πολλή ἀγάπη τούς συνασθενεῖς του. Ὁ π. Εὐμένιος ἀνέλαβε καί τήν φροντίδα τοῦ Ὁσίου Νικηφόρου πού τότε ἦταν 67 ἐτῶν, σχεδόν παράλυτος ἀπό τήν ἀσθένεια καί τυφλός. Στό πρόσωπο τοῦ Ἁγίου βρῆκε τόν θεοφόρο γέροντα στόν ὁποῖο ἔκανε τέλεια ὑπακοή.
Σέ ἀντίθεση μέ ἄλλους ἀσθενεῖς ὁ ὅσιος Νικηφόρος δέν εἶχε καθόλου ἀπαιτήσεις. Ἦταν πολύ πρᾶος καί ταπεινός. Καλλιεργοῦσε τήν ἀδιάλειπτη νοερά προσευχή. Ὁ Ἅγιος Ἄνθιμος ἀναφερόμενος γιά τόν π. Νικηφόρο, σέ ἐπιστολή πρός τόν π. Εὐμένιο, γράφει: «Σοῦ στέλνω ἕναν θησαυρό, νά σοῦ διδάξει τή νοερά προσευχή». 
Ὡς ἀνταμοιβή τῆς ὑπομονῆς καί τῆς ἄσκησής του ὁ Κύριος τοῦ εἶχε δώσει πολλά χαρίσματα. Ὑπῆρξε μεγάλο πνευματικό ἀνάστημα. Πλῆθος κόσμου συνέρεε στό κελάκι τοῦ π. Νικηφόρου στό νοσοκομεῖο «Λοιμωδῶν» γιά νά πάρει τήν εὐχή του καί νά ζητήσει τήν προσευχή του. Ὁ ἴδιος εἶχε καταστεῖ δοχεῖο τῆς χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού τήν μετέδιδε σέ ὅποιον τόν ἐπισκεπτόταν. Εἶχε τό χάρισμα τῆς παρηγορίας τῶν θλιβομένων, παρόλο πού ὁ ἴδιος ἦταν κατάκοιτος μέ πληγές καί πόνους. Μολονότι σήκωνε τό σταυρό τῆς δύσκολης ἀσθένειάς του, δέν γόγγυζε ἀλλά ἔδειχνε μεγάλη καρτερία καί δοξολογοῦσε τόν Θεό. Εἶχε ἔντονο πνευματικό ἀγώνα καί πάλη μέ τούς δαίμονες, ἀλλά ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ δέν τόν ἐγκατέλειψε. Ἔβλεπε μέ τά μάτια τῆς ψυχῆς τό φῶς τῆς Θείας Χάριτος. Τό πρόσωπό του ἔλαμπε καί μετέδιδε χαρά σέ ὅσους τόν ἔβλεπαν.
Ὁ Κύριος τόν κάλεσε κοντά Του στίς 4 Ἰανουαρίου τοῦ 1964. Μετά τήν ἐκταφή τά ἅγια λείψανά του εὐωδίαζαν. Ἔκτοτε τά διαφύλατε μέ εὐλάβεια ὁ π. Εὐμένιος δίπλα ἀπό τό κελλί του, κατ’ ἐντολή τοῦ ὁσίου Νικηφόρου. 
Ὁ π. Εὐμένιος πολλές φορές ἀναφερόταν στόν γέροντά του μέ πολύ σεβασμό. Χαρακτηριστικά εἶχε ἀναφέρει ὅτι κάποιο βράδυ πού πῆγε νά τόν δεῖ στό κελλί του, τόν βρῆκε προσευχόμενο μέ τό πρόσωπό του λουσμένο στό φῶς νά κατηγορεῖ τόν ἑαυτό του. Τότε τοῦ εἶχε πεῖ: «Στήν προσευχή σου νά κατηγορεῖς τόν ἑαυτό σου, παιδί μου». Τόσο ὁ π. Εὐμένιος ὅσο καί ἄλλοι πιστοί ἀνέφεραν πολλές περιπτώσεις ὅπου ἔγιναν θαύματα μέ τήν ἐπίκληση τῶν πρεσβειῶν τοῦ Ὁσίου Νικηφόρου πρός τό Θεό. Ἄς ἔχουμε τίς πρεσβεῖες του.
Ἀπολυτίκιον Ἁγίου Νικηφόρου τοῦ λεπροῦ (Ἦχος α´)
Νικηφόρου Ὁσίου, τοῦ λεπροῦ τὰ παλαίσματα,* καὶ τὴν ἐν ἀσκήσει ἀνδρείαν, κατεπλάγησαν Ἄγγελοι* ὡς ἄλλος γὰρ Ἰώβ τὰ ἀλγεινά, * πέμεινε δοξάζων τὸν Θεόν,* νῦν δὲ δόξῃ ἐστεφάνωται παρΑὐτοῦ,* θαυμάτων διακρίσεσιν.* Χαίροις τῶν Μοναστῶν χειραγωγέ,* χαίροις φωτὸς μέτοχος* Χαίροις εὐωδίας χαρμονὴν, προχέων ἐκ λειψάνων σου.
(Ποίημα Καθηγουμένης Ἰσιδώρας Μοναχῆς Ἁγιεροθεϊτίσσης)


Ὁ ἡγιασμένος ἱερέας  Νικόλαος Α.  Πέττας  ἐκ  Πατρών
Πρόκειται γιά ἕναν σύγχρονό μας ταπεινό καί ἄξιο ἱερέα, πνευματικό, οἰκογενειάρχη καί καθηγητή τεχνικῆς ἐκπαίδευσης, ὁ ὁποῖος εἶχε ἀφήσει τόν ἑαυτό του στά χέρια τοῦ Χριστοῦ γιά νά τόν χρησιμοποιεῖ ὡς μέσον γιά τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Κι Ἐκεῖνος τόν εἶχε καταστήσει δοχεῖο τῆς Χάρης Του, χορηγώντας του χαρίσματα-δωρεές τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Διότι ὡς γνωστόν «ὁ Θεός ὑπερηφάνοις ἀντιτάσσεται, ταπεινοῖς δέ δίδωσι χάριν». Ἡ οἰκογένειά μου συνδεόταν τόσο μέ τόν ἴδιο, ὅσο καί τήν πρεσβυτέρα τοῦ Ἀνθή.
Ὁ π. Νικόλαος Α. Πέττας γεννήθηκε τό 1941 στήν Πάτρα. Ἦταν ἑπτανησιακῆς καταγωγῆς, γόνος ἐπιφανῶν οἰκογενειῶν. Οἱ γονεῖς του ἦρθαν στήν Πάτρα μετά τούς μεγάλους σεισμούς στά Ἑπτάνησα τό 1928. Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Ἀνδρέας -τοῦ Νικολάου- Πέτρακας ἤ Πέττας ἀπό τήν πόλη τῆς Ζακύνθου καί ἦταν γνωστός βιομήχανος σαπωνοποιΐας στήν Πάτρα. Μητέρα του ἦταν ἡ Σοφία Παναγῆ Τζάκη ἀπό τά Φραγκάτα τῆς Κεφαλλονιᾶς. Ἦταν τό τελευταῖο ἀπό τά πέντε παιδιά τῆς οἰκογένειας. Ἡ εὐλαβής μητέρα του ἔφυγε σέ νεαρή ἡλικία. Ἀπό μικρό τόν νουθετοῦσε ἐν Κυρίῳ, ἐνῶ τοῦ ἔλεγε προφητικά: «Νικολάκη μου θέλω νά γευθῶ μία μπουκιά ἀπό τό ἁγιασμένο ρασάκι σου!», γιατί τῆς εἶχε κάνει ἐντύπωση τό γεγονός ὅτι σάν βρέφος δέν θήλαζε τό γάλα Τετάρτη καί Παρασκευή.
Τόν π. Νικόλαο τόν βάπτισαν τρεῖς ἀφιερωμένες κοπέλες, δίνοντάς του δύο ὀνόματα, Νικόλαο-Ἐμμανουήλ. Ἀπό μικρή ἡλικία ἀσχολεῖτο μέ τήν οἰκογενειακή ἐπιχείρηση ἐνῶ παράλληλα οἱ γονεῖς του φρόντιζαν νά λαμβάνει μόρφωση σέ ἰδιωτικά ἐκπαιδευτήρια. Ὑπάρχουν περιστατικά πού μαρτυροῦν ὅτι ἀπό μικρός εἶχε βιώσει ζωντανά τήν θεία προστασία. Ἕνα ἐνδεικτικό εἶναι τοῦτο: μία μέρα πού ἡ ἀδελφή του Ἑλένη τόν εἶχε πάει στόν ἐνοριακό τους ναό τοῦ Ἁγ. Γερασίμου στήν Παραλία Πατρῶν, στό δρόμο καθώς ἐπέστρεφαν ἐμφανίστηκε ξαφνικά μπροστά τους μία ψηλή μαυροφόρα ἐπιβλητική γυναίκα καί εἶπε αὐστηρά στήν ἀδερφή του: «Πάρε τό παιδί καί κρύψου στίς καλαμιές γιατί σέ λίγο θά περάσει στρατιωτικό τάνκ καί θά σᾶς πατήσει!». Πράγματι, ἀπό τόν στενό αὐτό δρόμο πέρασε ἕνα γερμανικό τάνκ καί σώθηκαν χάρη στήν ἐπέμβαση τῆς Παναγίας μας. 
Καθώς μεγάλωνε ὁ Νικόλαος-Ἐμμανουήλ εἶχε ἐξομολόγο καί πνευματικό καθοδηγητή τόν γνωστό ὁσιωθέντα ἀρχιμ. Γερβάσιο Παρασκευόπουλο στήν Πάτρα. Στά δύσκολα χρόνια τῆς κατοχῆς, ἐπειδή ἡ οἰκογένειά του ἦταν εὔπορη καί εἶχε τήν οἰκονομική δυνατότητα καί ἐπειδή ἡ μητέρα τοῦ ἦταν ἐλεήμων, συγκέντρωναν στό σπίτι τους πτωχούς καί τούς οἰκονομοῦσαν. Τήν ἴδια δύσκολη περίοδο, συγκεντρώνονταν στό σπίτι οἱ οἰκεῖοι του Νικολάου μέ πρόσωπα ἀπό τόν κύκλο τοῦ π. Γερβασίου καί ἔκαναν ἐποικοδομητικές πνευματικές συζητήσεις. 
Συνήθως ὁ Νικόλαος συναναστρεφόταν μέ μεγαλύτερους ἀπό τήν ἡλικία του ἀνθρώπους, σοφούς, ἀλλά εἶχε καί μεγάλη εὐαισθησία στά παιδιά. Ἰδιαίτερη φροντίδα εἶχε σέ αὐτά τοῦ Ὀρφανοτροφείου τοῦ Σκιαγιοπούλειου πού βρισκόταν στή γειτονιά του. Χαρακτηριστικά, στίς μέρες τῶν ἑορτῶν ἔπαιρναν μέ τούς δικούς του ὀρφανά παιδιά ἀπό τό ἵδρυμα στό σπίτι τους. Παράλληλα, ἀσχολήθηκε μέ τήν κατήχηση παιδιῶν, ἐνῶ πολλά ἀπό τά παιδιά πού κατηχοῦσε ἔγιναν ρασοφόροι. 
Ὅταν ἦρθε ἡ ὥρα, ὑπηρέτησε τή στρατιωτική του θητεία καί ἔγινε Λοχίας στή Μοίρα πυραύλων στό Λαγκαδᾶ Θεσσαλονίκης. Τήν πίστη του καί ὅ,τι εἶχε βιώσει ἀπό μικρός τά μετέδιδε στούς στρατιῶτες. Πολλούς τούς ὁδήγησε σέ γέροντες καί πνευματικούς. Στό στρατόπεδο τελοῦσαν καθημερινά ὅλες τίς ἀκολουθίες μέσα ἀπό τό Ὡρολόγιο. Τήν περίοδο πού ὑπηρετοῦσε στή Θεσσαλονίκη, γνώρισε στό νοσοκομεῖο ΑΧΕΠΑ τόν γνωστό μας γέροντα Παΐσιο τόν Ἁγιορείτη. Στίς ἐπισκέψεις πού ἔκανε στό νοσοκομεῖο προκειμένου νά δεῖ τόν γνωστό Μοναχό Παΐσιο, ἔπαιρνε μαζί του καί φαντάρους. Ἀρκετοί ἀπό αὐτούς ὁμολογοῦν ὅτι γνώρισαν τόν Χριστό καί τήν μυστηριακή ζωή ἀπό τό νεαρό λοχία τούς Νικόλαο, ἐνῶ κάποιοι ἔγιναν ρασοφόροι.
Ἀξιοθαύμαστη εἶναι ἡ πλούσια καί πολύπλευρη μόρφωση πού εἶχε ὁ π. Νικόλαος. Συνδύαζε κάτι πολύ σπάνιο, τίς θετικές καί τίς θεωρητικές ἐπιστῆμες. Συγκεκριμένα εἶχε τά ἑξῆς πτυχία: Μηχανολόγου, Ραδιοτεχνίτου, Ἑργοδηγοῦ Μηχανουργικῶν Ἐγκαταστάσεων, Θεολόγου, Τεχνολόγων Μηχανικῶν, Ἐκπαιδευτικοῦ Λειτουργοῦ Παιδαγωγικῆς Ἐπιμόρφωσης. Ἦταν ἄνθρωπος μέ πολλά ἐνδιαφέροντα, φιλόμουσος, ἀγαποῦσε τό διάβασμα καί μελετοῦσε ἐγχειρίδια πολλῶν ἐπιστημῶν.
Πρωτοδιορίστηκε ὡς καθηγητής Μηχανολογίας στίς τεχνικές σχολές τῆς Ναυπάκτου. Ἀργότερα πῆρε μετάθεση καί δίδασκε σέ τεχνικά σχολεῖα στήν Πάτρα. Ὡς ἐκπαιδευτικός φερόταν στά παιδιά μέ ἀγάπη καί ἐπιείκεια. Γνώριζε καλά τά παιδαγωγικά καί τήν ψυχολογία τῶν παιδιῶν, ἐνῶ οἱ ἐνέργειές του δήλωναν ὅτι ἦταν λεπτός ἄνθρωπος. «Ἡ ὅλη παρουσία του στό σχολεῖο ἦταν μετρημένη καί μέ ἱεροπρέπεια. Σοῦ ἐνέπνεε σεβασμό σέ τέτοιο βαθμό πού καί ὡς συνάδελφο λαϊκό ἀκόμα, τόν φανταζόμασταν μέ ράσο» γράφει ὁ ἐπί σειρά ἐτῶν συνάδελφός του, κ. Χαράλαμπος Λ. Κοντοχρήστου καί συνεχίζει: «Γιά ἐμᾶς τούς καθηγητές ἦταν ἕνας ἰδιαίτερος καί σπάνιος ἄνθρωπος, ὑπόδειγμα κληρικοῦ καί καθηγητή μέ τήν συνέπειά του καί τήν πνευματικότητά του. Ἀρχικά προξενοῦσε ἐντύπωση στούς μαθητές τό γεγονός ὅτι ἕνας ρασοφόρος ἦταν παράλληλα καί καθηγητής τους στή Μηχανολογία καί ἔμπαινε μέ τά ράσα στό ἐργαστήριο νά τούς διδάξει στήν πράξη. Ἡ σκέψη αὐτή τούς ἔκανε στήν ἀρχή νά τόν χλευάζουν, ἐνῶ ἐκεῖνος ἔκανε ὅτι δέν καταλάβαινε. Μετά τίς πρῶτες μέρες ἀναπτυσσόταν ἕνα παράξενο πνευματικό δέσιμο μεταξύ τους καί γινόταν γιά ἐκείνους ὁ πατέρας τους, ὁ δάσκαλός τους, ἡ παρηγοριά τους. Ὅταν ὁρισμένοι συνάδελφοι ταλαιπωροῦσαν τά παιδιά, μεσολαβοῦσε ὁ π. Νικόλαος καί τά βοηθοῦσε νά πάρουν τό πτυχίο τους. Βοηθοῦσε τά παιδιά χωρίς διακρίσεις. Ἀκόμα καί ἄνθρωποι πού τοῦ δήλωναν ὅτι δέν τόν συμπαθοῦσαν ἐπειδή φοροῦσε τό ράσο, συχνά τόν πλησίαζαν καί ζητοῦσαν τή συμβουλή του γιά διάφορα θέματά τους. Γιατί ὁ π. Νικόλαος δέν τούς περιφρονοῦσε καί δέν τούς ἀπέφευγε, ἀλλά τούς τραβοῦσε κοντά του γιατί δέν φοβόταν. Μέ τήν σεμνότητά του πού συνδυαζόταν μέ γενναιότητα, κέρδιζε τήν ἐκτίμηση καί τόν θαυμασμό ἀνθρώπων πού δέν περίμενε κανείς νά σεβαστοῦν ποτέ ἕνα ρασοφόρο. Ἐμεῖς πολλές φορές κάναμε κάποια πράγματα διοικητικά ἤ προσωπικά κρυφά ἀπό ἐκεῖνον. Ὅμως ὁ π. Νικόλαος μ’ ἕνα ἄλλο τρόπο, πιό βαθύ, πιό οὐσιαστικό, τά γνώριζε ὅλα! Μέσα στήν ἀπέραντη ἠρεμία πού τόν χαρακτήριζε, ἀντιλαμβανόταν κάθε κίνηση καί, μέ μίαν ἐξαιρετική θεόσδοτη χάρη, καταλάβαινε ὄχι μόνο ὅσα τοῦ λέγαμε μά καί ὅσα σκεφτόμασταν».
Στίς 7-5-1970 νυμφεύθηκε τήν πιστή καί ἄξια σύζυγό του Ἀνθῆ Χ. Κατριμπούζα ἀπό τό Φράγκα τῆς Ἀχαΐας. Ἦταν πολύ ἀγαπημένο ζευγάρι καί ἀπέκτησαν κατόπιν πολλῆς προσευχῆς δώδεκα παιδιά, ἕξι ἀγόρια καί ἕξι κορίτσια. 
Ὡς οἰκογενειάρχης καί καθηγητής ὁ Νικόλαος συνέχιζε τήν αὐστηρή πνευματική ζωή. Στό σχολεῖο, σύμφωνα μέ μαρτυρίες, ἦταν ἄξιος συνεχιστής τῆς ἀγωγῆς τῶν γονιῶν στά παιδιά. Τόν ἐνδιέφερε οἱ σπουδαστές νά λάβουν γνώσεις ἐπιστημονικές, ἀλλά καί πνευματικές καί ἠθικές ὥστε νά εἶναι χρήσιμοι στήν κοινωνία καί νά κάνουν σωστές οἰκογένειες. 
Κάποια στιγμή, ἀνάμεσα στή γέννα τῶν δύο παιδιῶν τους, τοῦ Παναγιώτη καί τῆς Μαρίας, ἔνιωσε νά φουντώνει περισσότερο ἀπό ποτέ, μέσα του ἡ φλόγα πού τον πρόσταζε νά ἱερωθεῖ. Αὐτό τό ἐμπιστεύτηκε στόν πνευματικό του ὥστε νά δοῦν ποῦ θά ὁδηγήσει. Ἐπί τρία χρόνια δεχόταν οὐράνιο κάλεσμα νά γίνει λειτουργός του Ὑψίστου καί τελικά ὁ πνευματικός του π. Γεώργιος Παπασταύρου καί ἄλλοι ἁγιορεῖτες πατέρες, ὅπως ὁ π. Ἐφραίμ ὁ Κατουνακιώτης, ὁ γέροντας Παΐσιος, ὁ π. Ἐφραίμ τῆς Φιλοθέου καί οἱ Διονυσιάτες Γαβριήλ, Θεόκλητος καί Χαράλαμπος, τόν ἔπεισαν νά δεχθεῖ τήν θεία κλήση.
Ἀποκαλυπτικά γιά τό πρόσωπο τοῦ π. Νικολάου εἶναι τά λόγια τοῦ μακαριστοῦ Ἐπισκόπου Πατρῶν κυροῦ Νικοδήμου Βαληνδρά, ὁ ὁποῖος στίς 8 Ἀπριλίου τοῦ 1979 τόν χειροτόνησε Διάκονο καί στίς 15 Ἀπριλίου τοῦ ἴδιου ἔτους τόν χειροτόνησε Πρεσβύτερο, δίνοντάς του τό ὄνομα Νικόλαος. Εἶχε πεῖ: «Πολλές χειροτονίες ἔχω τελέσει, ἀλλά αὐτό πού ἔνιωσα στήν χειροτονία αὐτή εἶναι κάτι τό μοναδικό». Ἀνέφερε ὁ ἀρχιερέας ὅτι καί στίς δύο χειροτονίες ἔνιωσε ὅτι ζοῦσε μία Πεντηκοστή καί ὅτι κατάλαβε πώς ὁ π. Νικόλαος εἶναι πράγματι ἐλεημένος ἀπό τόν Θεό. Ὁ τότε Ἐπίσκοπος ἔκλεισε τό λόγο του λέγοντας: «π. Νικόλαε, νιώθω ὅτι ἐλεήθηκα ἀπό τή Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἀφότου ἔβαλα τάς χείρας μου στήν κεφαλή σου γιά νά σοῦ μεταδώσω τή χάρη τῆς ἱερωσύνης. Νά μέ θυμᾶσαι καί νά μέ μνημονεύεις σέ παρακαλῶ, καί σέ αὐτήν τή ζωή καί στήν ἄλλη, ὅταν σέ καλέσει ὁ Κύριος».
Ἀρχικά, ὁ τόπος διακονίας του ἦταν ἡ ἐνορία τοῦ Ἁγίου Γεωργίου Κρύα Ἰτεῶν Πάτρας. Ἀργότερα μετατέθηκε ὡς ἐφημέριος στόν ναό τοῦ Ἁγίου Βασιλείου Ζαρουχλεΐκων, ὅπου διαμένει καί ἡ οἰκογένειά του. Ὡς ἱερέας ἦταν ἀσκητικός καί ἀκόμα πιό φιλακόλουθος ἀπό πρίν. Τελοῦσε κατανυκτικές Θεῖες Λειτουργίες ἐνῶ πολλοί πιστοί εἶχαν παρατηρήσει ὅτι ἀρκετές φορές δέν πατοῦσε στό ἔδαφος. Παράλληλα ἦταν διάκονος τῶν Μυστηρίων, προσεκτικός, ἀφιλοχρήματος, μέ συναίσθηση τῆς εὐθύνης τῆς ἀποστολῆς του καί μεγάλο ἐνδιαφέρον γιά τήν πνευματική καί πρακτική στήριξη τοῦ ποιμνίου του. Χαρακτηριστικά, ὁ εὐλαβέστατος κληρικός τῆς Πάτρας Ἀρχιμ. Νικόδημος Πετρόπουλος, σέ γραπτό του κείμενο γιά τόν π. Νικόλαο (μέ ἡμερομηνία Πάτρα, 23/10/2011), μεταξύ ἄλλων σημειώνει ὅτι ἦταν ἕνας ἱερέας-ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, ἄκακος, ἁπλός, σεμνός, ἄνθρωπος τῆς ὑπομονῆς καί τῆς ταπείνωσης πού ἔχαιρε ἐκτίμησης ἀπό τούς πιστούς καί πού ἐν πολλοῖς θύμιζε τόν παπα-Πλανᾶ. Μάλιστα, δηλωτικό τῶν πνευματικῶν χαρισμάτων τοῦ π. Νικολάου εἶναι τό ἑξῆς περιστατικό πού ἀναφέρει ὁ π. Νικόδημος Πετρόπουλος: «Ὁ Θεός στήν ἐνορία πού διακονῶ ἐπέτρεψε κάποτε δεινό πειρασμό ὑπό ψευδαδέλφων. Τίς στιγμές ἐκεῖνες πού μέ ὑπομονή καί πολλή σιωπή ὑπέμεινα αὐτήν τήν δοκιμασία, πρός ἀποφυγή τοῦ σκανδαλισμοῦ τῶν πιστῶν κι ἐνῶ βρισκόμουν στό ναό μαζί μέ πνευματικά μου παιδιά, προσῆλθε ὁ ταπεινός αὐτός λευίτης καί ἔνδακρυς ἀπευθυνόμενος σέ μένα, μοῦ εἶπε: «Ἀδελφέ μου, ἦρθα νά σέ δῶ γιατί μοῦ εἶπε ὁ Χριστός νά πᾶς στόν Ἅγιο Παῦλο, στό Νικόδημο, διότι διέρχεται ἕναν μεγάλο πειρασμό…».
Ἄλλες φορές πάλι, ὅπως ἀναφέρει σέ βιβλίο του ὁ πατερικός π. Στέφανος Ἀναγνωστόπουλος, ἐκεῖ πού ἔτρωγε στό οἰκογενειακό τραπέζι, σηκωνόταν ξαφνικά καί νηστικός ἔφευγε. Ἔπαιρνε τό αὐτοκίνητο καί πήγαινε σέ συγκεκριμένο σπίτι ὅπου τό ζευγάρι καυγάδιζε ἔντονα. Τότε ἔμπαινε μέσα καί ἐξομάλυνε τά πράγματα καί τούς συμφιλίωνε. Εἶναι πολλές οἱ μαρτυρίες ἀνθρώπων πού καταθέτουν ὅτι ὁ π. Νικόλαος προέλεγε δοκιμασίες, ἀσθένειες, καί ἄλλα πού θά συνέβαιναν καί ἀναλόγως τήν περίπτωση, ἔδινε τίς κατάλληλες συμβουλές. Ὅμως πάντα σέ αὐτά πού ἀποκάλυπτε εἶχε σκοπό σωτηριολογικό. Πολλά περιστατικά πού ἀποκαλύπτουν τό διορατικό του χάρισμα ἀναφέρει ὁ π. Χαράλαμπος Πανουτσακόπουλος ἀπό τήν Πάτρα στό προσωπικό του ἰστολόγιο.
Ἀγαποῦσε πολύ τήν προσευχή καί ποθοῦσε τήν ἄσκηση. Εἶχε διαμορφώσει σέ ἕνα γιαπί οἰκοδομῆς πλησίον τῆς οἰκίας του, ἕνα ἀσκητήριο καί ἐκεῖ εἶχε πολλές εἰκόνες, καντήλι, τό πετραχήλι του. Ἦταν γιά τόν π. Νικόλαο τόπος προσευχῆς καί ἄσκησης. Ἐκεῖ συχνά ἐξομολογοῦσε ἐνῶ εἶχε πολλές ἐπισκέψεις καί ἐμφανίσεις τῆς Παναγίας καί ἄλλων Ἁγίων.
Βίωνε πολλές ἀποκαλυπτικές ἐμπειρίες κατά τή διάρκεια τῆς Θείας Λειτουργίας πού εἶναι δύσκολο νά περιγραφοῦν καί νά ἀναφερθοῦν ἐπί τῆς παρούσης. Τό σίγουρο εἶναι ὅτι βίωνε καταστάσεις Χάριτος. Κατά μαρτυρία τοῦ διακριτικοῦ π. Ἀντωνίου Ρουμελιώτη ἀπό τήν Πάτρα, στίς περισσότερος Θεῖες Λειτουργίες ἔβλεπε πάνω στήν Ἁγία Τράπεζα, τή στιγμή τοῦ καθαγιασμοῦ τῶν Τιμίων Δώρων, τόν ἴδιο τόν Κύριο. Κι ὅταν ἐξομολογοῦταν μέ διάκριση αὐτές τίς ἐμπειρίες του, θεωροῦσε τόν ἑαυτό τοῦ ἀνάξιο γιά τέτοια θεωρία. Ἐπιπλέον, μετά τό πέρας τῆς ἀναίμακτης θυσίας δέν μποροῦσε νά βγεῖ ἀμέσως ἀπό τό ἱερό βῆμα.
Ὁ π. Στέφανος Ἀναγνωστόπουλος ἀναφέρει ὅτι ὅταν ὁ π. Νικόλαος εἶχε ἀποκαλύψεις κατά τήν Θεία Λειτουργία, συχνά «ἀφαιροῦταν» διότι συνεπαίρνετο στά Οὐράνια. Αὐτό ἀποτελοῦσε ἀφορμή νά τόν παρεξηγοῦν ἄλλοι κληρικοί καί οἱ ψάλτες, θεωρώντας ὅτι ἔχει «σαλέψει» ἤ ὅτι ἔχει κάποιο νοητικό πρόβλημα. Δέν ἦταν λίγες οἱ φορές πού ζοῦσε τήν ἀπαξίωση καί τήν ἐπικριτική ὡς καί μειωτική στάση πρός τό πρόσωπό του, ἀκόμα καί ἀπό ἀνθρώπους ἐκκλησιαστικοῦ περιβάλλοντος. Ὡστόσο, εἶναι πολλοί αὐτοί πού θεωροῦν ὅτι μετά τό θάνατό του ἀντιλαμβάνονται τά σημεῖα τοῦ π. Νικολάου καί νιώθουν ὅτι ὁ Κύριος τούς εἶχε κλείσει τή διάνοια, διότι δέν θά τά ἄντεχαν ἤ ὅτι δέν εἶχαν τήν πνευματικότητα νά τά κατανοήσουν. 
Ἀκόμα καί τόν ἄδικο χαμό τοῦ πρώτου του παιδιοῦ, τῆς Σοφίας, τό 1992 ἀνήμερα τῆς γιορτῆς της ἀπό τροχαῖο δυστύχημα, εἶχε δεῖ κατά τήν προσκομιδή ὅταν λειτουργοῦσε. Ὁ ἴδιος ὁμολόγησε ὅτι εἶδε μπροστά στά μάτια τοῦ ὅλο τό χαμό τοῦ παιδιοῦ του. 

Γιά τήν κοίμησή του ἔλαβε πληροφορία ἀπό τό Μ. Βασίλειο, ὅταν τελοῦσε τήν Θεία Λειτουργία πρός τιμήν του τήν πρωτοχρονιά τοῦ 2000. Συγκεκριμένα πληροφορήθηκε ὅτι μετά ἀπό τρεῖς μέρες θά βρισκόταν στήν οὐράνια πολιτεία, ὅπως καί ἔγινε.
Μετά τήν κοίμηση τοῦ π. Νικολάου, πλῆθος πιστῶν συνέτρεξε νά τόν ἀποχαιρετήσει θεωρώντας τον ἀληθινό κληρικό, μεγάλο ἀγωνιστή καί ἄνθρωπο τοῦ Θεοῦ. Τό σκήνωμά του εἶχε εὐκαμψία καί διατηροῦσε φυσιολογική θερμοκρασία, ἐνῶ τό πρόσωπό του διακρινόταν ἱλαρό. Ὑπάρχουν μαρτυρίες ὅτι, μετά τήν κοίμησή του, ἄνθρωποι τόν ἐπικαλοῦνται καί τούς βοηθᾶ ἐπιτελώντας θαυμαστά σημεῖα καί ἰάσεις.
Ἀξιοσημείωτο εἶναι τό γεγονός ὅτι ὁ π. Νικόλαος εἶχε προείπει ὅτι πρῶτα θά ἔφευγε ἐκεῖνος γιά τήν ἄλλη ζωή καί μετά ἡ πρεσβυτέρα του σέ σημαδιακή χρονολογία καί ἡμέρα καί ὅτι τά παιδιά τους θά πονέσουν περισσότερο γιά τήν ἀπώλεια τῆς μητέρας τους. Ἐπίσης, ὅτι κατά τήν κοίμησή της θά ἀντιληφθοῦν περισσότερα γιά τό πνευματικό ὕψος της. Πράγματι, ὁ π. Νικόλαος ἔφυγε 4 Ἰανουαρίου 2000 καί ἡ πρεσβυτέρα τοῦ Ἀνθή στίς 6 Δεκεμβρίου 2012, μετά ἀπό δώδεκα ἔτη ἀπό τήν κοίμηση τοῦ π. Νικολάου. Μάλιστα, σύμφωνα μέ μαρτυρίες πνευματικῶν πατέρων, καί ἐνδεικτικά καταγράφεται τοῦ π. Στεφάνου Ἀναγνωστόπουλου, ἑπτά μῆνες πρίν τήν κοίμησή της ἡ πρεσβυτέρα ἐνῶ βρισκόταν καθηλωμένη στό κρεβάτι μέ βαριά προβλήματα κινητικά καί ἀναπνευστικά, ἄκουγε οὐράνιες Λειτουργίες καί ἀγγελικές ψαλμωδίες, μεταξύ αὐτῶν ἄκουσε καί τή φωνή τοῦ κεκοιμημένου συζύγου τῆς ὁ ὁποῖος τήν προετοίμασε λέγοντας: «Πρεσβυτέρα μου Ἀνθούλα, ἐπειδή περνᾶς πολλά βάσανα ὅπως ὁ πολύαθλος Ἰώβ, εἶναι ἀπόφαση τοῦ Χριστοῦ μας φέτος στήν ἑορτή μου (δηλαδή τοῦ Ἁγ. Νικολάου 6 Δεκεμβρίου) νά σέ πάρω στά οὐράνια γιά νά ξεκουραστεῖς!». Ὁ λόγος αὐτός ἐπαληθεύτηκε ὅταν συνέβη τό γεγονός τῆς κοιμήσεώς της στίς 6 Δεκεμβρίου πού μᾶς πέρασε. Ἡ εὐλαβέστατη πρεσβυτέρα Ἀνθῆ ἔφυγε στό «Σοφία, ὀρθοί» του Εὐαγγελίου τοῦ Ὄρθρου, τό πρωί τοῦ Ἁγίου Νικολάου, εὑρισκόμενη στήν ἐντατική του Γ.Ν.Α.
Ἄς ἔχουμε τήν ἁγία εὐχή καί τῶν δύο σύγχρονων σπάνιων Γερόντων.

.                                                                                                                                                                             .

Βίος της νεομάρτυρος Φατίμα αλ Μουταίρι

«Θα έρθουν από την Δύση και την Ανατολή και θα καθίσουν μαζί με τον Αβραάμ τον Ισαάκ και τον Ιακώβ στο Βασίλειο του Θεού»
Η Φατίμα γεννήθηκε το 1982 στην πόλη Μπαρίντα της περιοχής Κασσίμ στην Σαουδική Αραβία. Μεγάλωσε σε μια πενταμελή οικογένεια, με τους γονείς της και δύο μεγαλύτερα αδέρφια. Η οικογένεια ήταν μουσουλμάνοι, χωρίς ωστόσο να είναι φανατικοί...
Από τα παιδικά της χρόνια είχε την ικανότητα ν’ αποστηθίζει ότι άκουγε στο σχολείο, κάτι που ώθησε την μητέρα της να την γράψει στο θρησκευτικό σχολείο, σκεπτόμενη ότι θα της έκανε καλό ωθώντας την ν’ αποστηθίσει το κοράνι και ν’ ακολουθήσει την οδό του ορθόδοξου Ισλάμ. Όμως το νεαρό κορίτσι ακολούθησε το ακραίο μονοπάτι της θρησκείας, ντυνόταν στα μαύρα με μαντίλα και μπούρκα, έκανε όλες τις προσευχές που της ζητούσαν οι θρησκευτικές αρχές και νήστευε κάθε Δευτέρα και Πέμπτη επιπλέον του μηνός του ραμαζανίου. Απείχε πλέον απ’ οτιδήποτε την ωθούσε σε μια χαλαρών ηθών, σύμφωνα με την ίδια, εφηβική ζωή. Απαγόρευσε το ράδιο και την τηλεόραση στο σπίτι, εμποδίζοντας την οικογένεια να ακούει τραγούδια και μουσική. Διέκοψε κάθε σχέση με τις άλλες έφηβες της ηλικίας της, που τολμούσαν να δείξουν το πρόσωπό τους , ν’ ακούσουν λαϊκά τραγούδια ή να συζητήσουν θέματα πέρα από τ’ αυστηρά πλαίσια του Κορανίου, κάτι βέβαια που την ώθησε στο να απομονωθεί πλήρως από κάθε σχέση με τα κορίτσια της ηλικίας της . Η μητέρα της μετανιώνοντας πικρά που την έστειλε σ’ αυτό το σχολείο την πήρε και την πήγε στο δημόσιο .
Αυτή η απομάκρυνση της δημιούργησε ένα είδος κατάθλιψης με κεφαλαλγίες και ο γιατρός διέγνωσε ψυχολογικά αίτια. Τότε η Φατίμα αδυνατώντας να συνεχίσει σε αυτή την κατάσταση έκανε μια πλήρη μεταστροφή. Πέταξε τα μαύρα ρούχα και άρχισε να ζει όπως όλα τα κορίτσια της ηλικίας της, κοιτάζοντας πάλι τηλεόραση, ακούγοντας μουσική και μάλιστα μαθαίνοντας τα τραγούδια, συνεχίζοντας όμως να προσεύχεται καθημερινά και να ακούει στην τηλεόραση και στο ράδιο τους σεΐχηδες να κηρύσσουν τους λόγους τους. Έλεγε όμως, πως πραγματοποιώντας τα θρησκευτικά της καθήκοντα η καρδιά της παρέμενε μακριά από τον Θεό. Στη συνέχεια όμως μια μετάλλαξη συνέβη στην ψυχή της, αδυνατώντας πλέον ν’ ανεχτεί τους θρησκευτικούς ηγέτες, δογματικούς και φανατικούς να περνούν το χρόνο τους προφέροντας απειλές και κατάρες επί παντός επιστητού. Άρχισε να μισεί αυτούς τους λόγους και προσπαθούσε συνέχεια ν’ αποδείξει ότι το πραγματικό Ισλάμ δεν είναι αυτό που κηρύττουν οι σεΐχηδες, αλλά αυτό της ανεκτικότητας και της ειρήνης. Έλεγε πως παρόμοιοι λόγοι απομακρύνουν τους ανθρώπους από την θρησκεία.


Δεκαοκτώ ετών πήγε στο πανεπιστήμιο και σπούδασε πληροφορική κι επικοινωνία, πέρασε επτά χρόνια αναζητώντας ένα Ισλάμ μετριοπαθές, και το βρήκε τελικά κοντά σ’ ένα κήρυκα (σύμφωνα με τα λεγόμενά της κομψό και καλοντυμένο), ο οποίος δεν πρόφερε κατάρες κι απειλές, παρέθετε όμως παραδείγματα κι έδινε ικανοποιητική λαβή για σκέψη.
Κατά την διάρκεια της αναζήτησης της αλήθειας για τον Θεό, στην ηλικία των εικοσιέξι της χρόνων, προκηρύχθηκε από την κυβέρνηση της Σαουδικής Αραβίας ένας διαγωνισμός εκθέσεως με τίτλο «Το Ισλάμ ανάμεσα στην μετριοπάθεια και τον φανατισμό», με βραβείο ένα εκατομμύριο δηνάρια. Ο διαγωνισμός απευθυνόταν σε όλες τις αραβικές χώρες. Η Φατίμα, έχοντας ήδη κερδίσει έναν προηγούμενο διαγωνισμό, ενθουσιάστηκε με το θέμα που την απασχολούσε πολύ κι άρχισε να δουλεύει. Για να επιτύχει άρχισε να ρωτά ποιος γνώριζε έναν μουσουλμάνο που από ζηλωτής έγινε μετριοπαθής. Οι έρευνές της απέβησαν άκαρπες. Τότε θυμήθηκε που είχε διαβάσει μια ημέρα στο διαδίκτυο ύβρεις σε έναν Σαουδάραβα που προσηλυτίστηκε στον χριστιανισμό. Σκέφτηκε πως αυτός ήταν ο άνθρωπος που χρειαζόταν. Τον αναζήτησε και τον βρήκε στην ιστοσελίδα του. Αρχικά προσπάθησε να μάθει αν ήταν ζηλωτής μουσουλμάνος, αλλά απογοητεύθηκε όταν της απάντησε αρνητικά, στην συνέχεια τον ρώτησε γιατί άφησε το Ισλάμ για μία θρησκεία γεμάτη λάθος δόγματα. Τότε ο Ερνέστ (όπως τον αποκαλεί) επιχείρησε μια συζήτηση μαζί της για το πρόσωπο του Μωάμεθ, ο οποίος γι αυτόν δεν ήταν ένας πραγματικός προφήτης. Η Φατίμα αντέδρασε έντονα κατηγορώντας τον ότι αρνήθηκε την αφοσίωσή του στον προφήτη. Αυτός άρχισε τότε να της το αποδεικνύει αναφερόμενος σε κείμενα σύγχρονα του Μωάμεθ και της απέδειξε την μοχθηρότητα της καρδιάς του στο κείμενο «IbnHisham», όπου ο προφήτης έδεσε μία γυναίκα που τον αντιπαθούσε από τα πόδια και την έσυρε μαζί με τον εξάδελφό του στην έρημο . Επειδή η Φατίμα δεν θυμόταν αυτό το εδάφιο πήγε στην βιβλιοθήκ, όπου και βρήκε την αφήγηση όπως της είχε αναφέρει. Απογοητευμένη και μη γνωρίζοντας τι να του απαντήσει του είπε: «Και άφησες όλο το Ισλάμ και την αλήθεια του για ένα τόσο μικρό και ασήμαντο περιστατικό;» Της πρότεινε τότε να διαβάσει τα βιβλία δύο προσηλυτισμένων που κατακρίνουν το Κοράνι, της Wafaa Sultan και του Kamel an Najjar. Η Φατίμα άρχισε λοιπόν ν’ αναζητά πληροφορίες για την προσηλυτισμένη Wafaa Sultan αλλά όλες οι τοποθεσίες στο διαδίκτυο που μιλούσαν γι αυτήν και τα γραπτά της είχαν φραγή από την λογοκρισία. Δοκίμασε τότε Kamel an Najjar και βρήκε αναρτημένο όλο το βιβλίο του «Κριτικές του Ισλάμ». Άρχισε να το διαβάζει και ανακάλυψε τότε τις τέσσερις αλήθειες για το Κοράνι: Λάθη γραμματικά (αν το βιβλίο ήταν Θεία έμπνευση δεν θα υπήρχαν ορθογραφικά λάθη), λάθη ιστορικά, επιστημονικά. Αυτό το βιβλίο απεκάλυπτε το πρόσωπο του Μωάμεθ, τις φιλοδοξίες του, τους πολέμους του, τις γυναίκες του, τους σαρκικούς του έρωτες…
Τελειώνοντας την ανάγνωσή του, ανέφερε : «Έγινα άθεη δεν πίστευα πλέον σε τίποτε». Νοιώθοντας το βάρος της θρησκευτικής ψευδαίσθησης στην οποία ζούσε, επέστρεψε σπίτι της και βίωσε μια σοβαρή καταθλιπτική κρίση. Άρχισε να παίρνει ηρεμιστικά αδυνατώντας ν’ αντέξει την απάτη στην οποία ένας ολόκληρος κόσμος είχε παρασυρθεί, και στο τέλος σταμάτησε να τρώει και να πίνει. Η μητέρα της προσπάθησε πολλές φορές να μάθει την αιτία, χωρίς να λάβει ποτέ μια απάντηση . Δέκα ημέρες αργότερα έλαβε μια επιστολή από το κέντρο στο οποίο εργαζόταν για να αναλάβει την θέση της. Για να ξεφύγει από αυτό το αδιέξοδο, δέχθηκε να πάει στην εργασία της, αλλά η φυσική της εμφάνιση ήταν αξιοθρήνητη.
Νοιώθοντας την ανάγκη να γνωρίσει περισσότερα για τον χριστιανισμό, ήρθε σε επαφή διαδικτυακά με τον Ερνέστ, ο οποίος την προέτρεψε να διαβάσει κάποια βιβλία για την χριστιανική πίστη. Ανακάλυψε τότε μαρτυρίες στο Κοράνι για τον Χριστό τον θάνατό Του και την Ανάστασή Του, όπως και μία μαρτυρία για την ύπαρξη της Αγίας Τριάδος… Κατάλαβε τότε πως το Ισλάμ έκανε μια υποκριτική εκστρατεία εναντίον των χριστιανών κατηγορώντας τους για πολυθεϊσμό κι ότι λάτρευαν για Θεό έναν άνθρωπο. Απευθύνθηκε και πάλι σ’ αυτόν τον άγνωστο Θεό τον οποίο όμως γνώριζε από τα παιδικά της χρόνια μέσα από την φώτιση που ένοιωθε συχνά στη ζωή της: «Κύριε σταμάτα, φθάνει, αρκετά με άφησες σε αυτή την ψευδαίσθηση, τώρα πες μου ποιος είσαι; ποιό είναι το μονοπάτι που οδηγεί σ’ Εσένα; ήρθε η ώρα να μου αποκαλυφθείς, δεν μπορώ ν’ αντέξω άλλο αυτή την κατάσταση».
Σιγά-σιγά μπήκε σε φόρα συζητήσεων μεταξύ μουσουλμάνων και χριστιανών και με την Θεία Πρόνοια ανακάλυψε τα Άγια Ευαγγέλια. Άρχισε να διαβάζει αυτό του ευαγγελιστή Ματθαίου και τότε άρχισε όλη η ιστορία. Όταν έφθασε στο κήρυγμα στο όρος (κεφάλαια 5,6,7) συνέβη μια πραγματική πνευματική μύηση και η Φατίμα αναφώνησε με όλη της την δύναμη: « εσύ είσαι ο Θεός μου, Εσένα αναζητούσα από παιδί, ήξερα πως σκεπτόσουν τοιουτοτρόπως, πού είσαι Κύριέ μου;» έλεγε αυτά και άλλα πολλά λουσμένη σε δάκρυα χαράς, γιατί αυτός που της μιλούσε ήταν ο Θεός της. Αναρωτιόταν πως και δεν είχε διαβάσει νωρίτερα το Ευαγγέλιο, πως γινόταν και γνώριζε ότι τα πράγματα ήταν έτσι (ο Θεός είναι καλός, ελεήμων και δεν καλεί τους ανθρώπους στο μίσος και στην εκδίκηση…). Θυμήθηκε τη φώτιση που ένοιωθε από παιδί κάθε φορά που καλούσε αυτόν τον Θεό τον οποίον δεν γνώριζε και που τώρα αποκαλύφθηκε στην πνευματική της καρδιά. Διηγείτο πως από εκείνη τη στιγμή η χαρά κατοίκησε και πάλι στην ψυχή της και πως όλος ο κόσμος δεν την χωρούσε, τέτοια ήταν η χαρά που πλημμύριζε την ύπαρξή της.
Διάβασε το ευαγγέλιο του Ματθαίου τέσσερις φορές αδυνατώντας να πιστέψει πως βρήκε τον Θεό της, το φόρτωσε στον υπολογιστή της και φύλαγε στην τσάντα της συνέχεια ένα αντίγραφο. Έπειτα μπήκε και πάλι στο διαδίκτυο στα χριστιανικά φόρα και κατάφερε να δει την ζωή του Κυρίου σε βίντεο και μετά την προσευχή του τέλους ένοιωσε πως πραγματικά είχε γίνει χριστιανή. Όταν στο διαδίκτυο ανέφερε στον Ερνέστ ότι προσηλυτίστηκε, αυτός την συμβούλεψε να φυλάγεται διότι στην Σαουδική Αραβία μια μουσουλμάνα που γινόταν χριστιανή κινδύνευε με την ποινή του θανάτου. Της πρότεινε λοιπόν να φύγει από την Σαουδική Αραβία και να πάει στη χώρα όπου διέμενε αυτός (μάλλον στις Η.Π.Α.). Αποφάσισε λοιπόν να φύγει όμως το διαβατήριό της, που είχε υπογράψει ο πατέρας της έληγε σε τρείς μήνες και στο αεροδρόμιο της είπαν πως δεν μπορούσε ν’ αποκτήσει βίζα με αυτά τα χρονικά περιθώρια. Πήγε τότε στο προξενείο και λίγο πριν μπει απευθύνθηκε στο Χριστό: «Κύριε, εάν είσαι ο πραγματικός Θεός, όποιο και να είναι το χρονικό περιθώριο, πρέπει ν’ αποκτήσω αυτή τη βίζα». Μπήκε στο γραφείο κι έκανε την αίτηση χωρίς πραγματικά να ελπίζει. Δύο ημέρες αργότερα επέστρεψε στο προξενείο και προς μεγάλη της έκπληξη της έδωσαν τη βίζα, τρέμοντας από χαρά και φόβο επέστρεψε σπίτι της και την ίδια εβδομάδα ετοίμασε τις αποσκευές της και πριν ξυπνήσουν οι γονείς της πήρε το αυτοκίνητο και κατευθύνθηκε στο αεροδρόμιο.
Εκεί ξεκίνησε μια άλλη ταλαιπωρία, για τρείς ώρες οι υπάλληλοι της αεροπορικής εταιρείας την έστελναν από τον ένα στον άλλο, εμποδίζοντάς την να ταξιδέψει, επειδή το διαβατήριο της έληγε σε λιγότερο από έξι μήνες, χρονικό όριο που απαιτείτο από τις συμφωνίες με Ευρώπη και Αμερική, ώστε ένας Σαουδάραβας να μπορεί να ταξιδέψει. Τελικά δυστυχής, εξαντλημένη και απελπισμένη μπήκε στο αυτοκίνητο για να επιστρέψει σπίτι της, σκεπτόμενη τι θα έλεγε στους γονείς της αν την έβλεπαν να επιστρέφει με τις αποσκευές. Τότε ξαφνικά, της ήρθε η ιδέα να ζητήσει την βοήθεια του Χριστού. Δεν πρόλαβε να ξεκινήσει με το αυτοκίνητο κι ένας άγνωστος άνδρας τη ρώτησε τι έκανε τελικά. Του απάντησε πως απόκαμε να πηγαίνει από το ένα γραφείο στο άλλο. Την κάλεσε τότε να τον ακολουθήσει στο αεροδρόμιο, μα η Φατίμα του είπε πως ήταν άδικος κόπος, όμως μπροστά στην επιμονή αυτού του ανδρός αναγκάστηκε να τον ακολουθήσει μέχρι το γραφείο του διευθυντή των αερογραμμών, ο άγνωστος κάτι του ψιθύρισε στο αυτί κι έφυγε. Ο διευθυντής τρομοκρατημένος κάλεσε τη Φατίμα και τη ρώτησε για την εν λόγω υποστήριξη. Αυτή αρνήθηκε πως έχει κάποιο μέσον, ενώ ο διευθυντής έστελνε ένα e-mail στο αεροδρόμιο και δευτερόλεπτα μετά δέχθηκε την απάντηση, τότε σηκώθηκε γρήγορα πήρε την μάρτυρα και διέταξε να ανοίξει γρήγορα το τελωνείο πριν απογειωθεί το αεροπλάνο. Η Φατίμα δεν καταλάβαινε τι συμβαίνει, ξέσπασε σε κλάματα και αργότερα διηγείτο πως οι εργαζόμενοι του αεροδρομίου άρχισαν να γελούν και να την κοροϊδεύουν που έκλαιγε. Περνώντας το τελωνείο τη ρώτησαν πως κατάφερε και πήρε το εισιτήριο. Τους απάντησε από μέσα της: «πρέπει να αγαπάς τον Χριστό».
Έφυγε από την Σαουδική Αραβία και πήγε στη χώρα του Ερνέστ. Εκεί έζησε μερικές εβδομάδες, βαπτίσθηκε (μάλλον Σάρα, αφού χρησιμοποιούσε αυτό το όνομα στα χριστιανικά φόρα στο διαδίκτυο) και γνώρισε «τον λαό του Χριστού». Διηγείτο πως είχε στο πνευματικό επίπεδο αρκετές δυσκολίες στις συζητήσεις με τους χριστιανούς: ορθόδοξους, καθολικούς, διαμαρτυρόμενους. Έγραψε ένα ποίημα πολύ συγκινητικό που αφορούσε την ένωση που θα έπρεπε να διέπει τους χριστιανούς (οι άνθρωποι που υποδέχτηκαν την Φατιμά είναι ορθόδοξοι παλαιστινιακής καταγωγής).
Αφού γνώρισε χριστιανούς που ασκούσαν τα θρησκευτικά τους καθήκοντα, επέστρεψε σπίτι της στην Αραβία. Δεν γνωρίζουμε τι συνέβη κατά την επιστροφή της που έγινε στα μέσα του 2007. Μάθαμε όμως ότι στη συνέχεια έφυγε από την γενέτειρά της και πήγε σε μια γειτονική πόλη να εργαστεί σαν δασκάλα. Ο πατέρας της προσπάθησε πολλές φορές να την παντρέψει αλλά εκείνη αρνήθηκε κατηγορηματικά κάθε σχέση με μουσουλμάνο (χωρίς ωστόσο να το δηλώνει ανοιχτά). Υπέφερε πάρα πολύ από την έλλειψη ελευθερίας στην Αραβία και η μόνη της παρηγοριά ήταν το διαδίκτυο, μέσω του οποίου ερχόταν σε επαφή με τα χριστιανικά φόρα, κατέβασε χριστιανικά βιβλία και είχε μια πολύ εμπιστευτική σχέση με μια χριστιανή συγγραφέα από το Λίβανο (Μαγκι). Η εξήγησή της για την Αγία Τριάδα ήταν: «Ο Πατέρας είναι το εγώ του Θεού, από το οποίο γεννήθηκε ο Λόγος και βγήκε το Πνεύμα».
Με το φωτισμένο πνεύμα της κατάλαβε τι ήταν το Ισλάμ κι έγραψε στους μουσουλμάνους ποιήματα όπου γινόταν αναφορά στην πραγματική πίστη η οποία παράγει την πραγματική αγάπη, αυτή του Χριστού. Πρέπει να φανταστούμε τη ζωή αυτής της γυναίκας που ζούσε σ’ ένα εχθρικά θρησκευτικό περιβάλλον που την απειλούσε με θάνατο σε κάθε βήμα της ύπαρξής της. Χαρακτήρας ολοκληρωτικά αφοσιωμένος στην αγάπη του Κυρίου και Θεού της, μοναχή σε αυτή την ισλαμική απεραντοσύνη, χωρίς καμία υποστήριξη φυσιολογικά θα έπρεπε να παραιτηθεί όμως στα τέλη του Ιουλίου του 2008, κατά την διάρκεια μίας συζήτησης θρησκευτικού περιεχομένου στο σπίτι μπροστά στους γονείς και τον αδερφό της, ο οποίος εργαζόταν στον οργανισμό «οι φύλακες του Ισλάμ», η Φατίμα δήλωσε πως η ζωή του Χριστού ήταν απείρως πιο αγνή από εκείνη του Μωάμεθ. Τότε ο αδελφός της θολωμένος από θυμό την άρπαξε και της ζήτησε να κάνει αμέσως μετάνοιες για την βλασφημία που ξεστόμισε, κατηγορώντας παράλληλα το διαδίκτυο πως ήταν η αιτία της ψυχικής και θρησκευτικής της εκτροπής, αλλά η Φατίμα δεν τον άφησε να την ταπεινώσει και του είπε: «στον Θεό δεν αρέσει να αρνούμαι τα λεγόμενά μου» .
Μετά από αυτή τη λογομαχία πήγανε σε κάποιο θείο της και όταν επέστρεψαν στις μία το πρωί βρήκε το δωμάτιό της ανοιχτό και τον υπολογιστή της εξαφανισμένο, μετά από αναζήτηση τον βρήκε στο δωμάτιο του αδερφού της, τον πήρε γρήγορα από τα χέρια του. Επέστρεψε στο δωμάτιό της και έγραψε το τελευταίο της μήνυμα σε κάποιον με τίτλο: είμαι πολύ ταραγμένη. συνημμένα το κείμενο: ειρήνη Κυρίου και Θεού Ιησού Χριστού!
Είμαι πολύ ανήσυχη, οι γονείς μου άρχισαν να αμφιβάλλουν για εμένα, μετά από μία θρησκευτική συζήτηση που συνέβη χθες βράδυ με τους γονείς και τ’ αδέλφια μου, προσέβαλα το Ισλάμ χωρίς να το αντιληφθώ σε μία έκρηξη θυμού διότι νοιώθω πολύ πιεσμένη σε αυτή τη χώρα όπου δεν υπάρχει καμία θρησκευτική ελευθερία, εν ολίγοις τους είπα πως η ζωή του Ιησού είναι απείρως πιο αγνή από του Μωάμεθ και πως δεν υπάρχει καμία σύγκριση μεταξύ τους. Η συζήτηση άναψε σε σημείο που ο αδελφός μου, μου είπε: «μετανόησε γιατί αλλιώς βλασφημάς!» του είπα: «αυτό δεν αρέσει στο Θεό» και τότε είδα πως έγινε απειλητικός. Έπειτα δέχθηκα ένα σωρό βρισιές από τα αδέλφια μου, που κατηγόρησαν το διαδίκτυο για την ψυχική και θρησκευτική μου εκτροπή. Στη συνέχεια πήγαμε στον θείο μου κι όταν επέστρεψα στις μία το πρωί, βρήκα το δωμάτιό μου ανοιχτό και τον υπολογιστή να λείπει. Τον ξαναβρήκα στο δωμάτιο του αδελφού μου…Υπήρχαν χριστιανικές σκέψεις γραμμένες από εμένα με τον Σταυρό επάνω από αυτές, μερικές μάλιστα ήταν σε πρόζα. Τον ρώτησα γιατί πήρε τον υπολογιστή μου και μου απάντησε πως ο δικός του είχε χαλάσει κι ότι έπρεπε να συνδεθεί στο διαδίκτυο. Με κοίταξε με ένα απειλητικό βλέμμα, του χαμογέλασα κι επέτρεψα στο δωμάτιό μου (έχοντας πάρει ωστόσο τον δικό μου) και κλειδώθηκα αμέσως. Αναρωτιέμαι πως μπήκε στο δωμάτιό μου; πού βρήκε το κλειδί, αφού το είχα επάνω μου; φοβήθηκα, πάνε τώρα τέσσερις ώρες που βρίσκομαι κλεισμένη στο δωμάτιό μου. Άρχισα ν’ ανησυχώ για την συμπεριφορά του και το βλέμμα του με τρομάζει. Προσευχήσου για εμένα σε παρακαλώ… εάν απουσιάσω για λίγο μην ανησυχείς, ο Κύριος είναι μαζί μου, είναι το φώς και η σωτηρία μου, από τι να φοβηθώ; θα απομακρυνθώ λιγάκι από το διαδίκτυο για να μη δώσω δικαιώματα.
Αυτό είναι το τελευταίο μήνυμα της νεομάρτυρος. Τη συνέχεια τη μάθαμε από τα ΜΜΕ και από ένα μήνυμα που έστειλε στο διαδίκτυο μία φίλη της.
Το πρώτο μπλόκ που μίλησε για τη μάρτυρα Φατίμα ήταν αυτό των «ελεύθερων Κοπτών»: ένας αδελφός σκότωσε την αδελφή του στην περιοχή AlCharquiya όταν ανακάλυψε ότι προσηλυτίστηκε στον χριστιανισμό. Την βασάνισε καίγοντάς την στο πρόσωπο και στη πλάτη (θέλοντας να την εξαγνίσει από το μίασμα της προσηλύτισης στον Χριστό ), στη συνέχεια της έκοψε τη γλώσσα και την χτύπησε μέχρι θανάτου.
Αργότερα κάποια αραβικά μέσα αναφέρθηκαν στην υπόθεση, χωρίς ωστόσο να επεκταθούν. Τα χριστιανικά φόρα στα οποία συμμετείχε έκλεισαν για πολλές ημέρες σε ένδειξη πένθους. Αλλά η σημαντικότερη πληροφορία δημοσιεύθηκε από μια φίλη της νεομάρτυρος, η οποία συντετριμμένη από το θάνατό της διηγήθηκε ότι οι γονείς της Φατίμα προσκλήθηκαν στην ταφή η οποία έγινε σε μουσουλμανικό κοιμητήριο. Οι γονείς της, διέδωσαν την πληροφορία ότι σκοτώθηκε εξ αιτίας της ατίμωσης προς την οικογένεια μετά από ένα σαρκικό αμάρτημα που διέπραξε. Όμως η φίλη της υποστηρίζει ότι η Φατίμα ήταν μια νέα γυναίκα πολύ αγνή, με ευγενικές αρετές, πολύ μορφωμένη και ότι ποτέ δεν θα διέπραττε ένα τέτοιο ατόπημα. Ήταν όμορφη με μακριά μαύρα μαλλιά να στολίζουν το πρόσωπό της. Οι γείτονες γνώριζαν ότι σκοτώθηκε επειδή προσηλυτίσθηκε στο χριστιανισμό, διότι ο άλλος της αδερφός εργαζόταν στην αστυνομία και από εκεί μάθαμε τον λόγο της εκτέλεσής της. Ο δολοφόνος αδελφός βρίσκεται αυτή τη στιγμή στη φυλακή, ενώ αυτή η πληροφορία αποσιωπήθηκε από την κυβέρνηση, η οποία δεν τιμωρούσε παρόμοιες πράξεις. Εδώ και δέκα ημέρες που έμαθα για την εκτέλεσή της δεν κοιμάμαι πλέον τις νύχτες. Αχ, πόσο τους μισώ, εγώ η ίδια αν ήξερα ότι προσηλυτίσθηκε στο χριστιανισμό θα τις είχα προσφέρει ένα Σταυρό. Ο Θεός να την ελεήσει. Ο Θεός να την ελεήσει. Ο Θεός να την ελεήσει… (αυτό το μήνυμα χρονολογείται από τις 3 Αυγούστου του 2008) άρα η μαρτυρία της Φατίμα έγινε στις 24 Ιουλίου.
Αναφέρουμε εδώ τα τελευταία λόγια και το τελευταίο ποίημα που η Φατίμα απηύθυνε στους μουσουλμάνους.
«Ω μουσουλμάνοι, αρκετά, τα σπαθιά σας δεν μ’ αγγίζουν πια, ούτε η κακία σας, ούτε η ατιμία σας. Οι απειλές σας δεν με ταράσσουν καθόλου, δεν σας φοβάμαι.
Στο όνομα του Θεού, είμαι πράγματι χριστιανή και θα παραμείνω χριστιανή μέχρι το θάνατό μου».

.                                                                                                                                                                                            .

ΟΙ "ΤΡΕΛΟΙ" ΠΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥΝ ΤΗΝ ΤΡΕΛΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ

 


                                                       «ΤΟ ΣΠΟΥΡΓΙΤΑΚΙ ΤΟΥ ΘΕΟΥ»
 Ήταν εργάτρια, εργαζόταν πολύ σκληρά, υπερέβαινε τις 9 ώρες καθημερινά. Όλοι την εκμεταλλευόντουσαν, όλοι την διέταζαν και αυτή υπάκουε άμεσα και με χαμόγελο. Στέλλα, εδώ, Στέλλα, εκεί. Ο ιδιοκτήτης-εργοδότης την αγαπούσε για την υπακοή της και την εργατικότητά της.

Για τους πιο πολλούς εργαζομένους ήταν «η Στέλλα η χαζή». Το πρόσωπό της έλαμπε, τα χείλη της ψέλλιζαν. Όταν την αφουγκραζόσουν άκουγες το «Δόξα σοι, ο Θεός».
Πολύ συχνά ο προϊστάμενος μας ανέθετε να διεκπεραιώσουμε από κοινού κάποια εργασία και έτσι μου δόθηκε η ευκαιρία να δεχθώ την καλοσύνη της, την αγάπη της. Θυμάμαι ότι μονίμως έλεγε την ευχή, ξαφνικά γέλαγε, σήκωνε το κεφαλάκι της προς τους ουρανούς. Τότε έλαμπε.
«Δόξα σοι, ο Θεός» άκουγες συχνά από το στόμα της.

Η Σοκολατοποιΐα αυτή έκανε διάφορα είδη σοκολατάκια. Τα δεύτερης κατηγορίας τα εξήγαγε σε χώρες της Αφρικής. Αυτό στενοχωρούσε την Στέλλα πάρα πολύ. Κάποτε που εργαζόμασταν στην συσκευασία μαζί, θυμάμαι την Στέλλα πάνω από τα κουτιά συγκεντρωμένη να εύχεται «για τα αραπάκια που θα έτρωγαν τα σοκολατάκια».

Σε οποιαδήποτε αδικία που συνέβαινε στο χώρο της εργασίας –μας «τρώγανε» μεροκάματα– δεν απαντούσε, δεν κατέκρινε, δεν αντιδρούσε. Εκείνη την περίοδο η Στέλλα ήταν για μένα ένα λιμανάκι θαλπωρής, εγώ αντιδρούσα σε κάθε αδικία. Εκείνη στα σχόλιά μου απαντούσε με ένα γέλιο, με μια λέξη «Α! Μηλίτσα». Δεν την θυμάμαι ποτέ να έβαλε ένα σοκολατάκι στο στόμα της (υπενθυμίζω ότι εργαζόμασταν σε εργοστάσιο σοκολατοποιΐας!). Αν και οι πιο πολλοί εργαζόμενοι την θεωρούσαν «χαζή», εντούτοις την σέβονταν και διερωτώντο πως κατόρθωνε να εργάζεται τόσο αποτελεσματικά.

Η Στέλλα δεν συμμετείχε σε συζητήσεις που κάναμε• ήταν μαζί μας, αλλά συγχρόνως μακριά από σχόλια, μακριά από περιττές κουβέντες. Πολλές φορές, όταν την ρωτούσαν να πη τη γνώμη της, έκανε την παλαβή. Το είχα προσέξει ότι το έκανε επίτηδες. Για όλα τα του κόσμου ήταν τρελή, παλαβή, όταν όμως της ζητούσες βοήθεια στην εργασία, τα χεράκια της κινιόντουσαν με στοργή να βοηθήσουν, ει δυνατόν και να δουλέψουν για σένα.

Μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον γνωριστήκαμε. Την σεβόμουν τόσο που ποτέ δεν την ρώτησα για την προσωπική της ζωή. Από μόνη της μου είπε ότι καταγόταν από την Κωνσταντινούπολη. Μου είχε κάνει εντύπωση ότι όλοι όσοι την γνώριζαν την χαρακτήριζαν λίαν επιεικώς «τρελή», ενώ εγώ ένιωθα ότι κάνουν λάθος. Η αλήθεια είναι ότι πολύ νωρίς κατάλαβα ότι η Στελλίτσα ήθελε να την θεωρούν «τρελή». Κάποιες φορές τύχαινε να είμαστε οι δυό μας και να μιλάμε φυσιολογικά και όταν πλησίαζε κάποιος άρχιζε και έλεγε άλλα αντί άλλων. Εμένα μου δημιουργούσε αίσθημα γαλήνης και με άφηναν αδιάφορη οι κρίσεις των άλλων.

Στο εργοστάσιο αυτό της Σοκολατοποιΐας εργάσθηκα για λίγο χρονικό διάστημα. Την Στελλίτσα την συναντούσα συχνά στους δρόμους και πάντα είχε στην καρδιά της, στα χείλη της την ευχή. Συνήθιζε να την λέη εκφώνως, αλλά πολύ σιγά. Που και που ερχόταν στο σπίτι μου. Εκείνη την εποχή κατοικούσε στο πλυσταριό μιας διώροφης κατοικίας.

Τα χρόνια πέρασαν, την έχασα, μα πάντα την θυμόμουν με μια γλυκιά ανάμνηση και νοσταλγία.

Μετά παντρεμένη πια θα την συναντούσα στην Ιερά Μονή Γενεθλίου της Θεοτόκου (Οσίας Πελαγίας) στο Ακραίφνιο. Είχαμε πάει με τον άνδρα μου και θα διανυκτερεύαμε στην Μονή για την πρωϊνή Θεία Λειτουργία. Οι μοναχές με πολλή στοργή και ευγένεια μου ζήτησαν συγγνώμη, επειδή λόγω των οικοδομικών εργασιών δεν είχαν χώρο να με φιλοξενήσουν και αναγκαστικά έπρεπε να μοιραστώ το κελλί, όπου εφιλοξενείτο «μια ιδιόρρυθμη γυναίκα». Δέχθηκα. Με οδήγησαν στο κελλί, όπου με κατάπληξη διεπίστωσα ότι «η ιδιόρρυθμη γυναίκα» ήταν η στοργική μου Στελλίτσα, που είχα χρόνια να την ιδώ. Η χαρά μου δεν περιγράφεται. Μείναμε αγκαλιασμένες για αρκετή ώρα και ξαφνικά ακούω τις αδελφές να φωνάζουν: «Ελάτε, Γερόντισσα, να δήτε την Στελλίτσα με την Μηλίτσα αγκαλιά». Όλοι χαρήκαμε. Εκείνο το βράδυ η Στελλίτσα έκανε σαν παιδάκι από την χαρά της. Χτυπούσε παλαμάκια, γελούσε, σταυροκοπιόταν...

-Μηλίτσα μου, πολύ χάρηκα που παντρεύτηκες. Ξέρεις πολύ προσευχήθηκα για να παντρευτής. Χαίρομαι, χαίρομαι. Στενοχωριέμαι που υποφέρεις από τα ποδαράκια σου. Ξέρω έχεις πρόβλημα. Υπομονή, προσευχή. (Υπ’ όψιν ότι η Στελλίτσα δεν γνώριζε ότι μου είχε εμφανιστεί ένα χρόνιο επώδυνο πρόβλημα υγείας στα πόδια μου). Ο άνδρας σου θ’ αλλάξει χώρο, μην ανησυχείς, θα είναι καλύτερα.

(Πράγματι, τελείως ξαφνικά, αναγκάσθηκε να μεταφέρει σε άλλο χώρο το κτηνιατρείο του).

Εκείνο το βράδυ ειπώθηκαν πολλά. Την άλλη μέρα και ενώ η Στέλλα ήταν μακριά, είπα στις αδελφές ο,τι είχα αναληφθεί γι’ αυτήν, ότι επρόκειτο για αγία ψυχή... Τήν επόμενη μέρα η Στέλλα έφυγε από το Μοναστήρι. Το κατάλαβε. Δεν ήθελε να την επαινείς. Όταν αργότερα συναντηθήκαμε, με αυστηρό τρόπο με επέπληξε για το ότι την επαινώ. Ξαφνιάστηκα, γιατί μπροστά της δεν είχα πη τίποτε. Κι όμως το ήξερε...

Αργότερα, κάποια άλλη στιγμή, μου είχε πη: «Δεν αντέχω την τιμή που μου κάνει η Γερόντισσα. Να, κοίτα να δης• τελευταία με έβαλε να φάω μαζί τους• με τις αγίες ψυχές! Ποιά είμαι εγώ… Πω, πω, πω, Μηλίτσα!».

Για μεγάλο χρονικό διάστημα χάσαμε τα ίχνη της. Η Γερόντισσα μας τηλεφωνούσε και μας ρωτούσε αν την είδαμε. Εκείνο το διάστημα κατάλαβα ότι, αν θέλω να τη δω δεν πρέπει να μιλώ γι’ αυτήν.

Τώρα η Στελλίτσα ήταν άστεγη, από την εργασία της είχε συνταξιοδοτηθή με το πιο μικρό ποσό της σύνταξης του ΙΚΑ (411 ευρώ μηνιαίως), τα οποία μοίραζε σε φτωχούς, φυλακισμένους, στην Εξωτερική Ιεραποστολή κ.α. Τώρα πλέον ζούσε στα παγκάκια, στα υπόστεγα, στα ερημοκκλήσια, στις σκάλες, σε οικοδομές. Μου το εμπιστεύθηκε.

Κάτω από την πίεση της Γερόντισσας και τη δική μου, ήλθε κάποιες φορές, όταν έκανε βαρυχειμωνιά, και έμεινε κοντά μας. Ζητούσε να μείνη στο πιο ταπεινό μέρος του σπιτιού.
Θυμάμαι με πολλή νοσταλγία, όταν την φιλοξενούσαμε στο σπίτι επικρατούσε γαλήνη, φως, όλα ειρηνικά. Όταν στην παρέα μας ερχόταν ο άνδρας μου, η Στελλίτσα έφευγε και όταν της μιλούσε δεν τον κοιτούσε ποτέ. Χαρά της ήταν να τρώει αλάδωτες ντοματόσουπες. Συνέχεια δοξολογούσε τον Θεό και η ψυχή της ξεχείλιζε από ευγνωμοσύνη με ένα αδιάκοπο «σ’ ευχαριστώ, σ’ ευχαριστώ».

Πολλές φορές το βράδυ, προφασιζόμενη ότι είμαι κουρασμένη, της ζητούσα να κάνη αυτή το Απόδειπνο. Αδύνατον να περιγράψω τι συνέβαινε, όταν άρχιζε την προσευχή. Σιγά-σιγά αλλοιωνόταν η έκφρασή της, το προσωπάκι της φωτιζόταν, ξεχνιόταν στην δοξολογία του Θεού. Την άφηνα και πήγαινα για ύπνο.

Κάποια φορά, ενώ την σκεπτόμουν με συμπόνια «πως γυρνάει σαν σπουργιτάκι στους δρόμους» ξαφνικά με κοιτάζει και μου λέει: -«Μη στενοχωριέσαι, θέλημα Θεού είναι να κοιμάμαι στα παγκάκια. Είμαι πολύ καλά, είμαι ευτυχισμένη. Ξέρεις εκεί στα παγκάκια ράβω και τα ρούχα μου. (Η Στέλλα ήταν και πολύ καλή ράπτρια). Να, το Πάσχα πέρασα πολύ ωραία. Το Μ. Σάββατο πήγα και πήρα λίγο αρνάκι, το έβαλα σε ένα ταψάκι από μπακλαβά, το έδωσα στο φούρνο και μου το έψησαν. Το έκρυψα στο παγκάκι και την άλλη μέρα έκανα Πάσχα στο παγκάκι μου, χαρούμενη και ευτυχισμένη, γιατί ο Ιερέας μου είχε δώσει κι ένα κόκκινο αυγό. Μη στενοχωριέσαι για μένα. Όχι, όχι, γιατί είμαι υπό την σκέπη της Παναγίας μας».

Μια άλλη φορά, όπως μου διηγήθηκε, πήγε και λούστηκε στην τουαλέτα των Ιατρείων του Δήμου. Την είδαν οι εργαζόμενοι και την επέπληξαν αυστηρά. Η Στέλλα δεν δέχθηκε την παρατήρηση λέγοντάς τους ότι δεν κλέβει τίποτα, ούτε νερό, ούτε σαπούνι, γιατί όλα αυτά τα έχει πληρώσει εισφορές στο ΙΚΑ ως εργαζόμενη. Τους μίλησε άσχημα και αυτοί κάλεσαν την Αστυνομία κι έτσι η Στέλλα οδηγήθηκε στο Αστυνομικό Τμήμα. Κάπως έτσι μου διηγήθηκε τον διάλογο με τον Διοικητή:

«Κύριε Διοικητά, συγχωρέστε με που σας κουράζω, αλλά ακούστε με, σας παρακαλώ. Είμαι άστεγη, δεν έχω τίποτα δικό μου. Να μόνο αυτό το βιβλιάριο ασθενείας του ΙΚΑ, που βεβαιώνει ότι έχω πληρώσει εισφορές. Τα Ιατρεία που λούστηκα είναι του ΙΚΑ, άρα ανήκουν και σε μένα. Όταν βρίσκομαι μέσα στο ΙΚΑ, νιώθω ότι είμαι μέσα στο σπίτι μου. Συγχωρέστε με».

Διοικητής: «Πήγαινε τώρα, αλλά την άλλη φορά που θα λουστείς να προσέξεις να μη σε δουν. Άντε στο καλό».
Έφυγε δοξάζοντας τον Θεό και ευγνωμονώντας τον Διοικητή.

Πολλά βράδια κοιμόταν σε σαλόνια Νοσοκομείων, καλύτερα να πούμε προσποιόταν ότι κοιμόταν, γιατί όταν ησύχαζε το Νοσοκομείο, έτρεχε κοντά σε μοναχικούς ασθενείς, που είχαν ανάγκη βοηθείας και τους συνέτρεχε, αλλά, όταν καταλάβαινε ότι κάποιο τρίτο πρόσωπο την αντιλαμβανόταν, τότε άρχιζε τα «παλαβά» της.

Πολλά πρωϊνά πηγαίνοντας για την εργασία μου (γύρω στις 6,30-7π.μ.) την συναντούσα να βγαίνη από το Νοσοκομείο ΚΑΤ και στην επιμονή μου γιατί δεν έρχεται να κοιμηθή στο σπίτι μας μου ομολόγησε: Αγαπούσε πολύ τους Αγίους, τους θεωρούσε φίλους της, συγγενείς της, έτρεχε στην εορτή τους, στα πανηγύρια, χαιρόταν όταν μοίραζαν και φαγητό, όπως μου έλεγε. Καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους γύριζε σε διάφορα προσκυνήματα. Την Κυριακή των Μυροφόρων στο Μανταμάδο για την εορτή του Αρχαγγέλου Μιχαήλ, του Αγίου Νεκταρίου στην Αίγινα, της Αγίας Παρασκευής στην Ναύπακτο κ.α. Ενδεικτικά αναφέρω το εξής: Μια φορά της Αγίας Παρασκευής πήγε στην Ναύπακτο και έκανε σαν μικρό παιδί, όπως μου το διηγήθηκε. Αγαπούσε τον Σεβασμιώτατο Ιερόθεο, τον θεωρούσε δικό της άνθρωπο, χαιρόταν που τον έβλεπε να χοροστατή με τα λαμπρά του άμφια και να μιλάη τόσο ωραία. Του είχε μεγάλο σεβασμό. Καμάρωνε πολύ που της είχε μιλήσει και της έδωσε την ευχή του στο μοναστήρι στο Ακραίφνιο. Τον χαιρόταν, όπως έλεγε.

Όλες οι διηγήσεις της Στελλίτσας ήταν για μένα απόλαυση, ξεκούραση. Έβλεπα μια μεγάλη γυναίκα να νιώθη και να εκφράζεται σαν μικρό παιδί.

Κάποτε είχαμε γιορτή στο σπίτι μας με αρκετούς καλεσμένους. Ξαφνικά ήλθε η Στελλίτσα. Κάθισε και ακριβώς δίπλα της εγώ. Μεταξύ των καλεσμένων και ένα ζευγάρι με πολλά προβλήματα, τα οποία γνώριζα. Η Στελλίτσα «στον κόσμο της» ψιθύριζε την ευχή και συγχρόνως πολύ χαμηλόφωνα έλεγε τι συμβαίνει με αυτό το ζευγάρι, τι φταίει, ενώ στους άλλους έλεγε άσχετα η τους χαμογελούσε. Πάντα όμως συγκεντρωμένη στην ευχή. Οι πιο πολλοί την θεώρησαν «παλαβή», άλλο που δεν ήθελε η Στέλλα, για να μην την καταλαβαίνουν.

Ήταν 12 Αυγούστου 2004, ήμουν στο γραφείο μου και εκείνη την ημέρα ήταν να ταξιδέψω για Λέσβο για τις καλοκαιρινές διακοπές μου. Από το πρωΐ βασανιζόμουν από μια ασήμαντη σκέψη, κοινώς είχα «κολλήσει». Δεν είχα ένα μπρελόκ να βάλω τα κλειδιά που θα άφηνα στους γείτονες να ποτίζουν τον κήπο. Ξαφνικά γύρω στο μεσημέρι ανοίγει η πόρτα και εμφανίζεται η Στελλίτσα, καταϊδρωμένη, κουρασμένη, ασθμαίνουσα και μου λέει: «Να, πάρτο.

Ήμουν στην Ομόνοια και μου είπε να σπεύσω να σου φέρω το μπρελόκ». Τα έχασα. Στην ερώτηση ποιός της είπε να μου το φέρη στην αρχή ψέλλισε «η Παναγία», μετά άρχισε τα δυσνόητα, τα «παλαβά» της. Το μπρελόκ το είχε αγοράσει από το μοναστήρι και παρίστανε το γενέσιο της Παναγίας μας. Στην επιμονή μου να μείνει λίγο κοντά μου να ξεκουραστεί, να πιή κάτι, να δροσιστεί κάθισε στον καναπέ και άρχισε να μιλά για τον εαυτό της. Και τότε μου είπε: «Μηλίτσα μου, εγώ θα πεθάνω στους δρόμους μόνη μου. Κανένας δεν θα το μάθη, κανείς, κανείς». Αυτό με πόνεσε πολύ και της είπα με απαίτηση: «Στελλίτσα μου, σε παρακαλώ θέλω να το μάθω. Θέλω να μάθω το φευγιό σου». Και την αγκάλιασα. Μετά από αυτό σταμάτησε να μιλάη για αρκετά λεπτά. Ξαφνικά με κοιτάζει με ένα στοργικό βλέμμα γεμάτο αγάπη και μου λέει: «Μηλίτσα μου, θα το μάθεις, θα το μάθεις».

Για τελευταία φορά έμεινε στο σπίτι μου τον Οκτώβριο του 2004. Τότε της πονούσε το πόδι και αναγκάσθηκε να περιορίση τις πεζοπορίες. Έτυχε τότε να χρειασθή να φιλοξενήσω κάποιο πρόσωπο που δυσκολευόταν από την παρουσία της και ιδιαίτερα από την βραδινή προσευχή, διότι έπεφτε για ύπνο νωρίς και σηκωνόταν αργά τη νύχτα και προσευχόταν ψάλλοντας δυνατά. Πολλές φορές ακούγαμε να επαναλαμβάνη το: «Ζη Κύριος ο Θεός».

Εν όψει αυτού του προβλήματος, λοιπόν, προσφέρθηκε μια φίλη μας, η Χρυσούλα, να της παραχωρήση ένα διαμερισματάκι, που ήταν άδειο μετά τον θάνατο των γονέων της. Χάρηκε που έμενε σε σπιτάκι κοντά σε ανθρώπους με αγάπη και κατανόηση, τώρα μάλιστα που δυσκολευόταν από τους πόνους των ποδιών της. Εκεί έμεινε μέχρι τον Μάϊο του 2005. Την 1η Ιουνίου 2005 η Χρυσούλα την είδε να φεύγη από το σπίτι. Από την ημέρα εκείνη χάθηκαν τα ίχνη της.

Αργότερα ανησυχήσαμε, αλλά επειδή συνήθιζε να εξαφανίζεται, πιστεύαμε ότι θα εμφανισθή. Κάθε τόσο επικοινωνούσαμε με την Γερόντισσα η Χρυσούλα και εγώ για να μάθουμε για την Στέλλα. Η Γερόντισσα έλεγε συνέχεια: «Ψάξτε να την βρείτε». Εμείς όμως πιστεύαμε ότι είχε φύγει για κάποιο ταξίδι και ότι θα επέστρεφε.

Μετά το Πάσχα του 2006 ένα βράδυ, πολύ αργά και ενώ η οικογένειά μου είχε αποκοιμηθή, ξάπλωσα κι εγώ και αποκοιμήθηκα αμέσως, πράγμα παράδοξο για μένα, και ξύπνησα αμέσως (το διεπίστωσα βλέποντας το ξυπνητήρι) από ένα δυνατό όνειρο: Είδα την Στελλίτσα κάτω από ένα ωραίο δένδρο, όρθια να ακουμπά ελαφρά στον κορμό του, σε νεανική ηλικία, πανέμορφη, γλυκύτατη και με κοιτούσε με ένα βλέμμα γεμάτο απέραντη θαλπωρή. Ένιωσα την ψυχή μου να βγάζη μια ουρανομήκη κραυγή, που αισθανόμουν να μου ξεσχίζει το στέρνο:
«Στελλίτσα μου, Στελλίτσα μου, Στελλίτσα μου...» Κι έτρεξα να την αγκαλιάσω, προτείνοντας τα χέρια μου, αλλά όταν έφτασα στο δένδρο εξαφανίστηκε και στην θέση της έκαιγε μια ολόλευκη πασχαλιάτικη λαμπάδα, που έχυνε γύρω ένα υπέροχο φως και η φλόγα της ανέβαινε ολόϊσα στον ουρανό. Αμέσως βλέπω στο χώμα, δίπλα στη λαμπάδα, ένα απόκομμα εφημερίδας που έδειχνε ένα εξαιρετικά κακοποιημένο σώμα σαν από τρομακτικό αυτοκινητικό δυστύχημα.

Ένα βαρύ μήνυμα κατέκλυσε το είναι μου: «Η Στέλλα πέθανε!». Ξύπνησα κυριευμένη από αμφιθυμία αισθημάτων: Χαρά μεγάλη από την παρουσία της Στέλλας και το φως της λαμπάδας και φόβο από την φωτογραφία της εφημερίδας. Ήθελα να ξυπνήσω τον Δημήτρη, τον άνδρα μου, να του πω για την Στέλλα, «το σπουργιτάκι», όπως τη λέγαμε, όχι μόνον επειδή ζούσε «ως στρουθίον μονάζον επί δώματος», αλλά και επειδή το βάδισμά της θύμιζε σπουργίτι. Κάτι δυνατό όμως με απέτρεψε να τον ξυπνήσω. Την επομένη τηλεφώνησα στην Γερόντισσα και στην Χρυσούλα και τους είπα το όνειρο. Και οι δυό μου συνέστησαν να ψάξουμε για την Στέλλα. Από εκείνη την στιγμή άρχισε η αγωνιώδης αναζήτηση. Τροχαία, Νοσοκομεία, Στρατονομία, Νεκροτομεία....

Η Χρυσούλα έμαθε ότι στις 3 Ιουνίου 2005 και ώρα 6,10 μ.μ. κοντά στο σπίτι της σκοτώθηκε σε αυτοκινητικό μία γυναίκα αγνώστων στοιχείων. (Τα πουλιά δεν έχουν όνομα!). Ο θάνατος ήταν ακαριαίος. Όλη η έρευνα απέδειξε ότι η γυναίκα αυτή ήταν η Στελλίτσα. Ενώ διέσχιζε τον δρόμο, την παρέσυρε ένα αυτοκίνητο με οδηγό αξιωματικό του στρατού, ο οποίος έτρεχε με μεγάλη ταχύτητα. Την συνέθλιψε. Μόνο το προσωπάκι της ήταν ευδιάκριτο (όπως έδειξαν οι φωτογραφίες της Τροχαίας).

Η Στελλίτσα παρέμεινε μέχρι τις 18 Ιουνίου 2005 στο Νοσοκομείο «Ασκληπιείον» και μετά το πτώμα της μεταφέρθηκε στο Κεντρικό Νεκροτομείο του Λαϊκού Νοσοκομείου, όπου παρέμεινε στα αζήτητα μέχρι τις 20 Ιουλίου 2005, οπότε και δόθηκε για ενταφιασμό. Το Γραφείο που την ενταφίασε μας πληροφόρησε ότι Νεκρώσιμη Ακολουθία δεν εψάλη, μόνο ένα Τρισάγιο επί του τάφου.

Πρέπει να τονισθεί ότι όλοι όσοι ασχοληθήκαμε με την ανεύρεσή της, στην προσευχή μας της μιλούσαμε και της λέγαμε: «Εάν μας ακούς, εάν έχης παρρησία στο Θεό, οδήγησέ μας, βοήθησέ μας». Και πράγματι μας βοήθησε και φθάσαμε μέχρι τον χορταριασμένο «ανύπαρκτο» τάφο της, στην ανατολική άκρη του Νεκροταφείου του Ζωγράφου, με το νούμερο 8915.

Την ημέρα της αποδόσεως της εορτής του Πάσχα, ένα χρόνο μετά την κοίμησή της, εψάλη η Νεκρώσιμη Ακολουθία της Στέλλας, στον Ιερό Ναό της Ζωοδόχου Πηγής, όπου συνήθιζε να εκκλησιάζεται κατά την Πασχάλιο Περίοδο. Ο Ιερέας είπε για την Στέλλα: «Έκανε τα παλαβά της, αλλά έλεγε σωστά πράγματα και πάντα ερχόταν γεμάτη τρόφιμα για τους πτωχούς, πρόσφορο, λάδι, νάμα για την Θεία Λειτουργία... Μάλιστα έχει παραγγείλει να αγιογραφηθεί η Αγία Μαρίνα στον Ναό μας.....».

Στις 3 Ιουνίου 2006 έγινε το ετήσιο μνημόσυνό της χοροστατούντος του λίαν προσφιλούς της Επισκόπου, π. Ιεροθέου, στο Μοναστήρι του Γενεθλίου της Θεοτόκου ( Οσίας Πελαγίας) στο Ακραίφνιο.

Σε μια από τις τελευταίες μας συναντήσεις μου είπε: «Νιώθω γεμάτη από αυτή τη ζωή. Όλα μου τα έχει δώσει ο Κύριος. Μόνο μια επιθυμία μου δεν έχει εκπληρωθή: Ήθελα να βαπτίσω δυό παιδάκια, που να τους έδινα το όνομα του Αγίου Νεκταρίου και της Παναγίας μας, αλλά κανείς δε με θέλησε για κουμπάρα». Όταν της πρότεινα ότι θα προσπαθήσω να βαπτίσω εγώ τα δυό παιδάκια στη θέση της και μάλιστα, όταν μεγαλώσουν θα τους μιλήσω για την «πραγματική νονά τους», καταχάρηκε και αναφώνησε: «Τώρα ησύχασα. Είμαι έτοιμη να φύγω».–
_______________________
Οι κατά Χριστόν σαλοί ανήκαν σε μια κατηγορία ανθρώπων που αποφάσιζαν να ακολουθήσουν μια δύσκολη οδό. Ζώντες στις πόλεις, προσεποιούντο τον τρελλό. Έκαναν πράξεις που θα έκανε ένας τρελλός, αλλά όμως οι πράξεις αυτές είχαν ουσιαστικό περιεχόμενο. Οι κατά Χριστόν σαλοί είχαν σε ύψιστο βαθμό νοερά ενέργεια, είχαν ακόμη σώας τας φρένας, διάλεγαν όμως έναν σκληρό δρόμο και τρόπο ζωής.....

Η ζωή των κατά Χριστόν σαλών ήταν μια τελεία, ίσως και ακραία εφαρμογή της μωρίας κατά Χριστόν, που είναι η πεμπτουσία όλου του πνεύματος του Ευαγγελίου. Δεν μπορούν, βέβαια, όλοι να παριστάνουν τον κατά Χριστόν σαλό, όπως το είδαμε προηγουμένως, γιατί αυτό είναι ένα ιδιαιτερο χάρισμα και μια ιδιαίτερη ευλογία του Θεού, αλλά όλοι μπορούν να βιώσουν την κατά Χριστόν σαλότητα σε μετριότερη μορφή και ανάλογη προσαρμογή. Και αυτό γίνεται αντιληπτό από το ότι η ζωή που έχει η Εκκλησία, ζωή της αγάπης, της πίστεως, της εγκρατείας αποβλέπει και εμπνέεται από ένα άλλο πολίτευμα, που είναι σαφώς αντίθετο από τα ανθρώπινα πολιτεύματα. Όλη αυτή η ζωή που έχει η Εκκλησία δεν μπορεί να γίνη εύκολα αντιληπτή από τους ανθρώπους, που κέντρο τους έχουν την λογική και τις αισθήσεις. Η χριστιανική ζωή, χωρίς να καταργή την λογική και τις αισθήσεις, κινείται πέρα από αυτές.


.                                                                                                                                                               .
   

Ο ΓΕΡΟ - ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Ο ΔΙΑ ΧΡΙΣΤΟΝ ΣΑΛΟΣ  
                                               (μεταφ. trelogiannis)                                                 
                                                   
 Ο άκακος και σιωπηλός δια Χριστόν σαλός Γερο -Κωνσταντίνος (Αγγελής) γεννήθηκε στο Καλέντσι της Δωδώνης, στην Ήπειρο, στις 10-2-1898. Τον πατέρα του τον έλεγαν Σταύρο και την μητέρα του Ανθούλα. Λεπτομέρειες από τα πρώτα χρόνια της μοναχικής ζωής του δεν γνωρίζουμε, αλλά αυτό που ξέρουμε είναι ότι είχε κάνει παλιά στην Ι. Μονή Διονυσίου ως αρχάριος. Χρόνια όμως, συνέχεια, τον έβλεπε κανείς να εμφανίζεται γύρω στις Καρυές και να μένη σ’ ένα γκρεμισμένο Κελλί της Μονής Κουτλουμουσίου. (Παλιά ήταν το «Μονύδριο των Φιλαδέλφων» του Αγίου Γεωργίου).

Εκεί λοιπόν σε μία γωνία του γκρεμισμένου κτιρίου, που έπεφταν λιγότερα νερά από την στέγη και έμπαινε λιγότερο κρύο από τα σπασμένα παράθυρα και τις πόρτες, είχε κάτι κουρελιασμένες κουβέρτες και έμοιαζε σαν αετός στην φωλιά του.

Εξωτερικά ο Γερο – Κωνσταντίνος δεν φαινόταν τι είναι, διότι μόνο σκουφί και γένια είχε, που τον έδειχναν για Καλόγηρο. Πάντα τον σκέπαζε μια παλιά χλαίνη, με ένα σχοινί σφιχτά δεμένο στην μέση, και έδειχνε για κοσμικός. Εσωτερικά όμως ήταν ντυμένος με την Χάρη του Αγγελικού Σχήματος, η οποία ήταν ζωγραφισμένη στο πρόσωπο του. Όποιος τον έβλεπε από μακριά τον Γέροντα, τον περνούσε για δυστυχισμένο φτωχό άνθρωπο ή τρελό, αλλά από κοντά, όταν έβλεπε κανείς το λαμπερό του πρόσωπο, καταλάβαινε ότι κάποιο μυστήριο κρύβεται σ’ αυτόν τον ευλογημένο άνθρωπο και δεν τον θεωρούσε για τρελό, αλλά τρελούς θεωρούσε εκείνους που έλεγαν τρελό τον Γερο – Κωνσταντίνο.

Ο Γερο – Κώστας (έτσι τον έλεγαν), ενώ ζούσε στις συνθήκες που ανέφερα, με τελεία εγκατάλειψη του εαυτού του, και ενώ ούτε πλενόταν, εν τούτοις ήταν καθαρός, γιατί ζούσε σαν πετεινό του ουρανού.

Με ανθρώπους σπάνια μιλούσε, ενώ με τον Θεό πάντοτε δια της αδιάλειπτου προσευχής. Πολλές φορές ηρπάζετο ο νους του, και, όταν συνερχόταν, έκανε κάτι κινήσεις με το χέρι του, «για να θολώση τα νερά», χωρίς να πη τίποτα και έφευγε. Φυσικά, για τους κοσμικούς ανθρώπους αυτή η συμπεριφορά του ήταν παρεξηγήσιμη. Ακόμη και όταν τους έλεγε κανένα προφητικό, και αυτό τους φαινόταν για ανοησία.

Όταν καμιά φορά μιλούσαν οι γύρω του, και ο Γερο – Κωνσταντίνος δεν τους παρακολουθούσε, γιατί αυτός προσευχόταν, και ο νους του ήταν στον Θεό, πάλι για αφηρημένο τον νόμιζαν. Έπρεπε να τον ρωτάη κανείς πολλές φορές τον Γερο – Κωνσταντίνο και να επιμένη για να απαντήση, και πάλι θ’ άκουγε δυό – τρία λόγια μουρμουριστά, αλλά προφητικά.

Ο Γερο Κωνσταντίνος είχε εσωτερική καθαρότητα, γι’ αυτό έβλεπε καθαρά πολύ μακριά! Δυστυχώς όμως, μερικοί από εμάς τους ταλαίπωρους «τον άνθρωπο του Θεού» τον θεωρούσαμε για ταλαίπωρο άνθρωπο, επειδή έμενε μέσα στα χαλάσματα, ενώ εκείνος εκεί στα χαλάσματα έκτιζε συνέχεια την ψυχή του, η οποία ψυχή αξίζει περισσότερο απ’ όλο τον κόσμο, καθώς μας είπε ο Χριστός.

Όπως ανέφερα, σε μια γωνιά στα χαλάσματα είχε την φωλιά του με τις κουρελιασμένες κουβέρτες και δίπλα του ένα Ψαλτήρι και ένα Ωρολόγιο της Εκκλησίας. Το δε νοικοκυριό του ήταν ένα τενεκάκι από κουτί κονσέρβας με ένα σύρμα για χερούλι! Αυτή ήταν όλη η περιουσία του!

Κάθε Σάββατο περνούσε συνήθως από δύο Κονάκια στις Καρυές, και οι Πατέρες του έβαζαν κάτι από τα περισσεύματα στο τενεκάκι του. Περνούσε πάντα σιωπηλά, χωρίς να ζητάη΄ είχε αρχοντιά. Εάν οι άλλοι ήταν απασχολημένοι, έφευγε χωρίς να πάρη τίποτα. Κάπου – κάπου περνούσε και από τα μπακάλικα και έπαιρνε μόνος του, σαν σπουργίτης, πέντε – έξι ελιές στο χέρι του και έφευγε. Οι μπακάληδες το θεωρούσαν αυτό ευλογία, γιατί τον αγαπούσαν τον Γερο – Κώστα. Εάν κανείς του έβαζε χρήματα στην τσέπη του κρυφά, τα άφηνε και αυτός κρυφά στα μπακάλικα και έφευγε.

Έτσι φρόνιμα ζούσε ο Γερο – Κώστας στο Περιβόλι της Παναγίας, σαν άκακο αρνάκι.

Δυστυχώς όμως, πριν από ένδεκα χρόνια, το 1969, επειδή έρχονταν πολλοί κοσμικοί, Ευρωπαίοι, και τον νόμιζαν για τρελό, έτσι όπως εμφανιζόταν στις Καρυές, οι Αρχές έστειλαν στο Τρελοκομείο τον άνθρωπο του Θεού! Εκεί στην κλινική, αφού τον εξέτασαν οι γιατροί, δεν του βρήκαν τίποτε. Τα μυαλά του ζύγιζαν τετρακόσια δράμια (μια οκά), αλλά εμείς οι σημερινοί άνθρωποι, oι εξωτερικοί, με την κατ’ όψιν κρίση μας, τον αδικήσαμε και στην συνέχεια. Ενώ τον βρήκαν υγιέστατο, τον έστειλαν από το Τρελοκομείο στο Γηροκομείο. Εκεί, επειδή είχε βρεθή τελείως ξαφνικά σε κοσμικό περιβάλλον – στην Θεσσαλονίκη - έπιανε μία γωνία και έλεγε την ευχή, και από τα μάτια του κυλούσαν συνέχεια τα δάκρυα σαν χάνδρες.
Όταν έμαθα ότι ο Γερο – Κώστας πέρασε αυτή την ταλαιπωρία και βρίσκεται πια στο Γηροκομείο, είπα στην αδελφή που ήταν στην Γραμματεία να τον φροντίζη. Φυσικά, ήταν καλύτερα από το Τρελοκομείο στο Γηροκομείο, αλλά όσο και καλά να ήταν, για τον φιλήσυχο Μοναχό Γερο – Κωνσταντίνο το Περιβόλι της Παναγίας ήταν καλύτερο και απ’ όλα τα παλάτια του κόσμου.

Απορούσε το καημένο Γεροντάκι και έλεγε στην αδελφή :

-Γιατί μ’ έφεραν εδώ;

Εκεί λοιπόν πέρασε την επίλοιπη ζωή του ο «δια Χριστόν σαλός», ο οποίος ταλαιπωρήθηκε από εμάς τους κοσμικά έξυπνους.

Δεν έχει σημασία που κοιμήθηκε κι αν κοιμήθηκε στο Γηροκομείο… και όχι στο Άγιον Όρος ο Γερο – Κώστας. Αυτό που έχει σημασία είναι ότι θα ξύπνησε στον Παράδεισο, ο πολύ έξυπνος, ο «δια Χριστόν σαλός» Γερο – Κωνσταντίνος. Την ευχή του να έχουμε. Αμήν.



Ο Χιλιανός νεομάρτυρας Χοσέ (Ιωσήφ) Μουνιόθ-Κορτέζ (1997)

Νεομάρτυρες της Ορθοδοξίας στον 20ό και 21ο αιώνα
Μέρος Δεύτερο. Κεφάλαιο Δέκατο Τρίτο

Χαραλάμπους Χ. Άνδραλη
Αναβάσεις
 
Ο Νεομάρτυρας Χοσέ Μουνιόθ-Κορτέζ γεννήθηκε το 1950 στη Χιλή της Νότιας Αμερικής. Η οικογένειά του ήταν βαθιά θρησκευόμενη αλλά ανήκε στο ρωμαιοκαθολικό δόγμα. Σε ηλικία 12 ετών γνώρισε τον Ορθόδοξο Επίσκοπο Χιλής Λεόντιο, ο οποίος τον έπεισε να βαπτιστεί Ορθόδοξος δύο χρόνια αργότερα. 

Τον εντυπωσίαζε ο τρόπος ζωής των μοναχών και παρότι ζούσε μέσα στην πόλη, προσπαθούσε να εφαρμόζει όσα έκαναν η μοναχοί. Επιδόθηκε σε νηστείες, προσευχή, αγρυπνίες. Κάποια στιγμή, έφυγε από τη Χιλή και μετακόμισε στον Καναδά. Εκεί εργάστηκε ως δάσκαλος ζωγραφικής στο Πανεπιστήμιο του Μόντρεαλ. Παράλληλα ο ίδιος θέλησε να μάθει Βυζαντινή Αγιογραφία.


Το 1982 ο Χοσέ επισκέφθηκε το Άγιον Όρος. Εκεί μελέτησε πολλές βυζαντινές εικόνες στα πλαίσια των αγιογραφικών του σπουδών. Ιδιαίτερη εντύπωση του έκανε ένα αντίγραφο της Παναγίας της Πορταΐτισσας, που υπήρχε σε μία σκήτη. Ο Χοσέ θέλησε να την αγοράσει, αλλά στεναχωρήθηκε όταν έμαθε ότι δεν ήταν προς πώληση. Καθώς έφευγε όμως, ο Δικαίος της Σκήτης του χάρισε την εικόνα. Ο ευλαβής προσκυνητής απέδωσε το γεγονός σε θαύμα της Θεοτόκου.


Επιστρέφοντας στο Μόντρεαλ, ο Χοσέ διάβαζε κάθε βράδυ τους Χαιρετισμούς της Παναγίας μπροστά στην εικόνα. Μετά από κάποιες εβδομάδες στο δωμάτιο όπου είχε την εικόνα άρχισε να ευωδιάζει μια ευχάριστη και έντονη μυρωδιά. Τότε παρατήρησε ότι η εικόνα έβγαζε μύρο από τα χέρια της Θεοτόκου. Για τα επόμενα 15 χρόνια η εικόνα εξακολούθησε να μυροβλύζει. Ο Χοσέ γύρισε σχεδόν όλο τον κόσμο με την εικόνα για να δείξει το θαύμα στους ανθρώπους και να δοξαστεί το όνομα της Παναγίας.

Στις 31 Οκτωβρίου 1997 και ενώ βρισκόταν στην Αθήνα για να παρουσιάσει το θαύμα, δολοφονήθηκε από σατανιστές, αφού πρώτα βασανίστηκε φρικαλέα μέσα στο δωμάτιο του ξενοδοχείου όπου διέμενε. Οι εχθροί της Πίστεως δεν άντεχαν να τον βλέπουν να βροντοφωνάζει σε όλο τον κόσμο το θαύμα, δοξάζοντας το Χριστό και την Παναγία.

Απολυτίκιον. Ήχος ΄. Ταχύ προκατάλαβε

Το θαύμα εκραύγασας της Θεοτόκου τρανώς, την Πάνσεπτον εικόνα της ασπαζόμενος θερμώς,
Χοσέ Νεομάρτυρα.
Διά την ομολογίαν εφονεύθης παμμάκαρ∙ διό παρακαλούμεν και εκτενώς σοι βοώμεν∙
πρεύσβευε Χριστώ τω Θεώ σωθήναι τάς ψυχάς ημών.


Προσθέτουμε από εδώ (από τα σχόλια):

Μερικές πληροφορίες σχετικά με τον αγιογραφήσαντα την Εικόνα του Μόντρεαλ. Πρόκειται γιά τον τότε Ιερομόναχο π. Χρυσόστομο Τζανή (σήμερα Επίσκοπο Γ.Ο.Χ. Θηβών και Λεβαδείας), αδελφό της Ζηλωτικής Συνοδείας του μακαριστού Γέροντος Κλήμεντος, της Καλύβης Γεννήσεως Χριστού Κατουνακίων ["N": αυτό σίγουρα θα προβληματίσει, αλλά η εντιμότητα επιβάλλει να το αναφέρουμε (για το θέμα των ΓΟΧ δείτε το ιστολόγιό μας Συγχώρησις)].
Η εικόνα του αγίου νεομάρτυρος χάθηκε τότε στην Αθήνα. Ένα πιστό αντίγραφο της εικόνας, την οποία έχει στην κατοχή του κάποιος αναγνώστης Νεκτάριος από την Χαβάη, μυροβλύζει. Για περισσότερα δείτε εδώ.

Για το συγκλονιστικό αυτό βιβλίο (και αρκετά αποσπάσματα) εδώ.

From the nw martyr Jose in English

Άλλοι σύγχρονοι μάρτυρες από σατανιστές: Οι νεομάρτυρες της Όπτινα (Πάσχα 1993)
Ο νεομάρτυρας π. Ιωάννης Καρασταμάτης της Σάντα Κρουζ. 
Ο π. Γρηγόριος Γιάκοβλεφ
Ο νεομάρτυρας της Μόσχας π. Δανιήλ Συσόεφ, ιεραπόστολος της Ρωσίας (19.11.2009).
Ο 19χρονος νεομάρτυρας άγιος Ευγένιος Ροντιόνωφ (23.5.1996).
Άγρια δολοφονία ιερέα σε εκκλησία της Ρουμανίας
Ρουμάνοι νεομάρτυρες
Άγνωστοι Κινέζοι μάρτυρες
Άγιοι μέσα στις πόλεις 
Επιστημονική εξέταση εικόνας που δάκρυσε
 
 
Το αίμα των μαρτύρων Σου, Χριστέ, Άγιε Θεέ, ας στηρίζει την καρδιά μας κι ας έχουμε τη βοήθειά Σου, για να ακολουθήσουμε το παράδειγμά τους, το παράδειγμά Σου. Αμήν.






En la reunión del Santo Sínodo del Patriarcado Ecuménico de Constantinopla del 27 de noviembre, se resolvió la proclamación de la santidad del Anciano Padre Profirio. El Anciano Padre Porfirio nació en 1906 en el pueblo de Agios Ioannis de Evia (Grecia). Su nombre secular era Evangelos Bairaktaris y desde temprana edad mostró inclinación hacia la vida monástica. Así, a la edad de los 13 años, finalizando el segundo grado de estudios, él fue a la Skete de Santa Trinidad, conocida como “Kafsokalyvia” en Monte Athos, donde pasó los próximos 6 años como subordinado a dos monjes ancianos, y tomó el nombre Niceto. Luego, debido a una grave enfermedad, se vio obligado a regresar a Evia, donde se instaló en el monasterio de San Jaralambos. A los 20 años se reunió con el arzobispo de Sinaí Porfirio, quien reconociendo en él sus dones espirituales, lo ordenó sacerdote, dándole su propio nombre: Porfirio, nombre con el que se dio a conocer. Cuando más adelante, el monasterio fue convertido en Convento, Padre Porphyrios se instaló en el monasterio de San Nicolás en Evia. En 1940, a la edad de los 34, se fue a Atenas, donde fue nombrado párroco de la Iglesia de San Gerasimo, perteneciente a la Policlínica de Atenas, cerca de la famosa plaza “Omonia”. En 1973 se jubiló de su cargo como párroco de San Gerasimos, y dejó Atenas para instalarse en Kalissia y luego en Milesis Malakasa, donde construyó el Convento de la Transfiguración del Salvador. Su fama se difundía en toda parte y numerosos fieles venían a él para confesarse y pedirle sus consejos. En noviembre de 1991 regresó a su celda en Monte Athos, donde murió el 2 de diciembre del mismo año. En nuestro sitio, se encuentran traducción de sus escritos o diálogos con los fieles, publicados en el boletín dominical “La Voz del Señor”. Fuente: http://www.amen.gr/article16044





ΑΓΙΟΛΟΓΙΚΑ ΓΝΩΣΤΑ

 






Η Αγία Μεγαλομάρτυς Κυριακή (Τιμάται 7 Ιουλίου)

H Αγία Μεγαλομάρτυς Κυριακή (Ιταλικά: Santa Domenica, Βουλγαρικά: Света Неделя) γεννήθηκε στη Νικομήδεια, μοναδικό παιδί του Δωρόθεου και της Ευσεβίας. Οι γονείς της ήταν Έλληνες, ευσεβείς χριστιανοί, πλούσιοι, αλλά χωρίς απογόνους. Προσευχόμενοι αδιαλείπτως, απέκτησαν ένα παιδί εκ Θεού. Εφόσον γεννήθηκε ημέρα Κυριακή (την ημέρα του Κυρίου), της δόθηκε το όνομα Κυριακή.
Από την παιδική της ηλικία η Κυριακή ήταν αφιερωμένη στο Θεό. Ήταν όμορφη στο σώμα και στην ψυχή. Πολλοί μνηστήρες τη ζήτησαν σε γάμο, αλλά απέρριπτε όλες τις προτάσεις, λέγοντας ότι είναι αρραβωνιασμένη με τον Χριστό τον Κύριο και ότι δεν επιθυμούσε τίποτε περισσότερο από το να πεθάνει εν παρθενία. Ένας δικαστής στη Νικομήδεια ήθελε να αρραβωνιάσει την Κυριακή με το γιο του, δεδομένου μάλιστα ότι εκείνη προερχόταν από πλούσια οικογένεια. Καθώς και η δική του πρόταση απορρίφθηκε, κατήγγειλε την Κυριακή και τους γονείς της ως Χριστιανούς στον αυτοκράτορα Διοκλητιανό.
Ο αυτοκράτορας διέταξε οι γονείς της να υποβληθούν σε βασανιστήρια. Ο Δωρόθεος ξυλοκοπήθηκε άγρια, μέχρι του σημείου οι στρατιώτες από την κούραση να σταματήσουν να τον χτυπούν. Επειδή ούτε η κολακεία, ούτε τα μαρτύρια είχαν αποτέλεσμα, ο Δωρόθεος και η Ευσεβία εξορίσθηκαν στη Μελιτηνή (μεταξύ Καππαδοκίας και Αρμενίας), όπου πέθαναν υπομένοντας πολλά δεινά για τον Χριστό. Έστειλε τότε ο αυτοκράτορας την Κυριακή να ανακριθεί από τον Μαξιμιανό.
Η εκκλησία της Αγίας Κυριακής στην Κωνσταντινούπολη
Η Κυριακή αρνήθηκε να αποκηρύξει την πίστη της. Ως αποτέλεσμα ο Μαξιμιανός διέταξε να τη μαστιγώσουν. Οι άνδρες του αυτοκράτορα τη βασάνισαν με κάθε δυνατό τρόπο, αλλά η πίστη της ήταν ακλόνητη. Ένα βράδυ, καθώς κείτονταν στο πάτωμα του κελλιού της, άκουσε τη φωνή του Θεού να της λέει: «Μη φοβάσαι τα βασανιστήρια Κυριακή, το πνεύμα μου είναι μαζί σου». Έπειτα από πολλές και τρομερές δοκιμασίες, ο Μαξιμιανός απέτυχε να πείσει τη νεαρή γυναίκα να αλλάξει την πίστη της. Την έστειλε τότε στον έπαρχο της Βιθυνίας Ιλαρίωνα, από τον οποίο ζήτησε να κάνει την Κυριακή ειδωλολάτρη ή να του την ξαναστείλει.
Ο Ιλαρίων έβαλε τα δυνατά του για να το πετύχει αυτό. Ένα από τα βασανιστήρια που δοκίμασε ήταν να την βάζει να κρέμεται από τα μαλλιά της αρκετές ώρες ενώ στρατιώτες της έκαιγαν το σώμα με αναμμένες δάδες. Τέλος, την έριξαν σε ένα κελί φυλακής. Εκείνη τη νύχτα ο Χριστός εμφανίστηκε και της θεράπευσε τις πληγές. Βλέποντας τη θαυματουργή σωτηρία της Κυριακής πολλοί ειδωλολάτρες πίστεψαν στο Χριστό· ως συνέπεια αποκεφαλίστηκαν.
Ύστερα από εξαντλητική ανάκριση, οδήγησαν την Κυριακή στο ναό να θυσιάσει στα είδωλα. Εκείνη, εισερχόμενη, παρακαλούσε μέσα της το Χριστό να τη βοηθήσει. Ένας δυνατός σεισμός κατατρόμαξε τους δημίους και τα αγάλματα του ναού έπεσαν από τα βάθρα τους κι έγιναν θρύψαλα. Η Κυριακή βασανίστηκε ξανά από τον Απολλώνιο, ο οποίος διαδέχθηκε τον Ιλαρίωνα. Όταν όμως την έριχναν στη φωτιά, οι φλόγες δεν την έκαιγαν. Όταν την έριχναν στα άγρια ​​θηρία αυτά ημέρευαν. Εν τέλει, ο Απολλώνιος την καταδίκασε σε αποκεφαλισμό. Της δόθηκαν λίγα λεπτά για να προσευχηθεί, και ζήτησε από το Θεό να παραλάβει την ψυχή της, μνημόνευε δε αυτούς που εξ αιτίας τους είχε την τιμή να μαρτυρήσει για το Χριστό· ύστερα έγειρε στη γη.
Όταν ο δήμιος πλησίασε για να εκτελέσει τη διαταγή, είδε ότι η Κυριακή ήταν ήδη νεκρή· ήταν μόλις 21 χρονών. Η μνήμη της εορτάζεται στις 7 Ιουλίου.
Η Αγία Κυριακή είναι η πολιούχος Αγία της πόλης των Σερβίων στην Κοζάνη.

1 σχόλιο:

  1. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τη βοήθεια που μου προσέφερε ο Δρ Ουέιλ και το έβδομο πνεύμα όταν είχα ένα πρόβλημα με τον γάμο μου. Είμαι παντρεμένος εδώ και έξι χρόνια και με τον άντρα μου αγαπάμε πολύ ο ένας τον άλλον. Μετά από τρία χρόνια γάμου ο άντρας μου άλλαξε ξαφνικά, είχε σχέση με μια κυρία έξω, το παρατήρησα τότε προσευχόμουν για θεϊκή παρέμβαση. Το πράγμα έγινε πιο σοβαρό που έπρεπε να το συζητήσω και με τη φίλη μου, προσευχήθηκα όμως ο άντρας μου να μην εγκαταλείψει την παράξενη γυναίκα. Ο άντρας μου μόλις ήρθε σπίτι μια μέρα. Πήρε μερικά ρούχα και άφησε εμένα και τα παιδιά για την ερωμένη του. Εκείνη τη στιγμή ήμουν μπερδεμένη μη γνωρίζοντας τι να κάνω ξανά γιατί έχασα τον άντρα μου και τον γάμο μου επίσης. έψαχνα για βοήθεια στο Διαδίκτυο, είδα πολλούς ανθρώπους να μοιράζονται μαρτυρία για το πώς ο DR WALE και τα επτά πνεύματα τους βοηθούν με τα συζυγικά τους προβλήματα, έτσι επικοινώνησα μαζί του μέσω του WhatsApp +2347054019402 και του είπα το πρόβλημά μου και μου είπαν να να είστε ήρεμοι που ήρθα στο σωστό μέρος όπου μπορώ να το επιστρέψω στον άντρα μου μέσα στις επόμενες είκοσι μία ημέρες. Μου είπε τι πήγε στραβά με τον άντρα μου και πώς συνέβη. ότι ο γάμος μου θα αποκατασταθεί. Προς μεγάλη μου έκπληξη Πριν από τις είκοσι μία μέρα ο άντρας μου ήρθε στο γραφείο μου παρακαλώντας με γονατιστός να βρω ένα μέρος στην καρδιά μου να τον συγχωρήσω. Δεν μπορούσα να πιστέψω στην αρχή νόμιζα ότι ονειρευόμουν. Ο σύζυγός μου υποσχέθηκε ότι δεν θα με απατήσει ποτέ ξανά και επιστρέψαμε πιο ήρεμοι και ευτυχισμένοι μαζί. φίλοι μου που διαβάζουν αυτό τώρα, η περίπτωσή σας δεν είναι και η χειρότερη, γιατί δεν κάνετε μια δοκιμή στον DR WALE και τα επτά πνεύματα.. Κάνουν εκπλήξεις.. Ξέρω ότι δεν θα το μετανιώσετε. Μπορεί να φτιάξει τη σχέση σας με τον πρώην σύντροφό σας. Ευχαριστώ τον Θεό που χρησιμοποίησε τον DR WALE για να σώσει τον γάμο μου. επικοινωνήστε μαζί του μέσω WhatsApp/Viber: +2347054019402 ή email: drwalespellhome@gmail.com

    ΑπάντησηΔιαγραφή